Τα μυστικά των μακεδονικών στεφανιών

 

Περισσότερα από δέκα χρυσά μακεδονικά στεφάνια, σπάνια αρχαιολογικά ευρήματα, ήρθαν την τελευταία δεκαετία στο φως χάρη σ’ έναν απρόβλεπτο συνδυασμό ανασκαφών, λαθρανασκαφών και δράσης αρχαιοκαπήλων. Οκτώ στεφάνια βρέθηκαν το 2008 σε ανασκαφή του μετρό Θεσσαλονίκης, δύο το 2009 και το 2010 στη Βεργίνα, ένα επαναπατρίστηκε στην Ελλάδα το 2007 από το αμερικανικό Μουσείο Γκετί κι ένα βρέθηκε ακόμη παλιότερα, το 2000, στα χέρια αγρότη, θεωρήθηκε προϊόν αρχαιοκαπηλίας και κατέληξε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης…

Με αφορμή τα νέα αυτά ευρήματα, οργανώνεται επιστημονική ημερίδα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, στις 3 Ιουνίου. Μελετητές και ανασκαφείς από την Ελλάδα και το εξωτερικό θα αναφερθούν στη χρήση των στεφανιών και την απεικόνισή τους στην τέχνη, την τεχνολογία και την τυπολογία τους.
Είναι η πρώτη φορά που οργανώνεται ημερίδα με το θέμα αυτό, όπως εξηγεί στον «Α» η Δέσποινα Ιγνατιάδου από την Οργανωτική Επιτροπή, προϊσταμένη του Τμήματος Συλλογής Μεταλλοτεχνίας του ΑΜΘ. «Με αφορμή τα στεφάνια που αποκτήθηκαν πρόσφατα ζητήσαμε από τους ανασκαφείς να κάνουν παρουσίαση των ευρημάτων και με την ευκαιρία αυτή επιχειρούμε να επανεκτιμήσουμε και τα παλαιότερα», προσθέτει.
Σύμφωνα με την αρχαιολόγο της ΙΣΤ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, Μπετίνα Τσιγαρίδα, που συμμετέχει στην Οργανωτική Επιτροπή και θα παρουσιάσει εισήγηση στην ημερίδα, η Μακεδονία είναι από τις περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου που έδωσαν μεγάλο αριθμό μετάλλινων στεφανιών, τα οποία χρονολογούνται από τα μέσα του 4ου έως τα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ.
Φτιαγμένα κυρίως από χρυσάφι, αλλά και από μπρούτζο ή ασήμι, με φύλλα ελιάς, μυρτιάς, δάφνης, κισσού και σπανιότερα βελανιδιάς, τα στεφάνια είναι πλουσιότερα και πιο περίτεχνα κατά το β’ μισό του 4ου αιώνα (εποχή του Φιλίππου Β’ και του Μ. Αλεξάνδρου), ενώ στη συνέχεια σχηματοποιούνται και απλοποιούνται.
Σε κάθε περίπτωση, τα αρχαία ελληνικά στεφάνια είναι αντικείμενα που γοητεύουν κοινό και αρχαιολόγους, είναι περιζήτητα από τους συλλέκτες, ενώ κρύβουν πολλά μυστικά. «Είναι πολλά τα ζητήματα που δεν έχουμε ακόμη αποκρυπτογραφήσει σε σχέση με τα στεφάνια και ιδίως με τη χρήση τους», παρατηρεί η κ. Ιγνατιάδου. «Αν και τα βρίσκουμε σε τάφους, δεν είναι ταφικά αντικείμενα. Χρησιμοποιούνται στην πραγματική ζωή, όπως δείχνουν οι ελάχιστες πληροφορίες που διασώζουν οι πηγές. Ηταν προσωπικά αντικείμενα που τα φορούσαν σε τελετές; Τι είδους ήταν αυτές οι τελετές; Ηταν τελετές μύησης; Σε ποια μυστήρια; Πολιτικού, διοικητικού ή θρησκευτικού τύπου; Ηταν ιδιωτικού ή δημόσιου χαρακτήρα; Και πώς συσχετίζονται τα φυτά που αναπαριστούν με τους θεούς; Είναι πολλά αυτά που δεν ξέρουμε και προσπαθούμε τώρα από τα σύνολα που έχουν εντοπιστεί να συμπεράνουμε», σημειώνει.
Τα πιο γνωστά στεφάνια
Το πιο βαρύτιμο στεφάνι που σώζεται από την ελληνική αρχαιότητα είναι το χρυσό στεφάνι βελανιδιάς (β’ μισό του 4ου αιώνα π.Χ.) που βρέθηκε στον κυρίως θάλαμο του βασιλικού τάφου της Βεργίνας, μέσα σε χρυσή λάρνακα. Αποτελείται από 313 φύλλα και 68 βελανίδια και ζυγίζει 714 γραμμάρια. Στα ευρήματα των βασιλικών τάφων της Βεργίνας συγκαταλέγονται δύο ακόμη χρυσά στεφάνια από φύλλα και άνθη μυρτιάς του 4ου αιώνα π.Χ.
Στον 4ο αιώνα π.Χ. χρονολογούνται επίσης τα δύο χρυσά στεφάνια μυρτιάς και ελιάς που βρέθηκαν τη δεκαετία του ’60 στους τάφους του Δερβενίου, το χρυσό στεφάνι από φύλλα ελιάς και άνθη που βρέθηκε στη Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης και χρυσό στεφάνι από τάφο της Σεβαστής Πιερίας.
Χρυσό στεφάνι με φύλλα ελιάς του 3ου αιώνα π.Χ. από την Αμφίπολη εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας.
Στα σημαντικότερα ευρήματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Αμφίπολης περιλαμβάνονται δύο χρυσά στεφάνια ελιάς και βελανιδιάς του 4ου π.Χ. αιώνα.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης διαθέτει 22 χρυσά μακεδονικά στεφάνια, συλλογή που θεωρείται η πλουσιότερη παγκοσμίως.
ΤΗΣ ΧΡΥΣΑΣ ΝΑΝΟΥ
Αγγελιοφόρος, 17/05/2011

Αφήστε μια απάντηση