Εμείς, οι Αλεξανδρείς, οι Αντιοχείς, Οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι Επίλοιποι Έλληνες Αιγύπτου και Συρίας Κ’ οι εν Μηδεία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι. Με τες εκτεταμένες επικράτειες, Με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών. Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά Ως μέσα στην Βακτριανήν την πήγαμεν, ως τους Ινδούς.
(Απόσπασμα από το «Στα 200 π. Χ. » του Κ. Καβάφη.)
The Golden Ratio – a sacred number that links the past to the present
There is one thing that ancient Greeks, Renaissance artists, a 17th century astronomer and 21st century architects all have in common – they all used the Golden Mean, otherwise known as the Golden Ratio, Divine Proportion, or Golden Section. Precisely, this is the number 1.61803399, represented by the Greek letter Phi, and considered truly unique in its mathematical properties, its prevalence throughout nature, and its ability to achieve a perfect aesthetic composition.
According to astrophysicist Mario Livio:
Some of the greatest mathematical minds of all ages, from Pythagoras and Euclid in ancient Greece, through the medieval Italian mathematician Leonardo of Pisa and the Renaissance astronomer Johannes Kepler, to present-day scientific figures such as Oxford physicist Roger Penrose, have spent endless hours over this simple ratio and its properties. But the fascination with the Golden Ratio is not confined just to mathematicians. Biologists, artists, musicians, historians, architects, psychologists, and even mystics have pondered and debated the basis of its ubiquity and appeal. In fact, it is probably fair to say that the Golden Ratio has inspired thinkers of all disciplines like no other number in the history of mathematics.
In mathematics and the arts, two quantities are in the golden ratio if their ratio is the same as the ratio of their sum to the larger of the two quantities. When the Golden Mean is conceptualised in two dimensions it is typically presented as a regular spiral that is defined by a series of squares and arcs, each forming “Golden Rectangles”.
This symbolic potential arises because of the way the mean’s spiral shape resembles growth patterns observed in nature and its proportions are reminiscent of those in human bodies. Thus, these simple spirals and rectangles, which served to suggest the presence of a universal order underlying the world, were thereby dubbed “golden” or “divine”.
The Golden Ratio in History
The golden ratio has fascinated Western intellectuals of diverse interests for at least 2,400 years. The earliest known monuments believed to have been built according to this alluring number are the statues of the Parthenon in Greece, dating back between 490 and 430 BC. However, there are many who have argued that it goes back much further than this and that the Egyptians were well versed in the properties of this unique number.
According to some historians, the Egyptians thought that the golden ratio was sacred. Therefore, it was very important in their religion. They used the golden ratio when building temples and places for the dead. In addition, the Egyptians found the golden ratio to be pleasing to the eye. They used it in their system of writing and in the arrangement of their temples. The Egyptians were aware that they were using the golden ratio, but they called it the “sacred ratio.”
The first recorded definition of the golden ratio dates back to the period when Greek mathematician, Euclid (c. 325–c. 265 BC), described what he called the “extreme and mean ratio”. However, the ratio’s unique properties became popularised in the 15th century when aesthetics were a vital component of Renaissance art and geometry served both practical and symbolic purposes. As the famous mathematician, astronomer, and astrologer, Johannes Kepler (1571 – 1630) wrote:
Geometry has two great treasures: one is the Theorem of Pythagoras, and the other the division of a line into extreme and mean ratio; the first we may compare to a measure of gold, the second we may name a precious jewel.
The Golden Ratio in Architecture
Many artists and architects have proportioned their work to approximate the golden ratio, with the belief that the outcome will be more aesthetically pleasing. Using any of these ratios, an architect can design a door handle that has a complementary relationship to its door, which in turn has a similar relationship to its enclosing wall, and so on. But more than this, the golden ratio has been used for the façade of great buildings from the Parthenon to the Great Mosque of Kairouan and all the way through to modern landmarks such as the Sydney Opera House and the National Gallery in London.
The Golden Ratio in Nature
Perhaps what is most surprising about the Golden Ratio is that it can be seen as a naturally occurring phenomenon in nature. The golden ratio is expressed in the arrangement of branches along the stems of plants and the veins in leaves. It can be seen in the skeletons of animals and humans and the branching of their veins and nerves. It can even be seen in the proportions of chemical compounds and the geometry of crystals. Essentially, it is all around us and within us and for this reason, German psychologist Adolf Zeising (1810 – 1876) labelled it a ‘universal law’:
in which is contained the ground-principle of all formative striving for beauty and completeness in the realms of both nature and art, and which permeates, as a paramount spiritual ideal, all structures, forms and proportions, whether cosmic or individual, organic or inorganic, acoustic or optical; which finds its fullest realization, however, in the human form.
As a result of the unique properties of this golden proportion, many view the ratio as sacred or divine and as a door to a deeper understanding of beauty and spirituality in life, unveiling a hidden harmony or connectedness in so much of what we see.
Η ανασκαφή της Αμφίπολης αποτελεί ένα ξεχωριστό αρχαιολογικό πεδίο ερευνών που κανένας επιστήμονας δεν μπορεί να το αναλύσει σε διάστημα λίγο μηνών όσο καλός και εάν είναι.
Με δεδομένο το γεγονός ότι πέρασαν οκτώ μόλις μήνες από την ανακάλυψη του ταφικού μνημείου στο Λόφο Καστά της Μεσολακκιάς ,η εμμονή όσων επιμένουν να δημοσιευθούν τα τελικά αποτελέσματα μελετών , αγγίζει τα όρια του παραλογισμού.
Στο χώρο των αρχαιολόγων θεωρείται αδιανόητο να παρουσιαστεί σε επιστημονικό συνέδριο και μάλιστα σε μια ενότητα λίγων λεπτών, μια εμπεριστατωμένη εργασία που δεν έχει ολοκληρώσει καν τον κύκλο της.
Η απουσία λοιπόν της διεπιστημονικής ομάδας της Κατερίνας Περιστέρη από την 28η Επιστημονική συνάντηση αρχαιολόγων 5 έως 7 Μαρτίου που θα γίνει στο ΑΠΘ, καταδεικνύει την σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται οι μελέτες των αρχαιολογικών ευρημάτων .
Η ενημέρωση για τις αρχαιολογικές εξελίξεις στο τύμβο Καστά από τον Αύγουστο, κάλυψε στο μέγιστο βαθμό όλο το κοινό που την παρακολουθούσε και την παρακολουθεί, αλλά τώρα ήρθε η ώρα της επιστημονικής μελέτης που προϋποθέτει πολύ εργασία και εμπεριστατωμένη ανάλυση. Κάτι ως «ένα βασανιστήριο» θα λέγαμε ,για όσους συμμετέχουν σ αυτή τη διαδικασία.
Εξάλλου δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητο το γεγονός ότι υπάρχουν περιπτώσεις ανασκαφών όπου οι αρχαιολόγοι μελετητές δεν τηρούν το προβλεπόμενο όριο των πέντε χρόνων που οφείλουν να δημοσιεύσουν τα αποτελέσματα τους. Μερικοί μάλιστα έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τα όριο αυτό. Γνωστή είναι μέσα από αλλεπάλληλα δημοσιεύματα, είναι η περίπτωση της Καλλιόπης Λαζαρίδη που εδώ και 31 χρόνια δεν προχώρησε στην επιστημονική δημοσίευση του Εφηβαρχικού Νόμου που ανακαλύφθηκε στην Αμφίπολη το 1984.
Εάν συγκρίνουμε λοιπόν δυο περιπτώσεις που αφορούν την ίδια περιοχή θα πρέπει να αναρωτηθούμε τους λόγους που στη μια περίπτωση, επιμένουμε τόσο πολύ και στην άλλη δεν γνωρίζουμε απολύτως τίποτα.
Ο αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης θα πρέπει ίσως να στραφεί προς αυτήν την κατεύθυνση αναζήτησης στοιχείων αφού με την καθιέρωση της τριμελούς επιτροπής θα εξετάσει τα θέματα της Αμφίπολης. Κύρια αποστολή της επιτροπίας αυτής πρέπει να είναι η ουσιαστική ανάδειξη και τεκμηρίωση των ευρημάτων στο σύνολο τους και όχι η συγκριτική πολιτικολογία. Κάθε άλλη προσπάθεια καπέλωσης των επιστημόνων που ήδη συμμετέχουν στην ανασκαφή του τάφου στο λόφο Καστά θα εγείρει θέμα ηθικής και μεροληπτικής στρατηγικής κάτι που η προηγούμενη διοίκηση του ΥΠΠΟΑ θεωρούσε αδιαπραγμάτευτα στοιχεία.
Η ανασκαφές λοιπόν στην Αμφίπολη παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες και μεγάλη σπουδαιότητα , γι αυτό θα ήταν προτιμότερο να αποτελέσουν ως εκπαιδευτικό πεδίο δράσης αντικείμενο ενός ευρύτερου επιστημονικού συνεδρίου μέσα από μια συνολική διαδικασία που θα μπορούσε να παρουσιαστεί υπό την αιγίδα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Σε αυτό το συνέδριο μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι ερευνητές, από τους συνεργάτες του έργου του αείμνηστου Δημήτρης Λαζαρίδη, έως τους συνεχιστές του, όπου ο καθένας θα παρουσιάσει την ενότητα του. Παράλληλα μπορεί να δοθεί η ευκαιρία σε όσους επιστήμονες επιθυμούν να υποβάλλουν ερωτήματα, απορίες και ενστάσεις. Αυτό όμως προϋποθέτει την ολοκλήρωση του ερευνητικού έργου στο τύμβο Καστά μαζί με τη συνέχεια της ανασκαφής που θα ξεκινήσει το Μάιο και σύμφωνα μ εκτιμήσεις επιφυλάσσει και άλλα ευχάριστα νέα.
Όπως είναι γνωστό, ο Μ.Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα το 323 π.Χ. Εκεί οι νεκροί κατά τους Ηρόδοτο, Στράβωνα και Στοβαίο δεν μουμιοποιούνταν ούτε καίγονταν αλλά θάπτονταν τοποθετημένοι μέσα σε μέλι ή κερί. Το ίδιο έγινε, όπως προκύπτει και για τη σορό του Μ.Αλεξάνδρου που ενώ προοριζόταν να ταφεί στη Μακεδονία οδηγήθηκε το 321π.Χ. από τη Δαμασκό κατά τρόπο βίαιο από τον Πτολεμαίο Α’ στην Αίγυπτο (Παυσανίας, Αρριανός, Αιλιανός). Εκεί κατά τις επικρατέστερες πληροφορίες τάφηκε στην ιερή πόλη Μέμφη “σύμφωνα με το Μακεδονικό νόμο ο οποίος προέβλεπε καύση των νεκρών” (Παυσανίας, Πάριον Χρονικόν, Κούρτιος Ρούφος).
Οι λευκές μούμιες της Κίνας και οι ενδείξεις ότι οι Έλληνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έφθασαν μέχρι την αρχαία Κίνα
Λόγω της ξηρασίας της ερήμου, πολλά χαρακτηριστικά δεν έχουν αλλοιωθεί εντελώς
Στη «λεκάνη» του Ταρίμ, στην επαρχία Xinjang της Κίνας, βρίσκεται η έρημος Τάκλα Μακάν, στην οποία ανακαλύφθηκαν μούμιες με ευρωπαϊκάχαρακτηριστικά.
Οι μούμιες είναι σχεδόν 4000 ετών, αφού χρονολογούνται από το 2000 π.χ. Λόγω του χρώματός τους, έχουν ονομαστεί «λευκές μούμιες». Εξαιτίας της ξηρασίας της ερήμου, πολλές από τις μούμιες διατηρούν τα χαρακτηριστικά τους, ενώ σώζονται και αρκετά ενδύματα. Τα αποτελέσματα των επιστημονικών ερευνών είναι εντυπωσιακά, καθώς αποδεικνύουν την ύπαρξη μεταναστών από την Ευρώπη στην ευρύτερη περιοχή του Ταρίμ.
Οι μούμιες δεν έχουν σχιστά μάτια και είναι ψηλότερες από τους Ασιάτες. Το χρώμα των μαλλιών τους έχει κυρίως ξανθές και καστανές αποχρώσεις και το πρόσωπο φέρει «γωνίες». Τα ρούχα που δεν έχουν αλλοιωθεί, καθώς και κάποια ταφικά ευρήματα παραπέμπουν σε Ευρωπαϊκούς λαούς. Κατά καιρούς, έχει καταγραφεί η ύπαρξη Ευρωπαίων στην περιοχή. Ο ρωμαίος αυτοκράτορας Κλαύδιος είχε λάβει κάποιες αναφορές για την ύπαρξη ανθρώπων στη «λεκάνη» του Ταρίμ, που είχαν ανοιχτοκίτρινα μαλλιά, γαλανά μάτια και ύψος πολύ μεγαλύτερο από αυτό των Ασιατών. Οι αναφορές δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένες και δεν αποτελούν ασφαλή πηγή, ωστόσο ενισχύουν την άποψη των ερευνητών.
*Έζησαν Έλληνες στην περιοχή του Ταρίμ;*
Ο κινέζος ιστορικός Σίμα Κιάν έχει καταγράψει στο αρχείο του την ιστορία του πρεσβευτή του αυτοκράτορα Γου, Ζανγκ Κιάν, ο οποίος είχε σταλεί στη Δύση προς αναζήτηση συμμάχων εναντίον των Ούνων. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, πιάστηκε αιχμάλωτος και όταν κατάφερε να δραπετεύσει, βρέθηκε στην έρημο Τάκλα Μακάν, όπου συνάντησε τους
«Νταϊουάν» (εικάζεται Δαναούς). Τους περιέγραψε, λευκούς, με γενειάδα, όχι σχιστά μάτια και ανέφερε ότι είχαν στην κατοχή τους άλογα, όμορφα κτίρια και αντικείμενα και αγάλματα. Η περιοχή στην οποία κατοικούσαν εικάζεται ότι ήταν η Αλεξάνδρεια η Εσχάτη, μια από τις πόλεις που είχε ιδρύσει ο Μ. Αλέξανδρος, άρα αν ισχύει η εικασία, οι άνθρωποι που περιέγραψε ο Ζανγκ Κιάν, ήταν Έλληνες. Όταν ο απεσταλμένος επέστρεψε, μίλησε για τους ανθρώπους που συνάντησε στον αυτοκράτορα, ο οποίος ενδιαφέρθηκε κυρίως για τα άλογα. Έτσι ξεκίνησε η επαφή και η ανταλλαγή προϊόντων.
Με βάση τα στοιχεία αυτά, είναι πιθανή η ύπαρξη Ελλήνων στην ευρύτερη περιοχή. Η ενδυμασία της μούμιας παραπέμπει σε Ευρωπαίους της εποχής Τα αποτελέσματα των ερευνών δείχνουν ότι οι μούμιες, έχουν ανομοιογενή
καταγωγή. Αυτό δικαιολογείται από τη «μίξη» των λαών ή από την ύπαρξη και άλλων φυλών για εμπορικούς κυρίως λόγους. Οι μούμιες που ανακαλύφθηκαν, δημιουργούν πολιτικό ζήτημα στην πόλη, αφού στο παρελθόν, οι κάτοικοι της περιοχής, είχαν ζητήσει την ανεξαρτησία τους, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι Κινέζοι.
Τα αποτελέσματα των ερευνών δείχνουν ότι μπορεί να έχουν δίκιο.
Η ταυτότητα των Μακεδόνων ως Ελλήνων, πλην των γνωστών αδιάψευστων ιστορικών στοιχείων (επιγραφές, ευρήματα αρχαιολογικών χώρων, κείμενα αρχαίων ιστορικών Ελλήνων, Εβραίων, Ρωμαίων κτλ) επιβεβαιώνεται και από μία επιγραφή του 267 π.Χ. (φωτογραφία της οποίας μου έστειλε ο κ. Σταύρος Χατζής, Συνταξιούχος Αστυνομικός, που παρακολουθεί το θέμα της Μακεδονίας) η οποία βρέθηκε στην Αίγυπτο και αναφέρεται σε αθλητικούς αγώνες, που έγιναν στα δωδέκατα βασιλικά γενέθλια.
Οι αθλητές που αναφέρονται ότι αγωνίστηκαν, χαρακτηρίζονται από τον τόπο καταγωγής τους (Θραξ, Μακεδών, Σάμιος κτλ.), δηλαδή από τον ενιαίο Ελληνικό γεωγραφικό χώρο. Συνεπώς και μόνο από το γεγονός ότι αναφέρονται μεταξύ των άλλων Ελλήνων αθλητών και τέσσερις Μακεδόνες αθλητές, επιβεβαιώνει ότι οι Μακεδόνες είναι Έλληνες.
Ο George Robinson, στο εκδοθέν το 1899 στη Νέα Υόρκη βιβλίο του γράφει: «Ο αρχαίος Αιγυπτιακός πολιτισμός γαλουχήθηκε επί τρεις αιώνες από τον Ελληνικό πολιτισμό και ανέπτυξε το εμπόριο σε ύψιστο βαθμό, αλλά δεν αλλοιώθηκε από τον Μακεδόνα κατακτητή (Πτολεμαίο) στα θρησκευτικά και γλωσσικά στοιχεία του, γι’ αυτό πολλές επιγραφές που βρέθηκαν, είναι χαραγμένες στην αιγυπτιακή (ιερογλυφική ή δημώδη) γλώσσα και στη γλώσσα των Μακεδόνων» (δηλαδή την Ελληνική).
Εκτός των ανωτέρω αδιάψευστων στοιχείων, η ταυτότητα των Μακεδόνων ως Ελληνική, επιβεβαιώνεται και από τα αναφερόμενα στην πρόσφατη επιστολή μου στην Πρέσβειρα της Συρίας στην Αθήνα, δηλαδή:
α)Από την Παλαιά Διαθήκη, όπου αναφέρεται ότι «Ο Έλλην Βασιλεύς θα νικήσει τον Πέρση βασιλέα». Στο βιβλίο των Μακκαβαίων αναφέρεται ότι: «Ο Αλέξανδρος ο Μακεδών ο υιός του Φιλίππου ενίκησε τον Δαρείο».
β) Ο Απόστολος Παύλος (ΙΣΤ 9, 10) αναφέρεται, ότι το 50 μ.Χ. επισκέφθηκε τις πόλεις ΦΙΛΙΠΠΟΥΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ και ΒΕΡΟΙΑ, δηλαδή πόλεις που είχαν αιώνες προ το 50 μ.Χ., έκτοτε και μέχρι σήμερα τα αυτά Ελληνικά ονόματα, γεγονός που επιβεβαιώνει την ταυτότητα της Μακεδονίας ως Ελληνικής.
γ) Ο Απόστολος Παύλος (ΙΖ 4, 12) στη Θεσσαλονίκη και Βέροια συνάντησε Έλληνες και Ελληνίδες, που επίστευσαν.
δ) Ο Απόστολος Παύλος μίλησε και έγραψε τις επιστολές του προς τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης και των Φιλίππων στην Ελληνική γλώσσα.
ε) 356 Καθηγητές Πανεπιστημίων Αμερικανικών και άλλων χωρών, συνυπέγραψαν επιστολή στον Πρόεδρο Ομπάμα και του ζητούν να ανακαλέσει την απόφαση του προκατόχου του κ. Τζωρτζ Μπους (υιού), ο οποίος την επομένη της δεύτερης εκλογής του, ονόμασε την ΠΓΔΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και ανέτρεψε την πάγια πολιτική των ΗΠΑ για τη Μακεδονία, όπως είχε χαραχθεί από την Εγκύκλιο του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Στεττίνιους το 1944 και το Δόγμα Τρούμαν. Ο κ. Μπους ανέτρεψε επίσης και προηγούμενη δήλωση του, ότι το 1946-1947 οι ΗΠΑ βοήθησαν το Βερολίνο και την Ελλάδα να διατηρήσουν την ελευθερία τους. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ κ. Μπους δεν είναι ούτε ιστορικός, ούτε αρχαιολόγος και όπως και άλλοι ηγέτες, αλλά και Κυβερνήσεις, παραπλανήθηκε από συμβούλους και ονόμασε την ΠΓΔΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
στ) Τέλος, ο ορισθείς από τον ΟΗΕ κ. Νίμιτς, ως διαμεσολαβητής μεταξύ Σκοπιανών και Ελλήνων, για την ονομασία της ΠΓΔΜ, σε συνάντησή του με την Παμμακεδονική Ένωση της Αμερικής, παραδέχτηκε την ιστορική αλήθεια και είπε ότι οι Σκοπιανοί είναι Σλαβικής καταγωγής. Την πληροφορία αυτή ανέφερε και ο δημοσιογράφος Γ. Φωτιάδης στον «ΑΔΕΣΜΕΥΤΟ ΤΥΠΟ» την 20η Απριλίου 2011.
Ο ΟΗΕ πρέπει να ανακοινώσει όλη την ιστορική αλήθεια, για να παύσει το θέμα της Μακεδονίας να ταλαιπωρεί τον ΟΗΕ. Η ΠΓΔΜ μπορεί να ονομάσει το κράτος της όπως επιθυμεί, υπό τον όρο να μην εμπεριέχει τη λέξη «Μακεδονία». Προτείνω το «Δημοκρατία της ΠΑΙΟΝΙΑΣ», διότι όταν ήρθαν οι Σλάβοι στη Μακεδονία, μέρος τους εγκαταστάθηκε στην Αρχαία Παιονία.
Ο Άγγλος ιστορικός NGL HAMMOND, ο οποίος έγραψε βιβλία για τη Μακεδονία, στο βιβλίο του «Μέγας Αλέξανδρος (ένας ιδιοφυής)» παρατηρεί στη σελ. 268, Κεφ 5: «Η εκστρατεία της Ιλλυρίας και οι Μακεδονικές δυνάμεις»: «Τέλος του θέρους (335 π.Χ.) ο Αλέξανδρος οδήγησε το στρατό του στη χώρα των Αγριανών (γύρω από τη σημερινή Σόφια) και στην περιοχή που κατοικείτο από Παίονες (γύρω από τα σημερινά Σκόπια». Ο N.G.L. Hammond, στο βιβλίο του «Ιστορία της Μακεδονίας» (Τόμος 2, σελ. 126), αναφέρει: «Οι Παίονες δεν ήσαν Έλληνες».
Η ιστορική αλήθεια είναι ότι ο Λένιν το 1923 στο 5ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, διακήρυξε για πρώτη φορά το σύνθημα «Ανεξάρτητη Μακεδονία – Θράκη». Την πολιτική αυτή ακολούθησε και το ΚΚΕ και στο 3ο Έκτακτο Συνέδριο της Κ.Ε. (Εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 14.2.1924) ομόφωνα διακήρυξε «περί Ανεξαρτήτου Μακεδονίας – Θράκης». Στην 6η Ολομέλεια του 1934, ο Ζεύγος τόνισε «Το ΚΚΕ υποστηρίζει το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως του πληθυσμού της Μακεδονίας και Θράκης και τον αποχωρισμό τους σε ξεχωριστό κράτος.
Ο Τίτο, τον Αύγουστο 1944, με σύμφωνη γνώμη του Στάλιν, μετονόμασε την Νότιο Γιουγκοσλαβία (Βαρντάρσκα) σε Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας και τους κατοίκους της Μακεδόνες.
Ο Στεττίνιους, Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ το 1944, με την Εγκύκλιο του υπ’ αριθ. 868014/24.12.1944 προς τους Πρεσβευτές και Προξένους των ΗΠΑ ανέφερε: «Το Αμερικάνικο Υπουργείο Εξωτερικών έχει επισημάνει αύξουσα προπαγάνδα και ημιεπίσημες δηλώσεις, περί αυτονομίας της Μακεδονίας. Η Αμερικανική Κυβέρνηση θεωρεί κάθε συζήτηση περί Μακεδονικού «Έθνους», περί «Μακεδονικής πατρίδας», περί Μακεδονικής «συνειδήσεως» αδικαιολόγητη δημαγωγία, χωρίς εθνική ή πολιτική υπόσταση και ομοιάζει με επιθετική προδιάθεση εναντίον της Ελλάδας. Η συγκεκριμένη πολιτική της Κυβερνήσεως μας είναι να αντιτάσσεται σε κάθε αναβίωση του Μακεδονικού, που εμπλέκει την Ελλάδα. Η Ελληνική περιοχή της Μακεδονίας κατοικείται κατά μέγα μέρος από Έλληνες.
Οι Έλληνες αυτοί, δεν έχουν καμία πρόθεση αυτονομήσεως και αντιτάσσονται στην δημιουργία Μακεδονικού κρατιδίου. Η Κυβέρνηση μας θα θεωρήσει υπεύθυνη κάθε Κυβέρνηση ή ομάδες κρατών που ανέχονται ή ενθαρρύνουν απειλές ή επιθετικές ενέργειες «Μακεδονικών δυνάμεων» εναντίον της Ελλάδας.» Ο Κίρο Γκλιγκόρωφ, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας στη συνέλευση του ΟΗΕ, πέτυχε την αναγνώριση ως ανεξάρτητου Κράτους, της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας Μακεδονίας».
Την ιστορική αλήθεια, ότι οι Σκοπιανοί δεν έχουν καμία σχέση με τους Μακεδόνες, επιβεβαίωσαν οι 15 ηγέτες της ΕΟΚ τον Ιούνιο 1992 στη Διάσκεψη Κορυφής στη Λισσαβόνα, οπού ομόφωνα αποφάσισαν να αναγνωρίσουν την ΠΓΔΜ, εφόσον η ονομασία δεν θα περιέχει τη λέξη «Μακεδονία». Το θέμα είχε τεθεί από τον τότε Μακεδόνα Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος στην από 3.1.1992 επιστολή του, όπου τόνιζε ότι είναι Μακεδόνας, έγραψε ότι: «Η αναγνώριση της αυτοαποκαλουμένης “Δημοκρατίας της Μακεδονίας” έχει θεμελιώδη σημασία για την Ελλάδα και το γνωρίζω καλύτερα από κάθε άλλον αφού είμαι ο ίδιος Μακεδών.
Η Δημοκρατία αυτή ούτε εθνολογικά, ούτε ιστορικά έχει το δικαίωμα να ονομάζεται Μακεδονία», και προσέθεσε: «Η εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού της χώρας αυτής αποτελείται από Αλβανούς, Τούρκους, Τσιγγάνους και Σλάβους, που καμία σχέση δεν έχουν με Μακεδόνες», και ότι: «Είναι αδιανόητο με την λήξη του Ψυχρού Πολέμου να δίδεται ιστορική νομιμοποίηση σε Τίτο και Μόσχα, που ονόμασαν την Νότιο Γιουγκοσλαβία σε Μακεδονία, για έξοδο στο Αιγαίο, αποσπώντας την Μακεδονία από την Ελλάδα».
Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος, με Εγκύκλιο του το 1981, ανακήρυξε «Τους γεννηθέντες στη Θεσσαλονίκη Έλληνας αδελφούς Μοναχούς (Μεθόδιο και Κύριλλο) ουράνιους προστάτες της Ευρώπης».
Η πυραμίδα του Αμφίονος αποτελεί ίσως την πιο ανατρεπτική σύγχρονη αρχαιολογική ανακάλυψη! Με την ανεύρεση της αποκαλύπτεται ένας κόσμος ξεχασμένος, ένας πολιτισμός που θέτει σε νέα βάση τη θεωρία των πυραμίδων, οδηγώντας έτσι τους Έλληνες στη διεκδίκηση άλλης μίας σημαντικής πρωτιάς. Ο θαυμαστός κόσμος της ελληνικής Ιστορίας επιβεβαιώνει και πάλι το μεγαλείο του!
Η βιβλιογραφία σχετικά με τις πυραμίδες και τα πυραμιδοειδή κτίσματα στον ελληνικό χώρο διευρύνεται τα τελευταία χρόνια μαζί με τα μνημεία που αποκαλύπτονται ή ερευνώνται εκ νέου, ιστορικά, μορφολογικά και λειτουργικά. Ειδικότερα τα πυραμιδοειδή μνημεία της Αργολίδας, για τα οποία θα μιλήσουμε παρα κάτω, θεωρήθηκαν φρυκτωρίες (κτίρια στα οποία άναβαν φωτιά για να μεταδώσουν ένα μήνυμα μακριά) ή χώροι στρατωνισμού και, πάντως, ο χρονικός τους προσδιορισμός έγινε, κατ’ αρχήν, με εξωγενή ιστορικά κριτήρια, δηλαδή την αυθαίρετη προϋπόθεση (προσέξτε ότι πυραμίδες και πυραμιδοειδή κτίσματα σχον ελληνικό χώρο ήσαν αδιανόητα πριν από την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Αίγυπτο, την «κοιτίδα» των πυραμιδικών κατασκευών!
Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΔΥΟ ΗΡΩΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ
Τα μορφολογικά και χρονολογικά ζητήματα των πυραμίδων του ελλαδικού χώρου τέθη καν σε νέα βάση με την έρευνα του μνημεια κού χώρου του Αμφείου, στη Θήβα της Βοιωτίας. Συγκεκριμένα, με την ανασκαφική έρευνα κατεδείχθη ότι ο λόφος στον οποίο, σύμφωνα με το θρύλο, είχαν ταφεί οι Θηβαίοι Διόσκουροι, ο Ζήθος και ο Αμφίων, είχε δια μορφωθεί σε βαθμιδωτό πυραμιδικό μνημείο!
Για την τοπογραφία και την ονοματοθεσία του λόφου αυτού υπήρχαν βάσιμες και ασφαλείς καταγραφές της αρχαίας Παράδοσης. Οι τραγικοί ποιητές της Αθήνας του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ., οι οποίοι άντλησαν θέματα της δραματουργίας τους από το λεγόμενο Θηβαϊκό Κύκλο, δηλαδή από τις τραγικές τύχες του Οίκου των Λαβδακιδών, τοπογράφησαν κατ’ ανάγκην σημεία του φυσικού και μνημειακού περιβάλλοντος των Θηβών, στο πλαίσιο των οποίων εξελίχθηκε η δράση των ηρώων των τραγωδιών τους.
Πρώτος ο Αισχύλος, στο δραματικό του αριστούργημα Επτά επί Θήβας, μας άφησε μια λαμπρή περιγραφή και αναφορά στα φυσικά ορόσημα της θηβαϊκής Ακρόπολης -της Καδμείας- αλλά και στις πύλες του τείχους της. Μπροστά από αυτά τα τείχη είχαν παραταχθεί οι επτά λοχαγοί της εκστρατείας των Πελοποννησίων εναντίον της Θήβας, προκειμένου να εγκαταστήσουν στον θρόνο των Λαβδακιδών τον εκδιωχθέντα Πολυνείκη.
Η ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗΣ ΤΗΣ«ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΥΡΑΜΙΔΑΣ»
Η εποχή μας είναι αδιαμφισβήτητα η εποχή που οι Μεσανατολικοκεντρικές θεω ρίες μεσουρανούν και επιβάλλουν τις επιδράσεις και τις παραμέτρους τους σε πάρα πολλούς τομείς και της φανερής και της αφανούς καθημερινότητας.
Όμως στην άσημη σημερινή Θήβα, ακριβώς στο σημείο που η αρχαία Παράδοση αλλά και όλες οι γραπτές μαρτυρίες τον τοποθετούσαν, έγινε πριν τριάντα περίπου χρόνια από τον αρχαιολόγο Θεόδωρο Σπυρόπουλο μια κοσμοϊστορικής σημασίας ανακάλυψη, που ωστόσο μένει άγνωστη και παραγκωνισμένη, αν και μπορεί να αλλάξει όλα τα μέχρι σήμερα ιστορικά -και όχι μόνο- δεδομένα: Βρέθηκε ο πανάρχαιος τάφος των Διόσκουρων, Ζήθου και Αμφίονος, που σύμφωνα με όλες τις πηγές είχαν ταφεί μαζί!
Γιατί όμως αυτή η ανακάλυψη είναι τόσο σημαντική;
Όχι μόνο επειδή ο επισκέπτης μπορεί σήμερα να αγγίξει πλέον το ίδιο το μνη μείο όπου τάφηκαν δύο ήρωες της ελληνικής μυθολογίας! Πράγμα δηλαδή που σημαίνει ότι αυτοί οι ήρωες όντως έζησαν και μαζί τους διαδραματίστηκαν αλη θινά γεγονότα, που κάποιοι μας έχουν συνηθίσει να θεωρούμε ως συμβάντα ενός ομιχλώδους χρόνου, μέσα στον οποίο τοποθετούμε πρόσωπα κατ καταστάσεις ουσιαστικά ανύπαρκτες ή το πολύ πολύ συμβολικές!
Πέρα όμως από αυτή τη συγκλονιστική επιβεβαίωση υπάρχει και κάτι άλλο, ακόμη πιο συνταρακτικό: Ο τύμβος μέσα στον οποίο βρέθηκε ο τάφος των ηρώων, αποτελεί το τελευταίο τμήμα -την κορυφή δηλαδή- μιας τεράστιας βαθ μιδωτής πυραμίδας, η οποία είναι ολόκληρος ο σημερινός λόφος του Αμφείου! Και αυτός ο λόφος διατρέχεται από ατελείωτες -και ανεξερεύνητες- υπόγειες στοές ύψους πέντε μέτρων, σκαμμένες στον βράχο!
Ίσως, ωστόσο, το συνταρακτικότερο να είναι ότι η Μεγάλη αυτή Ελληνική Πυραμίδα, μπορεί να χρονολογηθεί με ασφάλεια γύρω στο 2700 π.Χ.! Πράγμα δηλαδή που σημαίνει ότι είναι σαφώς αρχαιότερη από τη Μεγάλη Πυραμίδα του Χέοπα, αλλά και από την αρχαιότερη αιγυπτιακή πυραμίδα, αυτή του Ζόζερ!
Με λίγα λόγια, το πυραμιδικό σχήμα είναι ελληνικής επινόησης και από εδώ «εξήχθη» στην Αίγυπτο, αλλά και σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο! Βέβαια το θέμα έχει ακόμη μεγαλύτερες προεκτάσεις, αφού αυτό το ίδιο το πυραμιδικό σχήμα προϋποθέτει και σημαίνει προϋπάρχουσες θρησκευτικές, πολιτικές, κοινωνικές και άλλες παρεμφερείς δομές!
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πόσα πράγματα ανατρέπει η καταπληκτική ανακάλυ ψη του Θ. Σπυρόπουλου… Η ελληνική Μυθολογία καθίσταται πλέον, με τεκμήρια και ευρήματα, ελληνική Ιστορία και μάλιστα μιάμιση χιλιετηρίδα παλαιότερη από όσο θέλουν εναγωνίως κάποιοι να την παρουσιάζουν! Χαμογελά κανείς τώρα, όταν σκέφτεται τον τρόπο που επίσημα χρονολογείται ένα άλλο πυραμιδι κό ελληνικό κατασκεύασμα, η πασίγνωστη πυραμίδα του Ελληνικού: Πρέπει, λέει, να κατασκευάστηκε μετά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αφού τότε μόνον οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με την Αίγυπτο για να αντιγράψουν το πυρα μιδικό σχήμα! Και αυτό λέγεται επιστήμη…
Παράλληλα όμως, αντιλαμβανόμαστε και το γιατί η κοσμοϊστορικής σημασίας αρχαιολογική αποκάλυψη του Αμφείου παραμένει εντελώς αποσιωπημένη και αφημένη στην αδιαφορία και την άγνοια (την ίδια στιγμή που οι θεωρίες του Μ. Μπερνάλ λ.χ. υπερπροβάλλονται…), σε σημείο που σήμερα ο τόπος που μπορεί να φέρει πάνω-κάτω την παγκόσμια Ιστορία να είναι σχεδόν ένας σκουπιδότοπος…
Εδώ βέβαια δεν πρόκειται ν’ αναπτύξουμε το ακανθώδες πρόβλημα της μνημειακής θηβαϊκής τοπογραφίας αναφορικά με την αρχαιότητα του τείχους της Καδμείας και τις επτά πύλες του, προς τις οποίες αντιστοιχήθη καν οι επτά ηγήτορες της περιώνυμης εκστρα τείας, η οποία θεωρείται ότι έλαβε χώρα πριν από τα Τρωικά.
Το αν ο Αισχύλος αναφέρεται στις αρχικές πύλες του κυκλώπειου τείχους της Ακρόπολης ή και σε πύλες του διευρυμένου τείχους της πόλεως των ιστορικών χρόνων, είναι ένα ζήτημα που ξεφεύγει από τα πλαίσια του παρόντος θέματος. Εξάλλου, πρόκειται για ένα ζήτημα που αναπτύχθηκε εξαντλητικά σε μελέτες διαπρεπών ερευνητών της θηβαϊκής μνημειακής τοπογραφίας, όπως ο Fabricius, ο Willamowitz και ιδιαίτερα ο Αντώνιος Κεραμόπουλλος. Ο τελευταίος, στο μνημειώδες σύγγραμμα του Θηβαϊκά, στο Αρχαιολογικό Δελτίο 3 (1917), ανέπτυξε όλα τα σχετικά ζητήματα, χωρίς -φοβούμαι- να καταλήγει πάντα σε ασφαλείς ταυτίσεις.
Σε ό,τι αφορά όμως στην τοπογραφική θέση του Αμφείου, όλοι οι μελετητές και οι ερευνη τές των Θηβών συμφωνούν πως πρόκειται για τον λόφο που βρίσκεται προς βορράν της Καδμείας, από την οποία τον χωρίζει ένας βαθύτερος αρχικά -ρηχότερος σήμερα λόγω προσχώσεων- αυχένας, αφού στη θέση αυτή δεν υπάρχει άλλο φυσικό σημείο-ορόσημο, που να αντιστοιχεί προς τις αναφορές των Τραγικών. Ειδικότερα ο Αισχύλος γράφει (Επτά επί Θήβας, 526):« Το ν δε πέμπτον αυ, λέγω / πέμπταισι προσταχθέντα βορραίαις πύλαις / τύμβον κατ’ αυτόν διογενούς Αμφίονος».
Αι «Βορραιαί Πύλαι»του Αισχύλου δεν μπο ρούν να τοποθετηθούν αλλού, παρά μόνο στο βόρειο άκρο της ωοειδούς Καδμείας, η οποία μάλιστα στενεύει στο άκρο αυτό. Ωστόσο, απέ ναντι από τις πύλες αυτές υπάρχει ένα φυσικό και μνημειακό ορόσημο: Ο λόφος και ο τύμβος του Διογένους Αμφίονος, ο οποίος φέρει το όνομα Αμφείον. Παντού γύρω από το ορόσημο αυτό απλώνεται ο εύφορος κάμπος της Θήβας, το Αόνιον Πεδίον.
Ο Αισχύλος επιπλέον καταγράφει τον λόφο και το ταφικό μνημείο των Θηβαίων Διοσκούρων, ως μετέωρο-δηλαδή υψηλό ορόσημο- και στην τραγωδία Ικέτιδες, 662, όταν γράφει: «Αρμάτων δ’ οχήματα (ορώ) / ένερθε σεμνών μνημάτων Αμφίονος» (βλ. και: «αμφίμνήμα το Ζήθου περά» / Ευριπίδου Φοίνισσαι, 145). Με τον συγκεκριμένο στίχο δηλώνει τον λόφο και το, επί της κορυφής του μνήμα του Ζήθου, το οποίο παρέκαμψε ο Παρθενοπαίος για να προταχθεί προ των πυλών της Καδμείας, των λεγόμενων Βορραΐων ή Ωγύγιων Πυλών, οι οποίες στα έργα όλων των Τραγικών συνδέονται με το λόφο του Αμφείου.
Αυτόν λοιπόν τον φυσικό λόφο ερεύνησε στις αρχές του 20ού αι. ο Αντώνιος Κεραμόπουλλος, βεβαιώνοντας έτσι την μαρτυρία του Παυσανία 9,17,4: «Ζήθω δε και Αμφίονι εν κοινώ Γης χώμα έστιν ου μέγα». Με αυτόν τον τρόπο, ο περιηγητής του 2ου αι. μ.Χ. αφ’ ενός διέσωσε την παράδοση ότι οι Θηβαίοι Διόσκουροι ετάφησαν σε κοινό μνήμα, αφ’ ετέρου περιέγραψε ως αυτόπτης τον Τύμβο του κοινού μνήματος ως «Γης χώμα ου μέγα».
Παρ’ όλο όμως που ο Κεραμόπουλλος επι βεβαίωσε με την έρευνα του το μικρό ύψος του Τύμβου στην κορυφή του λόφου (3 μέτρα περίπου σε σχέση με τον λόφο, που έχει ύψος περίπου 35 μέτρα), δεν κατάφερε να εντοπίσει τον κοινό τάφο των Διοσκούρων, τον οποίο αποκαλύψαμε εμείς με τη συστηματική μας έρευνα κατά την περίοδο 1970-1973!
Έτσι, η «μυθολογική» παράδοση ενός σημα ντικού και σεπτού μνημείου του προϊστορικού πολιτισμού της Ελλάδος, αποδείκτηκε πέρα για πέρα ακριβής!
Αλλά η έρευνα μας δεν σταμάτησε εδώ. Ο Τύμβος που κάλυψε τον κοινό τάφο του Ζήθου και του Αμφίονος, αποδείκτηκε ότι δεν ήταν απλό χώμα, αλλά κατασκευή σχήματος κόλου ρου κώνου με πλίνθους, στο βόρειο τμήμα της οποίας είχε γίνει ο μεγάλος -ασφαλώς κοινός-κιβωτιόσχημος τάφος των δύο ηρώων. Μια μνημειώδης δηλαδή ταφική εγκατάσταση με πελώρια καλυπτήρια πλάκα και διπλή πόρτα στη βόρεια στενή πλευρά της!
Στον συλημένο τάφο βρέθηκαν διαταραγμέ να σκελετικά λείψανα και τρία χρυσά κοσμή ματα κρινοπαπύρων ύψους 0,033 μ. (33 χιλιοστών), με διπλή αντιθετική σπείρα στη βάση των ανθήρων και στέλεχος που κατέληγε σε θηλειά ανάρτησης. Ασφαλώς, υπήρχαν πολύ περισσότερα μέλη, ενός ή πιθανότατα δύο περιδεραίων, τα οποία αναδείκνυαν το βασιλι κό και ιερατικό αξίωμα των δύο πριγκίπων. (Κάτι ανάλογο αποτελούν και τα άνθη του κρί νου-παπύρου, τα οποία φέρει και ο πρίγκηψ της «αχαϊκής» Κνωσού στην περίφημη τοιχο γραφία Ο πρίγκηπας με τα κρίνα, που αναδει κνύουν, κατά γενική παραδοχή, το ιερατικό του αξίωμα…)
Τα χρυσά κοσμήματα, τα ωραιότερα του ελληνικού χώρου και τα ευρήματα του τάφου (σαλτσιέρα, σκύφος) χρονολογούν την κατα σκευή του τάφου και του Τύμβου που τον καλύπτει, κατά τους Πρωτοελλαδικούς II χρόνους, δηλαδή στην περίοδο 2700-2400 π.Χ.!
Παρά τις ενστάσεις και την προσπάθεια δια φόρων μελετητών να καταβιβαστεί η χρονο λογία και των χρυσών κοσμημάτων και του Τύμβου στην επόμενη Μεσοελλαδική Περίοδο (2000-1700 π.Χ.), η δική μας χρονολόγηση γίνεται σήμερα γενικώς δεκτή και αποτελεί αφετηρία για τη χρονολόγηση και τη χωρική διακίνηση του σχήματος του τύμβου στον ελληνικό, αλλά και στον ευρωπαϊκό χώρο!
Εν συντομία, ο ηγεμονικός επιτάφιος Τύμβος του Αμφείου δεν αποτελεί δείγμα και εξέλιξη του γνωστού ταφικού Τύμβου τύπου Kurgan, που συναντάται στην Κεντρική Ευρώπη, την Ευρασιατική Ζώνη και τη Νότια Βαλκανική (Αλβανία). Οι τύμβοι Kurgan είναι ταφικά μνημεία πολλαπλών ταφών (multiple burials) και τα κτερίσματα τους διαφέρουν από εκείνα του Αμφείου και των άλλων τύμβων του ελλαδικού χώρου, στους οποίους βρίσκο νται ταφικοί πίθοι, χάλκινα αντικείμενα και κεραμεική τυπικά ελλαδική-μεσογειακή και όχι «ευρωπαϊκή». Αυτό αναιρεί την προσπάθεια να συνδεθούν οι ελλαδικοί τύμβοι με τους φορείς του τύμβου Kurgan και τους υποτιθέ μενους ΙνδοευρωπαΙους που τότε, δήθεν, για πρώτη φορά (ΠΕII / ΠΕ III περίοδο, 2200-2000 π.Χ.) εισέρχονται στο ελληνικό έδαφος… Ωστόσο, ούτε η αρχαιολογική, ούτε η γλωσσο λογική εικόνα του ελληνικού χώρου στηρίζουν τέτοιες θεωρίες, όπως θα δούμε και παρακάτω.
Ο Τύμβος είναι γηγενές επιτάφιο σχήμα και Σήμα, που εξελίσσεται από τους μικρούς τύμ βους των Νεολιθικών Χρόνων και λαμβάνει μνημειώδεις διαστάσεις και μνημειώδη μορφή από τη Μέση Εποχή του Χαλκού, ανάλογη προς ίο αξίωμα του ηγεμόνος-νεκρού. Αυτός ο τελευταίος απαθανατίζεται στη μνήμη του έθνους και με το επιτάφιο τυμβοειδές έξαρμα, το οποίο ο Όμηρος χαρακτηρίζει ως «τηλαυ γές Σήμα», συμβατά προς τη φύση του Τύμβου ως αναμνηστικού της αίγλης του νεκρού ηγεμόνα.
Ο ΘΡΥΛΙΚΟΣ ΤΥΜΒΟΣ
Η έρευνα μας όμως δεν σταμάτησε εδώ. Ο Τύμβος στην κορυφή του λόφου βρισκόταν στην απόληξη ενός τμήματος του λόφου, το οποίο είχε κολουροκωνικό σχήμα (κώνος με δύο επίπεδες επιφάνειες, πάνω και κάτω) και ύψος περίπου 4 μ.από τη μία επιφάνεια στην άλλη.
Στη βάση αυτού του τμήματος του λόφου διακρινόταν καθαρά μια περιμετρική ζώνη, ένας Περίδρομος, τον οποίο προσπάθησε να ερμηνεύσει ο Κεραμόπουλλος. Ασφαλώς, ο ίδιος -ορθώς βέβαια!- θεώρησε ότι ήταν τεχνητός και όχι φυσικός.
Υπέθεσε, λοιπόν, ότι ο Περίδρομος αυτός ήταν μία «πομπική οδός τελετουργιών». Τέτοιες τελετουργίες υπαινισσόταν ο χρησμός του Βάκίδος, ενός μάντη από την Αρκαδία των αρχαϊκών χρόνων. Σύμφωνα με τον χρησμό αυτό, οι Θηβαίοι έπρεπε να φυλάνε το ταφικό μνημείο από τους κατοίκους της Τιθορέας, οι οποίοι, όταν ο Ήλιος βρισκόταν στον αστερι σμό του Ταύρου (Μάιος), επιχειρούσαν να υπο κλέψουν χώμα από το Αμφείον και να το μετα φέρουν στην πατρίδα τους. Το χώμα αυτό το μετέφεραν στο μνήμα του φώκου, ο οποίος υπήρξε σύζυγος της Αντιόπης, μητέρας των Λιοσκούρων της Θήβας.
Ο Παυσανίας χρησιμοποίησε το ρήμα «υφαι ρείσθαι» για να περιγράψει την ενέργεια των κατοίκων της Τιθορέας: « ΥφαφεΙσθαι δ’ εθέ λουσιν απ’ αυτού της γης οι Τιθορέαν την εν τη Φωκίδι έχοντες».
Ο Κεραμόπουλλος προβληματίστηκε για την τυχόν πραγματολογική σημασία του όρου και διερωτήθηκε αν αυτό αφορούσε σε εσωτερι κή διαμόρφωση του λόφου. Παρ’ όλα αυτά, έκανε το λάθος να χαρακτηρίσει ως βυζαντινά υδραγωγεία κάποιες από τις σήραγγες του λόφου, οι οποίες φάνηκαν όταν πέρασε από εκεί ο αμαξιτός δρόμος Αθηνών-Λαμίας…
” Τελικά, αποδείξαμε με την έρευνα μας ότι το «υφαιρείσθαι» του Παυσανία απέδιδε τη μία από τις δύο παραμέτρους της πυραμίδος του Αμφείου, δηλαδή τις εσωτερικές του σήραγγες!
” Η άλλη παράμετρος είναι η ίδια η βαθμι δωτή διαμόρφωση του λόφου, με τέτοια λάξευση, ώστε να πάρει το τρίβαθμο σχήμα, στην κορυφή του οποίου χτίστηκε ο Τύμβος και ο κοινός τάφος Ζήθου και Αμφίονος, που έδωσε και το όνομα του στο λόφο, «Αμφείον» ή «Άμφιον». (βλ. Ξενοφώντος Ελληνικά, 5,48: «και αγαγόντες επί το Αμφείον θέσθαι εκέλευ ον τα όπλα», Αρριανού 1,8,6,7 και Πλουτάρχου Περί του Ιωκράτου δαιμονίου, 4: « Ο δε Αρχ’ιας καλέσας τον Θεόκριτον και τω Λυσανορίδα προσαγαγών ιδία λαλεί πολύν χρόνον εκνεύσας της οδού μικρόν υπό το Αμφιον»).
Η ανακάλυψη του πυραμιδοειδούς σχήμα τος του λόφου ξεκίνησε από την διαπίστωση ότι μερικά μέτρα χαμηλότερα από τον Περίδρομο, στη βάση του άνω κώνου του λόφου, υπήρχε και δεύτερος παρόμοιος διά δρομος/περίδρομος, ο οποίος είχε κατακαλυ φθε’ι από παχύτατες επιχώσεις, δένδρα και θάμνους, που τον κατέστησαν αφανή. Η απο κάλυψη του περιδρόμου αυτού φανέρωσε και έναν ακόμη κόλουρο κώνο, ενώ, κατά την ανα σκαφή μας, φάνηκε και η αρχή ενός τρίτου ακόμα. Ο τελευταίος όμως, είναι ουσιαστικά καταχωσμένος, εκτός από την ανατολική του πλευρά, όπου υπήρχε η κοίτη του Χρυσορρόα. Ακόμη ανατολικότερα δε, υπήρχε η Αγορά της πόλεως των ιστορικών, όχι όμως των ρωμαϊ κών, χρόνων, το τελείωμα της οποίας όριζε το αρχαίο θέατρο.
Οι κώνοι του λόφου μετρήθηκαν ως εξής (τεκμαρτό ύψος):
* ο Τύμβος 2,20 μ.
* ο πρώτος κώνος 4,40 μ.
* ο δεύτερος κώνος 8,80
* ο τρίτος κώνος 17,60 μ.
ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ καταπληκτικές σήραγγες του λόφου
Ο λόφος του Αμφείου έχει σύσταση ψαμμολι θική και λαξεύεται σχετικά εύκολα, η επιφά νεια του όμως υφίσταται αποσάθρωση από τις καιρικές συνθήκες. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει για το εσωτερικό του, όπου οι σήραγγες διατη ρήθηκαν άριστα σε βάθος πάνω από 20 μ. Η κύρια πρόσβαση στο εσωτερικό του λόφου γίνεται από κατακόρυφο φρέαρ, διαμέτρου ενός μέτρου περίπου, το οποίο αποκαλύφθηκε στην περίμετρο του πλίνθινου τύμβου, βορεί ως του μεγάλου τάφου της κορυφής του λόφου.
Ένα δεύτερο φρέαρ στη δυτική πλαγιά, ελαφρώς λοξό, εξυπηρετούσε τον εξαερισμό και το φωτισμό του εσωτερικού χώρου, όπως συμβαίνει και στα υπόγεια αιγυπτιακά μνη μεία.
Οι σήραγγες στο εσωτερικό του Αμφείου είναι έργο επιμελές και περίτεχνο. Από το κεντρικό φρέαρ οδηγούμαστε, ανατολικά μεν, σε μια τριφυλλόσχημη εγκοπή του βράχου, δυτικά δε, σε μια λαξευτή κλίμακα, που κατε βάζει το επίπεδο των σηράγγων. Οι σήραγγες αυτές διατρέχουν όλο το εσωτερικό του λόφου σε ευθύγραμμα τμήματα, τα οποία με ορθές γωνίες σχηματίζουν μία μαιανδροειδή σχάρα σε όλο το εσωτερικό του λόφου! Το ύψος των σηράγγων είναι 5 μέτρα και το πλά τος 1,80 μ., ενώ η οροφή τους είναι καμαρωτή!
Σε ακανόνιστα διαστήματα, αμφίπλευρα, έχουν ανοιχτεί στο βράχο κόγχες ύψους 2,5 μ., καμαρωτές επάνω, το μεγαλύτερο ύψος των οποίων έχει κλειστεί από κομμάτια του βράχου.
Η διαδρομή μας στο εσωτερικό του λόφου ήταν μία συναρπαστική μεταφορά στον κόσμο του θρύλου. Τα είκοσι μέτρα βάθος του κατα κόρυφου φρέατος μας έφερναν καθημερινά με ένα πρόχειρο ανυψωτικό μηχανισμό στα έγκατα του Αμφείου και στις περίτεχνες σήραγγες του, τις οποίες διατρέχαμε με επι φύλαξη και δέος, δεμένοι με σκοινιά για να μην χαθούμε στους ανεξερεύνητους δαιδά λους του!
Την επιστημονική αναζήτηση κέντριζε η ανθρώπινη περιέργεια, ο θαυμασμός για τις εκπληκτικές κατασκευές και η συγκίνηση μας, η οποία υπήρξε τόσο βαθιά, όσο και το βάθος των φρεάτων και των σηράγγων που μας έφερναν στον μυστηριώδη κόσμο των Νεκρών, προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τις αιώνιες κατοικίες τους!
Αλλά δυστυχώς δεν μας άφησαν! Ούτε καν προλάβαμε να διατρέξουμε όλες τις υπόγειες σήραγγες, να τις σχεδιάσουμε και να τις φωτο γραφίσουμε…
Ωστόσο, το βίωμα μας, αν και σύντομο, είναι πάντοτε συγκλονιστικό και μαγικό” το εσωτε ρικό του Αμφείου είναι το εκπληκτικότερο υπόγειο μνημείο της Ελλάδος που πρέπει να ερευνηθεί και να δοθεί στο κοινό! Και αυτό είναι πολύ εύκολο από τις πλάγιες εξόδους των σηράγγων του, οι οποίες βρίσκονται δίπλα στους σημερινούς δρόμους! Το θρυλικό και το μαγικό έχουν πάρει τη μνημειακή τους υπό σταση στο εσωτερικό του Αμφείου και η απο κάλυψη των υπόγειων τάφων του είναι η δικαίωση της Παράδοσης μας και των δικών μας -ατελέσφορων, δυστυχώς- προσπαθειών και ερευνών.
ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ
Για τις υπόλοιπες πυραμίδες του ελλαδικού χώρου οι ενδείξεις είναι ατελέστατες. Στο αξιό λογο βιβλίο του συγγραφέα και ερευνητή Χρήστου Λάζου, Πυραμίδες στην Ελλάδα, εκδό σεις Αίολος, καταγράφονται επτά πυραμίδες:
1. Η πυραμίδα του Ελληνικού
2. Η πυραμίδα του Λιγουριού
3. Η πυραμίδα της Δαλαμανάρας στην Αργολίδα
4. Η πυραμίδα της Κάμπιας, στην Νέα Επίδαυρο Αργολίδας
5. Η πυραμίδα της Σικυώνας
6. Η πυραμίδα της Νεάπολης στην Λακωνία (Βιγλάφια)
7. Η πυραμίδα του Αμφείου στην Θήβα
Ο συγγραφέας περιγράφει συνοπτικά την οικτρή κατάσταση των περισσοτέρων από τα μνημεία αυτά στο άρθρο του «Έχουμε πυραμί δες στην Ελλάδα!» στο περιοδικό Focus, vo 35, Ιανουάριος 2003, σελ. 98: «Η πυραμίδα του Ελληνικού είναι η καλύτερα διατηρημένη, με ύφος τοιχοποιίας περίπου εννέα δόμων (6-7 μέτρα).
Ισοπεδωμένη είναι εκείνη στο Λιγουριό, από την οποία σώζονται ελάχιστοι δόμοι, ειδικά προς την κατωφέρεια. Η πυραμίδα της Κάμπιας σώζεται σε ελάχιστα ερείπια, κυρίως η πρόσθια πλευρά με την είσοδο και την πυραμιδοειδή γωνία της. Οι πυραμίδες της Δαλαμανάρας, της Σικυώνας κι εκείνη στα Βιγλάφια καταστράφηκαν ολοσχερώς, με τη διαφορά ότι από την τελευταία σώζεται μόνο η τάφρος που την περιέβαλλε. Τέλος, η κλιμακωτή πυραμίδα του Αμφείου, στη Θήβα, έχει υποστεί τόσες επεμβάσεις και καταστροφές, που είναι δύσκολο να διακρίνεις τη μορφή της».
Για την τελευταία περίπτωση, ο συγγραφέας αναφέρεται προφανώς στην εγκατάσταση ενός συστήματος προσκόπων πάνω στην πυραμίδα με άδεια της Πολιτείας, αν και είχε ήδη ανακαλυ φθεί και ο τάφος των Θηβαίων Διοσκούρων και η βαθμιδωτή διαμόρφωση του λόφου.
Εξ άλλου ο λόφος εν τω μεταξύ έγινε άλσος και φυτεύτηκε με πεύκα, οι ρίζες των οποίων προκαλούν φθορές στην επιφάνεια του μνημεί ου. Ανάμεσα στα πεύκα, ο ανασκαφέας καθάρισε μια στενή ζώνη για να ανακαλύψει τη βαθμιδωτή διαμόρφωση του λόφου σε πυραμιδικό μνημείο. Διακρίνονται, από τα κάτω προς τα πάνω, οι βαθμίδες 1,2,3 και τα δύο ενδιάμεσα διαζώματα, ενώ στην κορυφή του λόφου υψώνεται ο -αθέατος στη φωτογραφία- «τύμβος» με τον κοινό τάφο του Ζήθου και του Αμφίονος.
Βαθμιδωτή μορφή έχει μέχρι τώρα μόνο η πυραμίδα του Αμφείου, ενώ οι υπόλοιπες φαίνο νται να ανήκουν στον τύπο της κανονικής τετράπλευρης πυραμίδος, με λείες επιφάνειες και κατασκευή από δόμους, επιμελέστερης ή υποτυπώδους λάξευσης. Η πυραμίδα του Ελληνικού έχει ανάμεσα στους μεγάλους δόμους της και μικρότερους λίθους, μια τεχνική γνωστή στα προϊστορικά κτίσματα της Ελλάδος, όχι μόνο στα κυκλώπεια τείχη, αλλά και σε αρχαιότερα κτί σματα και κατασκευές, όπως τα πρωτοελλαδικά «αναχώματα» της Κωπαίδας.
Ο U Irich Karstedt στη μελέτη του (Per Kopaissee im Altertum und die «i minyschen» Kanale, Arch. Anzeiger, 1937, σελ. 1 κε) είχε υπο γραμμίσει ότι η τοιχοποιία των προϊστορικών κατασκευών δεν αποτελεί επ’ουδενί τεκμήριο ακριβούς χρονολόγησης τους. Άλλοι ερευνητές δε, έχουν τονίσει ότι, από τους αρχαίους τοίχους, εκείνοι που ξεχωρίζουν για την κατασκευαστική τους ιδιαιτερότητα είναι οι τοίχοι των κτισμάτων (ναϊκών κυρίως) των γεωμετρικών χρόνων, που διακρίνονται με την «μικρολιθική» τους δόμηση (steinekeinigkeit). Συνεπώς, η χρονολόγηση των πυραμίδων με μόνο κριτήριο την δόμηση τους είναι παρακινδυνευμένη και μάταιη.
Μόνο η ανασκαφική έρευνα και η εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων χρονολόγησης μπορεί να ορίσει τον χρονολογικό ορίζοντα κατασκευής των ιδιότυπων αυτών μνημείων, διατηρώντας την προσδοκία να αυξηθούν αριθμητικά με την πρόοδο της έρευνας. Ωστόσο, παρά την πιθανή επιβίωση ενός αρχικού σχήματος, είναι φανερό ότι οι πυραμίδες της Ελλάδος (αλλά και της Αιγύπτου) εκφράζουν τον πολιτισμό και την πρα κτική μιας εποχής, ενός πολιτισμικού κύκλου που τις «ανακάλυψε», τις δόμησε και τις χρησι μοποίησε για τις δικές του ανάγκες και τη δική του βιοθεωρία ή κοσμοθεωρία, γεγονός βασικό για την ερμηνεία και την χρονολόγηση τους. Η τελική χρήση και αποστολή των περισσοτέρων ε’ιναι σχεδόν φανερή. Για τον Παυσανία η πυρα μίδα του Ελληνικού ήταν ταφικό πολυάνδριο.
Όπως γράφει ο Χρ. Λάζος (όπως παραπάνω, σελ. 9: «Ο Παυσανίας αποκαλούσε τις πυραμί δες πολυάνδρια (του Ελληνικού και της Δαλαμανάρας), εννοώντας τα ταφικά μνημεία πολλών ατόμων και όχι ενός. Τα πολυάνδρια όμως ήταν μικρά οχυρά που φιλοξενούσαν περιορισμένο αριθμό στρατιωτών. Ο Αρβανιτόπουλος υποστηρίζει ότι αυτή του Ελληνικού ήταν έμβλημα τάφου και πως κάτω από τον λόφο υπάρχει πιθανότητα να βρίσκεται ο τάφος κάποιου σημαίνοντος προσώπου. Ως πολυάνδρια-οχυρά θεωρούν τις πυραμίδες του Ελληνικού οι Lord, Wiegand, Fracchia -ο τελευταίος πιστεύει ότι ήταν αμυντικοί πύργοι κάποι ων αγροικιών-ενώ οι Leake, Ross, Vischermi Clark συμφωνούν με τον Παυσανία, ότι δηλαδή ήταν ταφικά μνημεία. Εντούτοις, δεν βρέθηκαν οστά στις πυραμίδες… Πιθανότερη ή εξ Ίσου πιθανή είναι η άποψη που θεωρεί τα κτίσματα φρυκτωρίες, σταθμούς αναμετάδοσης φωτει νών μηνυμάτων με την μέθοδο της πυρσείας, το οποίο υποστηρίζουν οι Cirtius, Donaldson, Τσούντας και Manatt. Τέλος, η ομάδα της Ακαδημίας Αθηνών υποστηρίζει την πολύ προω θημένη άποψη ότι πιθανό να ήταν αστρονομικά παρατηρητήρια).
Είναι φανερό ότι πρόκειται για πλήρη σύγχυ ση! Ο Χρ. Λάζος γράφει ότι η πυραμίδα στα Βιγλάφια της Λακωνίας «είχε γίνει έμμονη ιδέα για μένα και προσπάθησα να την εντοπίσω δέκα φορές. Τελικά την βρήκα το 1995. Το μόνο που διασώζεται από αυτή είναι η τάφρος που την περιέβαλλε». Κανείς όμως δεν μας εξήγησε τι εξυπηρετεί μία τάφρος γύρω από μία πυραμί δα, για την οποία ο Λάζος προτείνει «διαφορετική αρχιτεκτονική» και επισημαίνει: «βρίσκεται πάνω σε ορθογώνια βάση, περιβάλλεται από μία πλατιά τάφρο και οι δόμοι της πρέπει να ήταν ορθογώνιοι λίθοι, όπως διακρίνουμε στους διάφορους λίθους που προέρχονται απ’ αυτή κι έχουν χρησιμοποιηθεί στα γύρω μαντριά» (όπως παραπάνω, σελ. 9.
Ο Παυσανίας, ως γνωστόν, θεωρούσε την πυρα μίδα αυτή τάφο του Κινάδωνος, πλοιάρχου του Μενέλαου. Για την πλατιά τάφρο που περιβάλλει την πυραμίδα των Βιγλαφίων και την πιθα νή αποκατάσταση της αρχικής της μορφής θα συγγράψουμε ειδική μελέτη. Είναι φανερό βεβαίως ότι κάθε μνημείο απαιτεί τη δική του έρευνα και ερμηνεία και ασφαλώς την ακριβή χρονολόγηση του.
Έτσι μόνο θα αποδειχτεί η πιθανή διαχρονία τους, η πιθανή επιβίωση του σχήματος και του όποιου αρχικώς προορισμού του ή η ένταξη όλων σε ένα πολιτισμικό και κατ’ επέκτασιν χρονολογικό ορίζοντα, που για μας είναι η πιθανότερη εκδοχή. Θεωρούμε δε ένα τέτοιο ορίζοντα, την πρώιμη και μέση εποχή του χαλ κού, την περίοδο του μινυακού πολιτισμού της Ελλάδος, τη χιλιετία της άνθησης του πολιτι σμού των Μινυών στην Ελλάδα και πέρα από αυτή (2700-1700 π.Χ.). Αυτό το κράτος, ο πολιτι σμός αυτός έχει, για μας, εφεύρει και προωθήσει το πυραμιδικό σχήμα όχι μόνο στον ελλαδικό, αλλά και τον ευρύτερο χώρο.
Ποιος είναι όμως ο σκοπός, ποια η αφετηρία και η λειτουργία των κτισμάτων αυτών; Το Αμφείον υπήρξε σαφώς ταφικό μνημείο. Στην κορυφή του ιδρύθηκε ο τάφος των Ηγεμόνων, των Διόσκουρων της Θήβας, Ζήθου και Αμφίονος. Ο τάφος αυτός πιθανότατα να υπήρξε και κέντρο λατρείας των ηρώων, των ιδρυ τών της πόλεως της Θήβας. Στο ανερεύνητο δυστυχώς, εσωτερικό του λόφου τεκμαίρονται βασίμως άλλοι τάφοι. Εκεί παραπέμπει και η αναφορά του Παυσανία για απόπειρες τυμβω ρύχων στο εσωτερικό του λόφου («υφαιρείσθαι»), και ο ταφικός περίβολος του λόφου-μνημείου, καθώς και οι πυρές των Νιοβιδών παρά τον λόφον.
Άρα, ο λόφος και η πυραμίδα του λειτούργη σαν ως χώροι ταφής όχι μόνο των ηγεμόνων Διοσκούρων της Θήβας, αλλά και των οικογενειών τους, λειτούργησαν δηλαδή ως «πολυάνδριον» και συγχρόνως ως χώρος ηρωολατρείας μέχρι τους όψιμους χρόνους της αρχαιότητας! Από την άποψη αυτή, το πυραμιδικό σχήμα δεν ήταν μόνο χρηστικό που ιεραρχούσε τους τάφους κατά το αξίωμα των Νεκρών, αλλά εξέφραζε και την ιερότητα της αιώνιας κατοικίας των Ηγεμόνων, των Ηρώων.
Η πυραμίδα του Αμφείου, βαθμιδωτή εξω τερικά και κατασκαφής εσωτερικά, είναι το σημαντικότερο, μετά την Λακεδαίμονα, μνη μείο του μινυακού μας πολιτισμού.
Δυστυχώς, το περίτεχνο αυτό πλέγμα δεν ερευνήθηκε, διότι ο υπογράφων ανασκαφέας μετατέθηκε από την έδρα του το έτος 1973…
Υπογραμμίζουμε για άλλη μία φορά το μνημειώδες της κατασκευής, την περίπλοκη διαδρομή των σηράγγων, την άριστη διατήρηση των λαξεύσεων… Ασφαλώς, το εσωτερικό του Αμφείου εξυπηρέτησε μίαταφική οικονομία και πρακτική, την οποία ενισχύει η ομοιότητα του με τα αιγυπτιακά ταφικά μνημεία του Αρχαίου και του Μέσου Βασιλείου, στα οποία επίσης υπάρχουν σήραγγες, κλίμακες και κόγχες, όπως στο Αμφείο. Η δε περίτεχνη διαδρο μή των σηράγγων ερμηνεύεται ορθώς ως τέχνασμα παραπλάνησης των τυμβωρύχων!
Αυτό το πλέγμα των σηράγγων στο εσωτε ρικό του Αμφείου, το οποίο ασφαλώς ήταν γνωστό στην Αρχαιότητα, σχολίασε -εν αγνοία ίου, πιθανότατα- ο Παυσανίας, με την παρατή ρηση «υφαφείσθαι δ’ εθέλουσι απ’ αυτού της γης οι Τιθορέαν την εν τη Φωκίδι έχοντες», υπαινισσόμενος, προφανώς, δράση τυμβωρύ χων στο εσωτερικό του μνημείου.
Παρ’ ότι η έρευνα του Αμφείου έμεινε ημιτε λής και το φρέαρ κλείστηκε με τσιμέντο μετά την απομάκρυνση του υπογράφοντος ανασκαφέα, τα ευρήματα και τα στοιχεία της έρευνας του υπήρξαν αρκετά για να τεκμηριώ σουν την ερμηνεία του ως ταφικού βαθμιδω τού μνημείου της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (2600-2400 π.Χ. δηλαδή αρχαιότερου από την Μεγάλη Πυραμίδα!)!
ΟΙ ΘΡΥΛΙΚΟΙ ΜΙΝΥΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΠΙΣΤΕΥΤΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ ΤΟΥΣ.
Το Αμφείο λοιπόν, μας έθετε αναγκαστικά σε ένα σημαντικό προβληματισμό: Υπήρξε όντως ένας άλλος σημαντικός πολιτισμός στην Ελλάδα πριν από τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό και, αν ναι, ποια ήταν η αφετηρία, η διάρκεια και τα χαρακτηριστικά του; Η έρευνα του Αμφείου οδήγησε τον ανασκαφέα του στην επανεκτίμη ση της χρονολόγησης του κολοσσιαίου απο στραγγιστικού έργου της Κωπαΐδος, το οποίο η Παράδοση είχε συνδέσει με τους Μινύες του Βοιωτικού Ορχομενού. Ο Ορχομενός αναφέ ρεται στον Όμηρο ήδη ως Μινύειος, ενώ αργό τερα ο Πίνδαρος επανέλαβε τη σύνδεση του με τους Μινύες στην έκφραση: «Παλαιφάτων Μινυών επίσκοποι».
Οι ανασκαφές που διενέργησα, τόσο στα αναχώματα των αποστραγγιστικών διωρύγων της κωπαϊδικής λεκάνης, όσο και στο εσωτερι κό της «μεγάλης καταβόθρας»,, δηλαδή της κύριας απαγωγού αρτηρίας των υδάτων της κωπαϊδικής λίμνης προς την Λάρυμνα μέσω ενός τεχνητού τούνελ μήκους 2,5 χιλιομέτρων, με τον καθηγητή S. Lauffer του Πανεπιστημίου του Μονάχου, βεβαίωσαν ότι το τεράστιο αποστραγγιστικό έργο είχε ολο κληρωθεί και λειτουργήσει στα μέσα της τρί της χιλιετίας π.Χ.
Αυτό ήταν ακόμη μία ένδειξη ότι όντως πριν από τη μυκηναϊκή εποχή, ο ελλαδικός χώρος γνώρισε ένα υψηλό τεχνολογικό πολιτισμό, ο οποίος με τη σειρά του προϋπέθετε ανάλογη διοικητική οργάνωση. Αυτά τα στοιχεία όμως υπήρξαν πολύ ενοχλητικά για τους μελετητές εκείνους, που προήγαγαν.την θεωρία ότι οι Μυκηναίοι ίδρυσαν τον αρχαιότερο πολιτισμό στον ελληνικό χώρο και τα αντιμετώπισαν με επιφύλαξη ή και με περιφρονητική αδιαφορία, χωρίς όμως να μπορούν να τα ακυρώσουν, αφού αυτά στηρίζονται σε αρχαιολογικά δεδομένα!
Κτίρια «ανακτορικού» χαρακτήρα της πρώι μης εποχής του χαλκού, δηλαδή της τρίτης χιλιετίας π.Χ., αποκαλύπτονταν στον ελλαδικό χώρο, στη Θήβα (αψιδωτό κτίριο) στη Λέρνα (οικία των Κεράμων), στα Ακκοβίτικα της Μεσσηνίας… Τελευταία μάλιστα, αποκαλύ φθηκαν στη Θήβα, την «έδρα» του Αμφείου, ανακτορικό κτίσμα και λείψανο τείχους της Καδμείας, καθώς και μέγας «τύμβος» από πλίνθους-τούβλα. Όλα τα παραπάνω χρονολο γούνται στους πρωτοελλαδικούς χρόνους, άρα πρόκειται για ευρύματα σύγχρονα της πυραμί δας του Αμφείου. Το συμπέρασμα είναι αυτο νόητο: η Ελλάδα γνώρισε πριν από τον μυκη ναϊκό και έναν εξ’ ίσου ακμαίο και, πιστεύω, ακμαιότερο πολιτισμό, η διάρκεια του οποίου κάλυπτε την τρίτη και τις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ, ουσιαστικά μια ολόκληρη χιλιε τία (2700 έως 1700 π.Χ.)!
Ο πολιτισμός αυτός διέθετε και διοικητική ανακτορική οργάνωση και μνημειώδη ταφική αρχιτεκτονική και υψηλή τεχνολογία, υδραυλι κή και όχι μόνον! Ιδιαίτερα λαμπρή δε, υπήρξε κατά την περίοδο αυτή η μεταλλουργική τεχνολογία, όπως έδειξαν οι δικές μας ανα σκαφές στα Αγιωργίτικα και το Στενό της Τεγέας, δύο χώρους που αυτή τη στιγμή εκπροσωπούν τη σημαντικότερη και αρχαιότε ρη μεταλλουργία, όχι μόνο στον ελληνικό, αλλά και σε όλο το μεσογειακό και τον ευρω παϊκό χώρο!
Εμείς χαρακτηρίσαμε αυτόν τον πολιτισμό «Μινυακό» και την περίοδο της χρονικής του ανάπτυξης «Μινυακή περίοδο» του προϊστορι κού πολιτισμού της Ελλάδος, η οποία καλύπτει την χιλιετία 2700-1700 π.Χ. Μέσα στη χιλιετία αυτή περιλαμβάνεται και η λεγόμενη Πρωτοελλαδική Εποχή (2700 έως 2100 π.Χ.) και οι δύο πρώτες υποδιαιρέσεις της λεγόμε νης Μεσοελλαδικής εποχής (ΜΕ Ι και ΜΕ II), αφού ουσιαστικά η τρίτη βαθμίδα της, η ME III, δεν υπάρχει αρχαιολογικά και «ιστορικά», αλλά βρίσκεται ή μάλλον αποτελεί το μεταίχμιο δύο πολιτιστικών κύκλων: Του μινυακού και του μυκηναϊκού πολιτισμού.
Τώρα αξίζει να ερευνήσουμε και να μελετή σουμε τον μινυακό πολιτισμό της χιλιετίας 2700-1700 π.Χ., ως αυθύπαρκτο υψηλό πολιτι στικό κύκλο, σε όλες τις πτυχές και τις εκφάν σεις του.
Ακολούθως, θα τον ξεχωρίσουμε τόσο από τον μακρό νεολιθικό πολιτισμό της Ελλάδος (7000 έως 3000 π.Χ.), όσο και από τον ακόλου θο του, τον μυκηναϊκό πολιτισμό (1700/1600 έως 1100 π.Χ.), με το τέλος του οποίου συμπί πτει και το τέλος της λεγόμενης προϊστορίας του ελλαδικού χώρου. Γιατί ο μινυακός πολιτι σμός της Ελλάδος προκύπτει ως το πρότυπο πάνω στο οποίο στηρίχτηκε ο μυκηναϊκός μας πολιτισμός, από άποψη πολιτικής οργάνωσης, μνημειώδους ταφικής αρχιτεκτονικής, τεχνολογίας, λατρείας, αλλά και λογοτεχνικής δημι ουργίας, όπως θα αναπτύξουμε σε άλλα μελε τήματα μας. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗΣ
Η χρονολόγηση της πυραμίδας του Αμφείου στην τρίτη χιλιετία π.Χ. ανεκίνησε πολλά ζητή ματα, αν και οι μελετητές δεν κατέγραψαν την αφετηρία του νέου προβληματισμού που προέ κυψε μετά τις ανακοινώσεις και τις δημοσιεύ σεις μας… Η έρευνα στράφηκε στη χρονολό γηση της γνωστής πυραμίδος στο Ελληνικό της Αργολίδος, η οποία θεωρείτο ελληνιστικών χρόνων, σύμφωνα με τη χρονολόγηση που είχε προτείνει ο Αμερικανός αρχαιολόγος Lord (Hesperia 1938,481-527).
Η νέα χρονολόγηση στηρίχτηκε σε νέα ανασκαφική διερεύνηση του μνημείου και σε εφαρμογή της μεθόδου της θερμοφωταύγειας. Οι ερευνητές του μνημείου, οι καθηγητές Θεοχάρης και Λυριτζής, βεβαίωσαν ότι η πυραμίδα του Ελληνικού χρονολογείται στην πρώιμη τρίτη χιλιετία π.Χ. Με την έρευνα αυτή διασφαλίστηκε ο πανάρχαιος χρονολογικός ορίζοντας των πυραμίδων του ελλαδικού χώρου, όπως είχε δείξει η ανασκαφή και η μελέτη της βαθμιδωτής πυραμίδος του Αμφείου Θηβών. Αρα, οι πυραμίδες της Ελλάδος -δύο τουλάχιστον από τις σημαντικό τερες, τόσο του βαθμιδωτού, όσο και του τετράπλευρου σχήματος- δεν είναι κατασκευ ές των ελληνιστικών, αλλά των πρωτοελλαδικών χρόνων! Δεν ήσαν έργα της τρίτης εκατονταετίας αλλά της τρίτης χιλιετίας π.Χ.!
Οι ανακαλύψεις και οι διαπιστώσεις αυτές ανέτρεπαν όλα τα καθιερωμένα του καιρού μας, ήταν όμως συμβατές με την αρχαία Παράδοση, την οποία συνήθως χαρακτηρίζουμε «μυθολογική», απλοποιητικά και γενικευτικά. Τη «μυθολογία» των δύο αυτών μνημείων διέσωσε η πολύ μεταγενέστερη περιηγητική «λογοτεχνία» του Παυσανία. Την πυραμίδα και τον τύμβο του Αμφείου η παράδοση των Θηβών, που διασώθηκε μέχρι τον Παυσανία, τη συνέδεε με τον κοινό τάφο των Θηβαίων Διοσκούρων, οι οποίοι στον Όμηρο αναφέρο νται ως οι πρώτοι που έχτισαν τείχος στην Καδμεία (Οδύσσεια, λ 260).
Πρόσφατα αποκαλύφθηκε και λείψανο του προμηκυναϊκού (κυκλώπειου) αυτού τείχους στην Καδμεία, κοντά στο Αμφείο, και χρονολο γήθηκε στους πρωτοελλαδικούς χρόνους, δηλαδή την ίδια εποχή με τη διαμόρφωση του Αμφείου σε βαθμιδωτή πυραμίδα!
Και δεν βρέθηκε μόνο το τείχος εκείνο, το οποίο αναφέρεται στην Οδύσσεια ως το αρχαι ότατο έυρημα της Καδμείας, αλλά και ένα επι πρόσθετο, ανακτορικό, σύγχρονο και παρακεί μενο στο τείχος κτίσμα, ένα πραγματικό citadel house, όπως ανακοινώθηκε από τους αρχαιολόγους της Εφορείας Αρχαιοτήτων Θηβών σε πρόσφατο συνέδριο που οργάνωσε η αρμόδια Εφορεία στη Θήβα!
Και ο μεν Παυσανίας και ο Κεραμόπουλλος δεν αντελήφθηκαν τη διαμόρφωση του λόφου του Αμφείου σε βαθμιδωτή πυραμίδα, ο πρώ τος όμως άφησε ένα λεκτικό σχολιασμό και μία αναφορά σε απόπειρες τυμβωρυχίας με την παρατήρηση του, «υφαφείσθαι δ’εθέλου σιν απ’ αυτού της γης οι Τιθορέαν την εν τη Φωκ’ιδι έχοντες». Ο δε Κεραμόπουλλος, με την παιδεία και την οξυδέρκεια του διερωτήθηκε: «Εκείνο το “υφαφείσθαι” δεν δύνομαι άλλως να νοήσω ή ως αποβλέπον εις την όλην βάσιν του τύμβου, εις αυτόν δηλαδή τον φυσικό λόφον… ηγνόει ο Παυσανίας ή δεν λέγει ακρι βώς ούτε την εσωτερικήν φύσιν του λόφου ούτε την όλην περί αυτού πιστιν» (Αρχ. Δελτίον 3,1917, σελ. 387-.
Το Αμφείο με την έρευνα του άνοιξε έναν νέο προβληματισμό σχετικά με τη χρήση, την αποστολή και τη χρονολόγηση των πυραμιδι κών κτισμάτων του ελλαδικού χώρου, αλλά και την έρευνα των υδραυλικών έργων, τα οποία εμείς πρώτοι χρονολογήσαμε στην τρίτη χιλιετία Π.Χ. και τα θεωρήσαμε έργα του μινυακού πολιτισμού της Ελλάδος. Είναι πλέον βέβαιο πως η πρόοδος της έρευνας θα αναδει κνύει συνεχώς αυτόν τον πολιτισμό, τη χρυσή χιλιετία του προϊστορικού μας παρελθόντος και θα του προσγράψει όλες του τις κατακτή σεις και τα επιτεύγματα, τα οποία υφήρπασε ο μυκηναϊκός πολιτισμός. Αυτό λοιπόν θ’ αποτε λέσει το νέο λαμπρό κεφάλαιο της Αρχαιολογίας και της Επιστήμης…
Η πυραμίδα του Αμφείου προέκυψε ως μνη μειώδης ταφική κατασκευή, η οποία προϋπέ θετε ανάλογη και σύγχρονη διοικητική οργά νωση, ένα διοικητικό σύστημα, το οποίο δημι ούργησε μια μνημειώδη ταφική αρχιτεκτονική πριν από τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. Αυτό κλόνιζε την εδραιωμένη θεωρία ότι στην Ελλάδα δεν υπήρξαν καθόλου μνημειώδεις ταφικές κατασκευές και μνημειώδη διοικητικά-ανακτορικά κτίσματα πριν από τους Μυκηναϊκούς Χρόνους (1550-1200 Π.Χ.).
Οι φορείς του Μυκηναϊκού Πολιτισμού θεωρούντο -και θεωρούνται ακόμη- οι απόγονοι των Ινδοευρωπαίων, οι οποίοι-υποτίθεται-εισήλθαν στον ελληνικό χώρο στο τέλος της 3ης χιλιετίας π.Χ., χωρίς βέβαια να υπάρχει αρχαιολογική ή γλωσσολογική στήριξη της σχετικής θεωρίας. Άλλωστε, ούτε και η διακίνηση των τύμβων Kurgan έλυσε το ζήτημα, διότι οι ελλαδικοί τύμβοι εξελίσσονται αυτοτελώς και δεν προσφέρονται ως τεκμήριο φυλετικών μετακινήσεων από τον ευρωπαϊκό ή τον ευρασιατικό χώρο προς την Ελλάδα.
ΤΟ ΑΡΧΕΤΥΠΙΚΟ ΤΩΝ ΠΥΡΑΜΙΔΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ
Σε ό,τι αφορά όμως τη μορφογένεση των πυραμιδικών κατασκευών και τη χωρική αφε τηρία τους, τα πράγματα διαγράφονται ανταγωνιστικά και συναρπαστικά. Ποιος «ανακάλυ ψε» το σχήμα της πυραμίδος; Η φερόμενη ως «κοιτίδα» της, Αίγυπτος, ή η μινυακή Ελλάδα; Η μεγάλη αρχαιότητα των ελληνικών πυραμίδων θα ήταν μετέωρη ως μεμονωμένο φαινόμενο και προϊόν, αν δεν μπορούσε να συναρτηθεί με μία σύγχρονη της πολύπλευρη πολιτιστική υποδομή και κρατική οργάνωση, που εκφρά στηκε αλλού και εδώ με προϊόντα υψηλής στάθμης και τεχνολογίας.
Χωρίς την ύπαρξη μινυακού κράτους και μινυακού πολιτισμού, οι ελληνικές πυραμίδες θα έμεναν αξιοπερίεργες κατασκευές (curiosities) και θα μετακινούντοχρονολογικά από τους «προϊστορικούς» μέχρι τους ελληνι στικούς χρόνους, άλλοτε με ερευνητικά τεκμή ρια, άλλοτε κατ’ εκτίμησιν. Είναι όμως παρά γωγα, έργα και μνημεία ενός συγκεκριμένου πολιτισμού και μιας συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας και αυτό προσδιορίζει έμμεσα αλλά τεκμαρτά, τη χρονολόγηση των ελληνικών πυραμίδων, δημιουργιών του ελληνικού μινυα κού πολιτισμού της χρυσής χιλιετίας του (2700-1700 π.Χ,)!
Οι αιγυπτιακές πυραμίδες είναι οι πολυπλη θέστερες μεν, αλλά, τώρα πια, όχι και οι αρχαιότερες! Οι ελληνικές πυραμίδες υπολεί πονται αριθμητικά, αλλά αυτό μάλλον είναι συμπτωματικό (υπόκειται στην «chance of discoveryw/πιθανότητα της ανακάλυψης), ήδη όμως διεκδικούν όχι απλά ταυτοχρονία, αλλά μεγαλύτερη αρχαιότητα από τις αρχαιότερες αιγυπτιακές, που χρονολογούνται περί το 2700/2600 π.Χ.
Ωστόσο, το αρχετυπικό των πυραμίδων προσδιορίζεται όχι μόνο από τον πολιτισμό που τις παρήγαγε, αλλά και από την αποστολή και τη χρήση τους. Οι πυραμίδες δεν είναι μόνο ταφικά μνημεία, κάτι που αποτελούν κυρίως οι αιγυπτιακές πυραμίδες. Η σύγχρονη έρευνα έχει αποδώσει άλλο χαρακτήρα και χρήση στη μεγάλη πυραμίδα του Χέοπος, την οποία ερευνά ως αστρονομικό σταθμό ή εργα στήριο, με πειστικά επιχειρήματα! Της αποδίδει δε ακριβή γαιωδεσία και «ευεργετικές» επιπτώσεις στην συντήρηση οργανικών ουσιών που καλύπτονται από το «κέλυφος» της!
Αντίθετα, οι υπόλοιπες, εξ όσων γνωρίζω, και η «κλασική» βαθμιδωτή πυραμίδα του Ζοζέρ (2600 π.Χ. περίπου) είχαν ταφικό προο ρισμό, όπως δείχνουν οι πολυδαίδαλες υπόγει ες ή παρακείμενες ταφικές και λατρευτικές εγκαταστάσεις τους αντίστοιχα. Οι εγκαταστά σεις αυτές είχαν ως προορισμό να παραπλα νούν τους τυμβωρύχους και να υπηρετούν την πολλαπλότητα των λατρευτικών εθιμοτυπιών και πρακτικών που αναπτύχθηκαν σε κύριο γνώρισμα της αιγυπτιακής ιερατικής και καθε στωτικής Ιεραρχίας.
Ταφικό προορισμό είχαν σαφώς και οι πυραμίδες του Αμφείου και του Ελληνικού της Αργολίδος, όπως έδειξαν τα ευρήματα και οι εσωτερικές σήραγγες του Αμφείου, αλλά και η παράδοση που ήθελε και τη μία και την άλλη πυραμίδα να έχουν φιλοξενήσει τους τάφους επώνυμων ηρώων των δύο περιοχών (Ζήθος και Αμφίων, Προίτος και Ακρίσιος αντίστοιχα).
By continuing to use the site, you agree to the use of cookies. more information
The cookie settings on this website are set to "allow cookies" to give you the best browsing experience possible. If you continue to use this website without changing your cookie settings or you click "Accept" below then you are consenting to this.