Amphipolis.gr | The discovery of the mysterious sunken city of Heraklion

It was believed to be a mythical city, until of course it was actually discovered. Some believe that its discovery changed history as we know it forever. The ancient city of Heraklion was known to many ancient Greek philosophers, among them Herodotus, who referred to this ancient city in numerous of his writings, although the existence of this city wasn’t proven until the nineteenth century. With the discovery of Heraklion, countless enigmas were solved and we managed to learn so much more about our past through this ancient city.

As most of the incredible discoveries, this too was made by accident when marine archaeologist Franck Goddio was looking for warships that sank during the Battle of the Nile in 1798 that belonged to Napoleon along the coast of Alexandria, and just when he thought that there was nothing down there, he came across one of the most important discoveries a marine archaeologist can make.

Among the Egyptians and Greek, the city was referred to as Heraklionpor Thonis. It was believed to have been a prosperous empire between the seventh century BC and the eight century AD. The location of the city was just off the coast of Alexandria in the Aboukir Bay.

The importance of ancient Heraklion

Just like many other cities and legendary empires, Heraklion vanished without a trace, and thousands of years later, its treasures rose out of the water as millions watched the amazing discovery bring back Heraklion to life. Among the items found there were giant statues of the ancient Egyptian goddess Isis, Hapi and figures of a mysterious and unknown Egyptian Pharaoh, all of them were found in a surprisingly good condition. Hundreds of smaller statues were also discovered that once belonged to the of Cleopatra. Dozens of religious artifacts ere found that belonged to supreme gods of ancient Egypt such as Isis, Osiris and Horus. Underwater archaeologists also came across several sarcophagi with the mummified remains of animals sacrificed to Amun-Gereb, the supreme god of the Egyptians. But perhaps the most important of the discoveries are the numerous pillars with inscriptions and hieroglyphics, that are according to archaeologists in excellent condition.


Researchers have managed to identify the main sections of this ancient sunken city, golden plates with records in Greek language speaking of Ptolemy III (282-222 a. C), who restored the shrines and/or temples dedicated to Hercules. A black granite stele was also discovered almost intact; researchers managed to learn that Heraklion was the Greek name of this ancient city, but for ancient Egyptians, the city was called Thonis. Historians believe that the ancient city of Heraklion was located in a strategic place that connected the peninsula. Researchers have discovered numerous docks and ancient anchors.

For Pharaohs of ancient Egypt Thonis, as it was referred to, was considered as the main port due to its geographical position. It was there, where trade was mainly done, and where visitors form Greece and other countries sailed to. Archaeologists have found over six hundred antique anchors of various shapes and over sixty shipwrecks dating from the sixth to the second century BC. According to Goddio, ancient sailors would throw their anchors into the water after long journeys as offerings to the gods.

Goddio discovered numerous statues, among those, near the shrine dedicated to Osiris, a large number of artifact were found made out of pink granite. Other objects and statues were also found, but the once that caught the attention of archaeologists were three colossal statues made out of pink granite, depicting a king, a queen and the god of fertility, abundance and the Nile flooding. This demonstrates the great importance the temple once had in ancient Heraklion.

Another one of the objects found holding important significant was a stele made out of pink granite, with bilingual writings describing the ideological significance that the sanctuary of Heraklion had under the Ptolomaic reign.

Did Heraklion vanish just like Atlantis?

Well, many large cities just like Heraklion, Alexandria and Canoups were destroyed by catastrophic natural disasters. Researchers from the University of Cambridge conducted a study of the mediterranean tectonic plates and discovered that a geological fault could have caused a great earthquake and tsunami in the year 365 AD. According to scientists, the earthquake that struct the region in the past could happen again since they calculated that due to the geological features, the region is prone to catastrophic earthquakes every 800 years.

The fate of Heraklion was shared by other ancient cities that suffered similar catastrophes hundreds or thousands of years ago, some of them are the ancient city of Alexandria, founded by Alexander the Great in 331 BC and the ancient city of Canopus.

Just like this city was discovered by chance, marine archaeologists will perhaps, one day, also find the legendary city/continent of Atlantis, who might be located somewhere under water, waiting to come to life once again, winning over history and archaeology for good.

Image source: ©Franck Goddio/Hilti Foundation, photos: Christoph Gerigk

http://www.ancient-code.com

Amphipolis.gr | Οι Αλεξάνδρειες του Αλεξάνδρου

Οι Αλεξάνδρειες  που ίδρυσε ο Αλέξανδρος
8538d20650c3087299eb7f79f5186d83

  Α.   Οι Συνολικά Αναφερόμενες Αλεξάνδρειες

 Η Αλεξάνδρεια στην Θράκη. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο κτίσθηκε  το 339 π.Χ, κατά την εκστρατεία και την νίκη του Αλεξάνδρου επί των Μαίδων (σημ. περίπου στον σημερινό Νομό ΄Εβρου).

2   Η Αλεξάνδρεια στον Μέλανα Κόλπο στην Θράκη. Οικοδομήθηκε το 334 π.Χ, όταν διήλθε ο Αλέξανδρος με την Στρατιά οδεύοντας προς την Ασία.

3   Η Αλεξάνδρεια στην Τρωάδα. Οικοδομήθηκε στην παραλία της Τρωάδος μετά την νίκη στον Γρανικό ποταμό ( σημ. στην σημερινή Τουρκία απέναντι περίπου από την νήσο Σάμο).

4   Η Αλεξάνδρεια στην Λάτμω της Καρίας. Για αυτή δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία. ΄Ισως είναι η πόλη της Καρίας Αλίνδα, όπου κατέφυγε η βασίλισσα Άδα, η οποία και την παρέδωσε στον Αλέξανδρο.

5   Η Αλεξάνδρεια στην Ισσό – Κιλικία.  Οικοδομήθηκε το 333 π.Χ, μετά την νίκη στην Ισσό (σημ. σημερινή Αλεξανδρέττα στην Τουρκία απέναντι από την Κύπρο).

6   Η Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο. Με την παράδοση της Αιγύπτου τον Δεκέμβριο του 332 π.Χ, ο Αλέξανδρος επέλεξε την τοποθεσία για να οικοδομηθεί το μεγαλύτερο όπως το οραματιζόταν εμπορικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου. Τα σχέδια για την οικοδόμησητης μεγαλοπρεπέστερης από όλες της Αλεξάνδρειες τα ανέθεσε στον κορυφαίο αρχιτέκτονα της εποχής του. τον Δεινοκράτη. Η οικοδόμηση άρχισε το 331 π.Χ (σημ. σημερινή Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου).

7   Η Αλεξάνδρεια στην Κύπρο.  Ιδρύθηκε το 331 π.Χ στην Δυτική Κύπρο, από τον βασιλέα των Σόλων Πασικράτη, ή τον γιό του Νικοκλή.

8   Η Αλεξάνδρεια στην Ασσυρία – Άρβυλα/Γαυγάμηλα. Ιδρύθηκε το 331 π.Χ μετά την νίκη στα Γαυγάμηλα.

Η Αλεξάνδρεια στην Παρθυηνή ή Αλεξανδρούπολις. Οικοδομήθηκε το 330 π. Χ, σε τοποθεσία κοντά στην σημερινή πόλη Σαχρούντ. Σε ποια χώρα……….

10  Η Αλεξάνδρεια Στην Αρεία / Αρεία. Οικοδομήθηκε το 320 π.Χ, 200 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά από τα Αρτακόανα, όπου σήμερα ευρίσκεται η πόλη Χεράτ στο Δυτικό Αφγανιστάν.

11  Η Αλεξάνδρεια στην Γεδρωσία. Ιδρύθηκε το 330 π.Χ, όταν ο Αλέξανδρος πέρασε με την στρατιά του στην Γεδρωσία.

12  Η Αλεξάνδρεια στην Αραχωσία. Ιδρύθηκε το 330 π.Χ μετά την υποταγή της Αραχωσίας, στην σημερινή πόλη Κανδαχάρ στο ανατολικό Πακιστάν.

13  Η Αλεξάνδρεια στον Καύκασο / Παραπαμισάδες. Οικοδομήθηκε το 329/8 π.Χ στην μεσημβρινή κλιτύ του όρους Παροπαμίσου, που ονομαζόταν Ινδικός Καύκασος. Σημερινό χωριό Μπεγράμ του Αφγανιστάν, 40-50 μίλια βορειοανατολικά της πρωτεύουσας Καμπούλ.

14  Η Αλεξάνδρεια στην Βακτριανή / Βάκτρα. Πρόκειται για την Άορνο Πέτρα της Βακτριανής, που την άνοιξη του 329 π.Χ την έκανε βάση για τις πιο πέρα εξορμήσεις τους και την ανοικοδόμησε.  Σήμερα είναι η πόλη Καραβολάκ, νότια στην σημερινή περιφέρεια του Κουντούζ, στο Αφγανιστάν.

15  Η Αλεξάνδρεια στον Ιαξάρτη / Τάναϊ. Λεγόταν και Εσχάτη και Αλεξανδρέσχατα. Κτίστηκε στα όρια της Σογδιανής το 329 π.Χ

16  Η Αλεξάνδρεια στην Μακαρήνη.

17  Η Πρώτη Αλεξάνδρεια στον Ώξο.

18  Η Δεύτερη Αλεξάνδρεια στον ΄Ωξο.

19  Η Αλεξάνδρεια στον Μάργο.

20  Η Αλεξάνδρεια στην Σογδιανή.

21  Η Βουκεφάλιος Αλεξάνδρεια ή Βουκεφάλια.

 

Β.   Οι Βέβαιες Αλεξάνδρειες

 

1  Η Αλεξάνδρεια στην Λάτμω της Καρίας (το έτος 334 π.Χ)

2  Η Αλεξάνδρεια στην Ισσό της Κιλικίας (το έτος 333 π.Χ)

3  Η Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο (το έτος 331 π.Χ)

4  Η Αλεξάνδρεια στην Ασσυρία (το έτος 331 π.Χ)

5  Η Αλεξάνδρεια εν Αρείοις (το έτος 330 π.Χ)

6   Η Αλεξάνδρεια στην Αραχωσία ( το έτος π.Χ)

7   Η Αλεξάνδρεια στον Καύκασο ή στις Παραπαμισάδαις (το έτος 329 π.Χ)

8   Η Αλεξάνδρεια στα Βάκτρα (το έτος 329 π.Χ)

9    Η Αλεξάνδρεια στον Ιαξάρτη ή αλλοιώς η Εσχάτη (το έτος 329 π.Χ)

10  Η Αλεξάνδρεια του Μάργου (το έτος 328 π.Χ)

11  Η Αλεξάνδρεια των Σόγδων (το έτος 327 π.Χ)

12  Η Αλεξάνδρεια – Βουκεφάλεια (το έτος 326 π.Χ)

13  Η Αλεξάνδρεια στον Ακεσίνη (το έτος 326 π.Χ)

14  Η Αλεξάνδρεια στον Ινδό, ή η Αλεξάνδρεια Ωπιανή (το έτος 325 π.Χ)

15  Η Αλεξάνδρεια των Μουσικανών (το έτος 325 π.Χ)

16  Η Αλεξάνδρεια των Σωριανών ή η Πατταληνή Αλεξάνδρεια (το έτος 325 π.Χ)

17  Η Αλεξάνδρεια στους Ωρείταις (το έτος 325 π.Χ)

18  Η Αλεξάνδρεια στην Σουσιανή (το έτος 324 π.Χ)

19   Η Αλεξάνδρεια στην Βαβυλώνα στον Ευφράτη ποταμό (το έτος 324 π.Χ)

 

Γ.   Οι Αμφισβητούμενες Αλεξάνδρειες

 

Οι αμφισβητούμενες Αλεξάνδρειες είναι:

1  Η Αλεξάνδρεια στην Σακαστηνή

2  Η Αλεξάνδρεια στην Ωξιανή

3  Η Αλεξάνδρεια στην Σογδιανή

4  Η Αλεξάνδρεια στην Μακαρήνη

5  Η Αλεξάνδρεια στους ΄Ωροις

6  Η Αλεξάνδρεια στην Καρμανία

7  Η Αλεξάνδρεια στην Κύπρω

8  Η Αλεξάνδρεια στην Θράκη στον Μέλανα Κόλπο   (1)

Παραπομπές / Βιβλιογραφία:

(1)  Χολέβας  Κ. Ιωάννης : Τα Οικονομικά του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σελίδες  116-121. Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ. Αθήνα 1994.   

http://safem.gr

Amphipolis.gr | Ο «τάφος της Ολυμπιάδας», η Μεγάλη Ιδέα του Σαμαρά και τα μυστικά κονδύλια

Μυστικοπάθεια, αποκλεισμός των αστυνομικών αρχών από την υπόθεση, λογικά άλματα και αυθαίρετα συμπεράσματα για την προέλευση των αρχαιοτήτων, ερασιτεχνικά λάθη στη διαχείριση της υπόθεσης και 1,2 εκατ. ευρώ, των οποίων η τύχη αγνοείται…
Το 2009, αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες έδωσαν στην ΕΥΠ πληροφορίες ότι Ουκρανοί μαφιόζοι είχαν στην κατοχή τους έτοιμες προς πώληση περί τις 30 ελληνικές αρχαιότητες. Η ΕΥΠ ενημέρωσε αμέσως τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ., το υπουργείο Πολιτισμού και τον τότε αρμόδιο υπουργό Αντώνη Σαμαρά. Την υπόθεση ανέλαβε να χειριστεί ο εξ απορρήτων του και σύμβουλός του, Χρύσανθος Λαζαρίδης, σε συνεργασία με την αρχαιολόγο «Κατερίνα», η οποία ήταν τότε διορισμένη στο γραφείο υπουργού και δεν ανήκε στους αρχαιολόγους του ΥΠΠΟ.

«Ο Λαζαρίδης με την “Κατερίνα” είχαν εγκατασταθεί στη σοφίτα του κτιρίου της Μπουμπουλίνας, απομονωμένοι από τους άλλους υπαλλήλους και κανείς δεν γνώριζε με τι ακριβώς ασχολούνται. Οι αρχαιολόγοι είχαν ονομάσει τη σοφίτα “γιάφκα”, καθώς ήταν μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα και επικρατούσε μεγάλη μυστικότητα», είπε αρχαιολόγος με μακρά θητεία στο κεντρικό κτίριο του υπουργείου.

 Αντώνης Σαμαράς 

Το περιβάλλον του Σαμαρά, με τη σύμφωνη γνώμη του γενικού γραμματέα Θοδωρή Δραβίλλα, αποφάσισε τότε να κρατήσει στεγανή την υπόθεση και να μην ενημερώσει (όπως είναι η συνήθης διαδικασία) το τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας της Ασφάλειας που είχε αποκτήσει τα περασμένα χρόνια σημαντική εμπειρία από διεθνή συνεργασία και είχε σημειώσει πολύ σημαντικές επιτυχίες στη δίωξη του διασυνοριακού εγκλήματος της αρχαιοκαπηλίας, όπως -μεταξύ πολλών άλλων- η υπόθεση του Μουσείου Getty, η υπόθεση «Shelby White» και φυσικά η πολύκροτη υπόθεση της Σχοινούσας (που για άγνωστους λόγους δεν έφτασε ποτέ στο ακροατήριο). Η «γιάφκα» επέλεξε να συνεργαστεί μόνο με την ΕΥΠ, καθώς αυτό θα διευκόλυνε τη στεγανότητα της υπόθεσης.

Οι πολιτικές εξελίξεις και οι πρόωρες εκλογές δεν επέτρεψαν να προχωρήσει η έρευνα. Η κυβέρνηση Καραμανλή παραιτήθηκε, οι εκλογές τον Οκτώβριο του 2009 ανέδειξαν νικητή τον Γιώργο Παπανδρέου και νέος υπουργός Πολιτισμού ανέλαβε ο Παύλος Γερουλάνος.

Με παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος επικαλέστηκε την υπόθεση της Ουκρανίας, παρέμεινε στην Μπουμπουλίνας η «Κατερίνα», ως χειρίστρια του επίμαχου φακέλου, η οποία διορίστηκε σύμβουλος και του νέου υπουργού. Παράλληλα, επανήλθε ως γενική γραμματέας του υπουργείου η Λίνα Μενδώνη, στενή συνεργάτιδα του Ευάγγελου Βενιζέλου που είχε υπηρετήσει επί υπουργίας του στην ίδια θέση (1999-2004).

Το 2010, η υπόθεση της Ουκρανίας αναθερμάνθηκε. Η «Κατερίνα» σε συνεργασία με τον «Ιακώβ», πληροφοριοδότη από τη Θεσσαλονίκη, και με τη συνδρομή της Κατεχάκη, όργωσε τη Βόρεια Ελλάδα προς αναζήτηση του τάφου από όπου θα μπορούσαν να προέρχονται οι ελληνικές αρχαιότητες που έφτασαν στα χέρια των Ουκρανών μαφιόζων. Κοριοί «άκουγαν» υπόπτους, πληροφοριοδότες ενεργοποιήθηκαν, οργανώθηκαν αποστολές στη Μακεδονία και τη Θράκη, αλλά δεν προέκυψε τίποτα αξιοποιήσιμο.

 Μια εθνική υπόθεση

«Γνωρίζαμε ότι η συγκεκριμένη σύμβουλος του υπουργού έκανε ταξίδια, υπό καθεστώς μυστικότητας στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά επισήμως μας κρατούσαν στο σκοτάδι. Αρχαιολόγος, στέλεχος της Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης που συνεργαζόταν με την “Κατερίνα”, διέδιδε ότι “το υπουργείο δεν είχε εμπιστοσύνη στην Ασφάλεια” και ότι “δεν συνεργαζόμασταν όπως πρέπει”», είπε έμπειρος αστυνομικός που υπηρέτησε τότε στην Δίωξη Αρχαιοκαπηλίας της ΓΑΔΑ.

Αλλος αξιωματικός πρόσθεσε ότι «από το ΥΠΠΟ ζητούσαν επίμονα να μάθουν κάθε λεπτομέρεια για τις επιχειρήσεις της αστυνομίας, κάτι απολύτως ασυνήθιστο. Ηταν σαν να ήθελαν να υποκαταστήσουν τον ρόλο μας, να ποδηγετήσουν το τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας, να έχει το υπουργείο Πολιτισμού τον πλήρη έλεγχο. Υπήρχε επίσης μια ανεξήγητη απόσταση εμπιστοσύνης που δεν ήταν κατανοητή».

Στα τέλη της χρονιάς αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί αποστολή στην Ουκρανία και να γίνει επαφή με τους αρχαιοκάπηλους. Τότε επελέγη μια πρωτοφανής διαδικασία. Αντί να μεταβεί στέλεχος των ελληνικών Αρχών δίωξης, που είναι εκπαιδευμένοι και εντεταλμένοι για αυτές τις επιχειρήσεις, αποφασίστηκε να εμφανιστεί ως υποψήφια αγοράστρια των λεηλατημένων αρχαιοτήτων η αρχαιολόγος «Κατερίνα» που μετέβη στο Κίεβο και έκανε επαφή με τους μαφιόζους. Πώς επέτρεψαν να μεταβεί σε τέτοια αποστολή μετακλητός υπάλληλος κι όχι αστυνομικός; Ποιος θα είχε την ευθύνη, αν κάτι δεν πήγαινε καλά;

Η «Κατερίνα» συναντήθηκε με δύο μαφιόζους τον Φεβρουάριο του 2011, που της έδειξαν τις αρχαιότητες προς πώληση. Η συνολική αξία τους -όπως είπαν- ήταν της τάξης πολλών δεκάδων εκατ. ευρώ. Οι μαφιόζοι έκαναν και μια εντελώς «αντιεπαγγελματική» κίνηση. Δέχτηκαν να φωτογραφηθούν με ακάλυπτα πρόσωπα μπροστά από τα αρχαία.

Πληροφορίες αναφέρουν πως οι δύο Ουκρανοί (που χρησιμοποίησαν ελληνικά ψευδώνυμα) ισχυρίστηκαν ότι έχουν ισχυρές πολιτικές διασυνδέσεις με το περιβάλλον της πρωθυπουργού Γιούλια Τιμοσένκο και έδωσαν ακόμη και το e-mail συνδέσμου τους, για να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις για την αγοραπωλησία.

 

Η «Κατερίνα» επέστρεψε στην Ελλάδα με τις δύο φωτογραφίες, αλλά το υπουργείο Πολιτισμού δεν έκανε το αυτονόητο. Να στείλει -δηλαδή- τα αποδεικτικά στοιχεία στην Interpol και να ζητήσει αστυνομική συνεργασία για τη σύλληψη των αρχαιοκαπήλων και τον επαναπατρισμό των ελληνικών -όπως πίστευαν- αρχαιοτήτων.

Για να αποδειχθεί η ελληνική προέλευση, με την εδαφική έννοια του όρου κι όχι όσον αφορά την ελληνική τέχνη (που θα μπορούσε να είναι από τον ευρύτερο «ελληνικό κόσμο» της εποχής, ο οποίος δεν ταυτίζεται διόλου με τα σύνορα του σημερινού ελληνικού κράτους), έπρεπε να βρεθεί ο τάφος προέλευσης σε ελληνικό έδαφος. Αυτό ήταν απαραίτητο για τον επαναπατρισμό, όχι όμως και για τη σύλληψη των αρχαιοκαπήλων και τη δέσμευση του χρυσού θησαυρού, μέχρι να αποδειχθεί η τοποθεσία της λαθρανασκαφής.

  Τις φωτογραφίες του επίμαχου CD (το οποίο έχει στην κατοχή της η «Εφ.Συν.») τις δείξαμε σε επιφανή αρχαιολόγο της Μακεδονίας. Επειτα από πολύωρη επισκόπηση, αποφάνθηκε ότι «πρόκειται για ετερόκλητο σύνολο σκυθικών, ίσως θρακικών και ελληνικών αρχαιοτήτων |

Ο στόχος πλέον ήταν να βρεθεί ο τάφος προέλευσης, που άρχισε να παίρνει μυθικές διαστάσεις. Αλλη μια φορά, η σκοπιμότητα επικράτησε της συνήθους διαδικασίας. Ομως, όσο καθυστερούσε ο εντοπισμός του τάφου τόσο μεγάλωνε ο κίνδυνος να πωληθούν οι αρχαιότητες στην παράνομη διεθνή αγορά. Εν τω μεταξύ, η ΕΥΠ είχε διαθέσει μυστικό κονδύλι 1,2 εκατ. ευρώ για την επιχείρηση, την οποία είχε χαρακτηρίσει «εθνικής σημασίας».

 Ο «τάφος της Ολυμπιάδας»

Τον Ιούνιο του 2011, αρχαιοκάπηλος προσέγγισε την «Ηρα», αρχαιοπώλη της Αθήνας, και της έδωσε την πληροφορία πως Ουκρανοί μαφιόζοι πουλάνε ελληνικό θησαυρό με εκατοντάδες χρυσά αντικείμενα αμύθητης αξίας και λίγο αργότερα της έδωσε ένα CD με το «εμπόρευμα». Το CD είχε 372 φωτογραφίες των αρχαιοτήτων, ορισμένες από τις οποίες εμφανίζονταν και στις δύο αρχικές φωτογραφίες που είχε φέρει η «Κατερίνα» από το Κίεβο. Ομως τώρα τα αρχαία ήταν πολύ περισσότερα.

Η «Ηρα» έκλεισε ραντεβού με τη Λίνα Μενδώνη στο γραφείο της στην Μπουμπουλίνας και της έδωσε το CD, παρουσία της «Κατερίνας». Από τα στοιχεία, η «Κατερίνα» και οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση φέρονται να έβγαλαν το συμπέρασμα πως, για να δικαιολογηθεί ένα τόσο μεγάλο σύνολο χρυσών αντικειμένων αμύθητης αξίας, κυρίως κοσμημάτων, θα έπρεπε να προέρχονται από έναν γυναικείο βασιλικό τάφο, και μάλιστα της Ολυμπιάδας, της μητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Οι έρευνες εντάθηκαν στη Βόρεια Ελλάδα για την ανακάλυψη του «τάφου της Ολυμπιάδας» χωρίς αποτέλεσμα και το 2012, με τον Σαμαρά πλέον πρωθυπουργό, τον Θοδωρή Δραβίλλα διοικητή της ΕΥΠ, τη Λίνα Μενδώνη αμετακίνητη στο υπουργείο Πολιτισμού και την «Κατερίνα» να πραγματοποιεί νέες μυστικές αποστολές και στο εξωτερικό (Ελβετία και Λίχτενσταϊν) για τη συλλογή στοιχείων.

Σε υπηρεσιακά έγγραφα της εποχής αναφέρεται πλέον σαφώς ότι η Αθήνα συνδέει τα ουκρανικά αρχαία με τάφο στην Ελλάδα από όπου και προέρχονται. Είναι μια πεποίθηση που ποτέ δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς, καθώς υπήρχαν ενδείξεις που μάλλον έδειχναν προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση: πως κάτι ύποπτο συνέβαινε και πως τα αρχαία από την Ουκρανία, ούτε προέρχονταν από την Ελλάδα ούτε και ήταν αυθεντικά, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος τους.

Τον Ιανουάριο 2013 έγινε σύσκεψη στο γραφείο του Σαμαρά, με τη συμμετοχή του πρωθυπουργού, της Λίνας Μενδώνη, του Χρύσανθου Λαζαρίδη και της «Κατερίνας», που -εν τω μεταξύ- είχε διορισθεί ειδική σύμβουλος στου Μαξίμου. Εκεί έγινε η παρουσίαση της υπόθεσης στον πρωθυπουργό και η επίδειξη των φωτογραφιών του CD που είχε φέρει η «Ηρα».

 Σύσκεψη-φιάσκο στο Μαξίμου

Στη σύσκεψη είχε κληθεί και επιφανής αρχαιολόγος με ειδίκευση τις αρχαιότητες της Μακεδονίας, η οποία πρώτη φορά είδε τις φωτογραφίες του υποτιθέμενου θησαυρού του «τάφου της Ολυμπιάδας». Η σύσκεψη κατέληξε σε φιάσκο, καθώς η αρχαιολόγος -σύμφωνα με πληροφορίες- χαρακτήρισε τον θησαυρό «ετερόκλητο σύνολο που δεν προέρχεται από την Ελλάδα». Αμφισβήτησε επίσης την αυθεντικότητα των αρχαιοτήτων.

Τις φωτογραφίες του επίμαχου CD (το οποίο έχει στην κατοχή της η «Εφ.Συν.») τις δείξαμε σε άλλον επίσης επιφανή αρχαιολόγο της Μακεδονίας. Επειτα από πολύωρη επισκόπηση, αποφάνθηκε ότι «πρόκειται για ετερόκλητο σύνολο, σκυθικών, ίσως θρακικών και ελληνικών αρχαιοτήτων από τις αποικίες της περιοχής της Κριμαίας και πιθανώς ορισμένα πλαστά, σύγχρονα αντίγραφα».

Οι φωτογραφίες δεν επαρκούν για μια επιστημονική και σίγουρη εκτίμηση, αλλά ορισμένες κολλήσεις χρυσών αντικειμένων δεν έμοιαζαν με εκείνες που χρησιμοποιούσαν στην αρχαία εποχή.

 

«Η παντελής έλλειψη κεραμικών ή χάλκινων αντικειμένων από ένα σύνολο εκατοντάδων αρχαιοτήτων που υποτίθεται ότι βρέθηκαν σε έναν τάφο, επίσης δεν είναι κάτι σύνηθες. Επιπλέον, πολλά αντικείμενα που απεικονίζονται στις φωτογραφίες είναι κόπιες από το Μουσείο Ερμιτάζ, ελληνικής ή σκυθικής τέχνης από την περιοχή της Κριμαίας, ενώ άλλα θυμίζουν έντονα αρχαιότητες που έχουν δημοσιευτεί στο κλασικό βιβλίο των Dyfri Williams και Jack Ogden, “Greek gold: jewelry of the classical world”, μια σύμπτωση που μας κινεί πολλές υποψίες», όπως μας είπε ο αρχαιολόγος.

 

Αλλη αρχαιολόγος, από τις πλέον έμπειρες στη μικροτεχνία, εκτίμησε ότι η συντριπτική πλειονότητα των αρχαιοτήτων του επίμαχου CD «είναι βόρεια, από την Κριμαία, με πολλά σκυθικά και “βαρβαρικά” κομμάτια. Δύο χρυσά, βαριά περιδέραια και τρία ακόμη κοσμήματα θα μπορούσαν να προέρχονται από μακεδονικό εργαστήριο του 4ου αιώνα, αλλά και πάλι, αυτού του τύπου τα σχέδια, ταξίδευαν στον ευρύτερο ελληνιστικό κόσμο και απαντώνται και σε άλλες περιοχές, πέραν της Μακεδονίας [το χρυσό περιδέραιο που υπάρχει στις φωτογραφίες του CD είναι σχεδόν πανομοιότυπο με αντίστοιχο που εκτίθεται στο Μουσείο Ερμιτάζ].

 

Επίσης, ο θησαυρός δεν μπορεί να προερχόταν από έναν τάφο και γιατί τα αντικείμενα διέτρεχαν τουλάχιστον δύο και και τρεις αιώνες χρονολόγησης». Η αρχαιολόγος τόνισε πως άμα δεν πιάσει στα χέρια της τα κοσμήματα και αν δεν τα μελετήσει με άνεση χρόνου διά ζώσης και όχι από φωτογραφίες, δεν μπορεί να αποφανθεί για την αυθεντικότητα. Αλλωστε, τα χρυσά κοσμήματα είναι εύκολο να αντιγραφούν. Ερευνα με ειδικά μηχανήματα για τον έλεγχο του κράματος χρυσού είναι απαραίτητες.

 Φιλοδοξία και εμμονές

Ο πρωθυπουργός -προς τιμήν του- έθεσε τότε (πρόσκαιρο) τέλος στη φιλοδοξία των συμβούλων του και του περιβάλλοντός του, οι οποίοι ίσως προσδοκούσαν να συνδεθεί το όνομα του Σαμαρά με μια σημαντική ανακάλυψη στη Μακεδονία, τύπου Ανδρόνικου-Καραμανλή. Ομως κάποιοι επέμεναν. Τα «Παραπολιτικά» είχαν γράψει μήνες μετά, σε ρεπορτάζ από το συνέδριο της Ν.Δ. στη Χαλκιδική το 2014, πως ο Χρύσανθος Λαζαρίδης έλεγε σε πηγαδάκια: «Περιμένετε και θα δείτε. Μια ανακάλυψη μπορεί να αλλάξει την ιστορία της Μακεδονίας».

Η επιχείρηση δεν έληξε, παρά το άδοξο τέλος της σύσκεψης στου Μαξίμου. Η εμμονή κυριάρχησε των στοιχείων. Οπως κάνει κάθε έμπειρος γραφειοκράτης, όταν μια πρόταση προς τα «επάνω» απορρίπτεται, την επαναφέρει μέσω άλλου δρόμου.

Στις 12 Απριλίου 2013, ο τότε υπουργός Πολιτισμού Κώστας Τζαβάρας, στέλνει απόρρητη επιστολή στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Νίκο Δένδια, τον ενημερώνει για την εξέλιξη των ερευνών για την «Επιχείρηση Τάφοι» και ζητάει τη συνδρομή του. Μεταξύ πολλών άλλων, αναφέρεται ότι αντικείμενα (λεηλατημένες ελληνικές αρχαιότητες) «διατίθεντο σε εμάς προς πώληση από Ελληνες στο εσωτερικό τον Φεβρουάριο-Μάρτιο 2013. Τα ίδια αντικείμενα διατίθενται πλέον από το κύκλωμα κατοχής και εμπορίας εξωτερικού, στο οποίο έχουμε διεισδύσει…».

Αλήθεια, το «διατίθεντο σε εμάς» τι ακριβώς σημαίνει και ποια ιδιότητα είχαν τα πρόσωπα πίσω από το «εμάς»; Και γιατί δεν πήγε αμέσως η υπόθεση στον εισαγγελέα; Επίσης, στην επιστολή Τζαβάρα προς Δένδια περιέχονται συνημμένες φωτογραφίες-«αποδεικτικά στοιχεία», που παραπέμπουν -μεταξύ άλλων- και σε αρχαιότητες μη ελληνικές, ίσως και πλαστές. Η επιστολή μεταφέρει εκτιμήσεις ακόμη και για την εμπλοκή του υιού Μιλόσεβιτς στην αγορά των αρχαιοτήτων. Ηταν «ο δράκος που έλειπε από το παραμύθι»; Αν δεν ήταν τραγωδία, μάλλον θα ήταν φάρσα…

Τα ερωτήματα πάντως είναι περισσότερα από τις απαντήσεις.

►Υπήρξε άραγε επιτροπή αρχαιολόγων που αποφάνθηκε για την προέλευση ή και τη γνησιότητα των επίμαχων «αποδεικτικών στοιχείων»;

►Πόσα χρήματα δόθηκαν από τα μυστικά κονδύλια της ΕΥΠ για την επιχείρηση;

►Ηταν μια προσπάθεια χειραγωγημένης πολιτικά έρευνας-φιάσκο που κατέληξε λίγο αργότερα στην επίσης χειραγωγημένη πολιτικά Αμφίπολη; Ηταν πολιτικά τα κριτήρια ή υπάρχουν και άλλες πλευρές που σχετίζονται με τη διαμάχη υπηρεσιών, προσωπικές φιλοδοξίες, ακόμη και άλλα ανεξιχνίαστα οφέλη;

►Επεσε τελικά η «ομάδα των τάφων» (τότε άνευ εκπροσώπου) θύμα καλοστημένης απάτης;

►Κι αν είναι έτσι, υπάρχει πολιτική ή και άλλη ευθύνη;

Ομως η κωμικο-τραγωδία των «τάφων» έχει και συνέχεια… προσεχώς.

 *Τα ονόματα «Ηρα», «Ιακώβ» και «Κατερίνα» είναι ψευδώνυμα. Τα πραγματικά τους στοιχεία είναι στη διάθεση της εφημερίδας, όπως επίσης και τα επίμαχα φωτογραφικά αρχεία.

 Ερώτηση Τσίπρα – 2011

Η «Επιχείρηση Τάφοι» στη Βουλή

Τον Δεκέμβριο του 2011, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας κατέθεσε στη Βουλή επίκαιρη ερώτηση σχετικά με τη δράση της ΕΥΠ. Στην απάντησή του, ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Χρήστος Παπουτσής, αναφέρθηκε -μεταξύ άλλων- και στα μυστικά κονδύλια της ΕΥΠ που εκταμιεύτηκαν το 2010 (χρονιά κρίσης…) για απόρρητες δαπάνες, συνολικού ύψους 5,9 εκατ. ευρώ.

Χρήστος Παπουτσής Ο Χρήστος Παπουτσής, πρώην υπ. Προστασίας του Πολίτη, στη Βουλή τον Δεκέμβριο του 2011. | EUROKINISSI/ ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

«Από τα 5,9 εκατομμύρια, το ποσό του 1,2 εκατ. προβλέπεται για επιχείρηση, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, δεν έχει αναλωθεί, έχει -δε- μεταφερθεί στο επόμενο έτος», δήλωσε στη Βουλή ο κ. Παπουτσής. Η επιχείρηση -όπως προκύπτει πλέον από τα στοιχεία της «Εφ.Συν.»- αφορούσε τον «τάφο της Ολυμπιάδας». Ωστόσο, σχετικά κονδύλια εκταμιεύτηκαν αργότερα. Πόσα άραγε; Προφανώς τα παραστατικά για τις απόρρητες δαπάνες της εποχής έχουν -ως είθισται και προβλέπεται και από τον νόμο- καταστραφεί. Ομως, η «Επιχείρηση Τάφοι» πρέπει να έχει αφήσει ίχνη στην Κατεχάκη.

www.efsyn.gr
εφημερίδα των συντακτών

Amphipolis.gr | Το «δολάριο» του Μεγάλου Αλεξάνδρου

 
 

Τα νομίσματα που βρέθηκαν στο ταφικό μνημείο της Αμφίπολης – νομίσματα με την κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, νομίσματα του 2ου αιώνα π.Χ. αλλά και του 3ου αιώνα μ.Χ.- «φωτίζουν» την άλλη πλευρά της πολυεθνικής αυτοκρατορίας του.

«Έκοψε» όσο ζούσε ο Αλέξανδρος νόμισμα με την κεφαλή του;
Γιατί το νόμισμα του ήταν «σκληρό νόμισμα» και «εγγυημένος τίτλος» στις διεθνείς αγορές;
Ποια ήταν η «επανάσταση» στις συναλλαγές που έφερε στην κεντρική Ασία;
Τι έκαναν οι διάδοχοι του;
Απευθυνθήκαμε στον Γιώργο Κακαβά, διευθυντή του Επιγραφικού και Νομισματικού Μουσείου, πρώην διευθυντή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
«Όταν το 333 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος νίκησε στην Ισσό, υιοθέτησε την αθηναϊκή νομισματική πολιτική και τα νομίσματά του, τα γνωστά αλεξάνδρεια τετράδραχμα, κυριαρχούν με τη σειρά τους στις διεθνείς αγορές. Ακόμα και μετά το θάνατό του στρατηλάτη, επί δύο αιώνες, αρκετές ελληνικές πόλεις εξακολουθούν να κόβουν νομίσματα στο όνομά του».

Ο Αλεξάνδρος στα νομίσματα

«Ο Αλέξανδρος ο Γ΄ ή Μέγας δεν απεικονίζεται όσο ζούσε ουδέποτε στις κοπές των νομισμάτων» εξηγεί ο κ. Κακαβάς. «Πολλές φορές ταυτίζεται ή συγχέεται η απεικόνιση της κεφαλής του αγένειου Ηρακλή που φέρει λεοντοκεφαλή στην πρόσθια όψη των τετραδράχμων και των δραχμών του με την επιγραφή ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ενόσω ζούσε και ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ μετά θάνατον, με το πορτραίτο του ηγεμόνα.
Οι πρώτες απεικονίσεις του απαντούν σε μεταθανάτιες κοπές των διαδοχών του στρατηλάτη. Ο Αλέξανδρος απεικονίζεται ως θεοποιημένος στις κοπές του Λυσιμάχου με τα κέρατα του Αμμωνος Διός, στις κοπές του Πτολεμαίου του Α΄ Σωτήρος με τα κέρατα του Αμμωνος Διός και δορά ελέφαντα ως κάλυμμα κεφαλής και τέλος στις πρώτες κοπές του Σελεύκου του Α΄, όπου απεικονίζεται με κράνος από δέρμα λεοπάρδαλης και κέρατα ταύρου. Η απεικόνιση έχει καθαρά προπαγανδιστικό /ιδεολογικό χαρακτήρα και αποσκοπεί στο να εμφανιστούν αυτοί και μόνο ως νόμιμοι συνεχιστές του έργου του».
1nomisma
Χρυσός στατήρας Μ. Αλεξάνδρου 330-320 π.Χ. Νομισματοκοπείο Αμφίπολης

Ακόμη και οι Κέλτες

«Το θεοποιημένο πορτραίτο του Αλεξάνδρου απεικονίζεται επίσης και στις κοπές της Μακεδονίας τον 1ο αι. π.Χ., όταν πια η περιοχή έχει μετατραπεί σε Ρωμαϊκή επαρχία και η οικονομία της ελέγχεται αποκλειστικά και εξολοκλήρου από τους Ρωμαίους. Η κυκλοφορία του νομίσματός του έχει μεγάλη εμβέλεια (από τη Μέση Ανατολή και τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο) τόσο εν ζωή όσο και μετά θάνατον καθορίζοντας τις οικονομικές σχέσεις μιας «πολυεθνικής» αυτοκρατορίας. Η αναγνώριση της προσωπικότητας του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι τόσο μεγάλη ώστε το νόμισμά του απαντά και σε απομιμήσεις στους Κέλτες και του Θράκες».

Το δολάριο της εποχής

Δηλαδή, ήταν το δολάριο, το «σκληρό νόμισμα» της εποχής;
«Ακριβώς. Το τετράδραχμο του Αλεξάνδρου είναι το διεθνές νόμισμα του ελληνιστικού κόσμου. Όπως στη σημερινή εποχή, έτσι και στις οικονομίες του παρελθόντος υπήρχαν ισχυρά – «διεθνή» νομίσματα, σαν το δολάριο ή το ευρώ στις μέρες μας. Τα φερέγγυα αυτά νομίσματα είχαν μια κυκλοφορία υπερτοπικής εμβέλειας και γίνονταν ευρύτερα αποδεκτά εξαιτίας της σταθερής εσωτερικής τους αξίας και της καθαρότητας του μετάλλου τους.
Οι παράγοντες που καθιστούσαν ένα νόμισμα ισχυρό ή «διεθνές» ήταν η γεωπολιτική έκταση, η εμπορική κυριαρχία και η οικονομική ευρωστία της Αρχής, που το εξέδιδε (πόλη, κράτος, βασίλειο, αυτοκρατορία). Επίσης, καθοριστικοί παράγοντες ήταν ο αυστηρός κρατικός έλεγχος στην παραγωγή, την κοπή του δηλ., αλλά και τη διακίνησή του, η ρευστότητα μετάλλου και πάνω απ΄όλα, ο εγγυημένος τίτλος και το σταθερό βάρος του».
2nomisma
Χρυσός στατήρας Μ. Αλεξάνδρου 330-320 π.Χ. Νομισματοκοπείο Αμφίπολης

Στην κλίμακα της παγκόσμιας οικονομικής κυριαρχίας

«Έτσι, μετά το αργυρό τετράδραχμο της Αθήνας και το χρυσό δαρεικό της Περσικής αυτοκρατορίας, το επόμενο ισχυρό-«διεθνές» νόμισμα θα καταστεί το νόμισμα του Αλεξάνδρου, πριν και μετά το θάνατό του, στην παγκόσμια χρηματαγορά της εποχής μέχρι και τα μέσα του 1ου αι. π.Χ.
Πέρα από τον κυρίαρχο ρόλο που παίζει στην οικονομία του ελληνιστικού κόσμου, αξίζει να σημειωθεί ότι είναι και το νόμισμα που «διδάσκει» τον εγχρήματο τρόπο συναλλαγών σε λαούς που ζούσαν έως τότε σε πλήρη αχρηματία (λαοί Κεντρικής Ασίας). Στην κλίμακα της παγκόσμιας οικονομικής κυριαρχίας, το τετράδραχμο του Αλεξάνδρου θα διαδεχθούν: ο αργυρός denarius της Ρώμης, ο χρυσός σόλιδος των Βυζαντινών, το αργυρό dirhem του αραβικού κόσμου, το χρυσόducato της Γαληνοτάτης Βενετίας, το αργυρό τάληρο των Αψβούργων, τα 8 Reales -το αργυρό νόμισμα της θαλασσοκράτειρας Ισπανίας-, η χρυσή λίρα της Βρετανίας, το δολάριο και το ευρώ».

Οι διάδοχοι και η κεφαλή του Ηρακλή

«Η κεφαλή του Ηρακλή, γενάρχη της δυναστείας των Τημενιδών, που είναι χαραγμένη στην πρόσθια όψη των τετράδραχμων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έγινε τόσο γνωστή ώστε ταυτίστηκε στη σκέψη των μεταγενέστερων με τον ίδιο τον Μακεδόνα βασιλέα. Οι Διάδοχοι, προκειμένου να πετύχουν την εδραίωση της αρχής τους και να εμφανιστούν ως φυσικοί συνεχιστές του έργου και της φιλοσοφίας του Αλεξάνδρου, αναπαρήγαγαν την κεφαλή του Ηρακλή που απεικονιζόταν στα νομίσματα του Αλεξάνδρου στις νομισματικές εκδόσεις που κυκλοφόρησαν στις χώρες που αυτοί κληρονόμησαν.
Ο Αλέξανδρος των πρόσθιων όψεων στα τετράδραχμα του Πτολεμαίου Α΄ Σωτήρος (319-315 π.Χ.) φέρει ως κάλυμμα της κεφαλής δορά ελέφαντος, σε ανάμνηση της εκστρατείας του στρατηλάτη στην Ινδία, αλλά και γύρω στο λαιμό την αιγίδα του Δία. Το παράδειγμα ακολούθησε στην Ανατολή ο Σέλευκος ο Α΄, ο κυριότερος κληρονόμος των ασιατικών κτήσεων, στους διπλούς χρυσούς δαρεικούς (305-301 π.Χ.). Τέλος, ο Αλέξανδρος των πρόσθιων όψεων στα τετράδραχμα του Λυσιμάχου (αρχές 3ου αι. π.Χ.) με την προσθήκη του κέρατος επιβεβαιώνει τη θεϊκή υπόστασή του, ως παις Διός, αυτήν που του είχε αναγνωρίσει το αιγυπτιακό ιερατείο του Άμμωνος Διός».
3nomisma
Αργυρό τετράδραχμο Μ. Αλεξάνδρου 323-320 π.Χ. Νομισματοκοπείο Αμφίπολης

Μέχρι πότε

«Ο Φίλιππος ο Γ΄, ετεροθαλής αδελφός του Μεγάλου Αλεξάνδρου, συνέχισε την κοπή αργυρών νομισμάτων με τους τύπους του Αλεξάνδρου αλλά με το δικό του πλέον όνομα. Κατά τη βασιλεία του Κασσάνδρου (316-297 π.Χ.), στη Μακεδονία συνεχίσθηκε η έκδοση τετραδράχμων στο όνομα του Αλεξάνδρου. Επίσης, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής (306-293 π.Χ.), στην αρχή της βασιλείας του συνέχισε να κόβει νομίσματα με τους τύπους του Αλεξάνδρου, διαφοροποιώντας μόνο την επιγραφή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ. Επίσης, ο Αντίγονος Γονατάς (277/6-239 π.Χ.) έκοψε τετράδραχμα με τους τύπους του Αλεξάνδρου και την επιγραφή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ. Αυτές είναι και οι τελευταίες εκδόσεις των Μακεδόνων βασιλέων που χρησιμοποιούν τους τύπους των νομισμάτων του Μεγάλου Αλέξανδρου.
Στο Βασίλειο της Θράκης, στην πρώιμη νομισματοκοπία του βασιλέως Λυσιμάχου (360-281 π.Χ.) εντάσσονται αργυρές δραχμές με τους τύπους και το όνομα του Αλεξάνδρου, ενώ πολύ σύντομα το όνομα αντικαταστάθηκε με αυτό του ΛΥΣΙΜΑΧΟΥ.
Στο Βασίλειο των Ατταλιδών, ο Φιλέταιρος, περί το 280 π.Χ. εξέδωσε τετράδραχμα με τους τύπους του Μεγάλου Αλεξάνδρου με το όνομα ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ αλλά και με το όνομα ΣΕΛΕΥΚΟΥ και στο βασίλειο των Πτολεμαίων, μόνο ο Πτολεμαίος ο Α΄ ο Λάγου (367-282 π.Χ.) έκοψε νομίσματα με τους τύπους του Μεγάλου Αλεξάνδρου και το όνομα ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ.
Τέλος στο Βασίλειο των Σελευκιδών, ο Σέλευκος ο Α΄ Νικάτωρ (358/3-281 π.Χ.) εξέδωσε αρχικά αργυρά τετράδραχμα με τους τύπους του Μεγάλου Αλεξάνδρου και την επιγραφή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΣΕΛΕΥΚΟΥ».
4nomisma
Αργυρό τετράδραχμο Μ. Αλεξάνδρου 323-320 π.Χ. Νομισματοκοπείο Αμφίπολης

Τοπικά νομισματοκοπεία ελληνικών πόλεων

«Οι ίδιες οι πόλεις αποτελούν νομισματοκοπεία του βασιλείου του εκάστοτε ελληνιστικού μονάρχη».

Έως την έλευση των Ρωμαίων

«Το νόμισμα που εισήγαγε ο Μέγας Αλέξανδρος για την επικράτειά του δεν εξαφανίστηκε μετά το θάνατο του στρατηλάτη, αλλά συνέχισε να κόβεται και να κυκλοφορεί σε ολόκληρο τον ελληνιστικό κόσμο έως την έλευση των Ρωμαίων.
Στις αρχαίες φιλολογικές πηγές τα νομίσματα αυτά αναφέρονται ως «αλέξανδροι». Μετά το θάνατο του Αλέξανδρου, στα υπάρχοντα νομισματοκοπεία προστέθηκαν δεκάδες νέα στην Μακεδονία, στην Ήπειρο, στην Ιλλυρία, στην Παιονία, στην Κεντρική Ελλάδα, στην Πελοπόννησο, στην Μικρά Ασία, στην Κύπρο, στην Συρία, στην Φοινίκη, στην Αίγυπτο και Κυρήνη, στην Ανατολή και στη Μαύρη Θάλασσα. Οι τελευταίες εκδόσεις «αλεξάνδρων» κόπηκαν στο πρώτο τέταρτο του 1ου αι. π.Χ. από τις ελληνικές πόλεις της Οδησσού και της Μεσημβρίας στη Μαύρη Θάλασσα».

Το 2ο αιώνα π.Χ. στη Μακεδονία

«Το 2ο αι. π.Χ. στη Μακεδονία εκτός από τις κοπές των τελευταίων Αντιγονιδών Μακεδόνων βασιλέων (Αντίγονος Β΄ Γονατάς, Φίλιππος και Περσέας), κυκλοφορούν οι αυτόνομες κοπές με την επιγραφή ΚΟΙΝΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ, αργυρά τετράδραχμα Αθηνών, της επονομαζόμενης «νέας τεχνοτροπίας», τα τετρώβολα Ιστιαίας, οι επονομαζόμενες «ψευδοροδιακές» δραχμές κ.ο.κ.»

Πρώτα ρωμαϊκά χρόνια

«Οσον αφορά στους αυτοκρατορικούς χρόνους (1ος -3ος αι. μ.Χ.) στον ελλαδικό χώρο κυκλοφορούν σποραδικά δηνάρια (αργυρό νόμισμα της Ρώμης), που προορίζονται για πληρωμές των Ρωμαίων στρατιωτών αλλά κυρίως εγχώριες χάλκινες κοπές, απαραίτητες για τις τοπικές εγχώριες οικονομικές συναλλαγές. Ειδικά στις πόλεις του ελληνικού χώρου εκδίδονται νομίσματα με το πορτραίτο του εκάστοτε αυτοκράτορα στην εμπρόσθια πλευρά και θεότητες και σύμβολα των πόλεων που προσδίδουν στις πόλεις μια αίσθηση ψευδοαυτονομίας».

Τον 3ο αι. μ.Χ. στη Μακεδονία

«Τον 3ο αι. μ.Χ. οι συναλλαγές γίνονται ως επι το πλείστον με χάλκινες κοπές των πόλεων της Μακεδονίας, όπως της Θεσσαλονίκης, της Πέλλας, της Αμφίπολης, του Δίου, των Φιλίππων καθώς και με κοπές του Κοινού των Μακεδόνων με απεικονίσεις της κεφαλής του θεοποιημένου Αλεξάνδρου καθώς και επεισοδίων από τη ζωή του (π.Χ.το ημέρωμα του Βουκεφάλα)».
www.difernews.gr

amphipolis.gr | Πού είναι τα αρχαία μας;

Kατάλογος πρωτότυπων έργων τέχνης, εποχής Αλεξάνδρου Φιλίππου, που βρίσκονται σε ξένες χώρες υπό δημόσια ή ιδιωτική κατοχή και αποτελούν διαχρονικά ανά τους αιώνες, προιόντα κλοπής.

Αστείο επιχείρημα αποτελεί το γεγονός της επίκλησης, ότι δήθεν τα έργα αυτά αποτελούν αντίγραφα της αρχαίας εποχής και όχι τα πρωτότυπα έργα. Τα έργα αυτά ανήκουν στους ΄Ελληνες και θα αναζητηθούν σε διεθνές επίπεδο, με όλους τους νόμιμους τρόπους, για να επαναπατρισθούν στην γενέθλια γη τους.

  Μουσείο Νάπολι.tif

Νάπολι.tif

1.             Έφιππος ανδριάντας του Αλεξάνδρου του Φιλίππου. ΄Εργο του

 οικογενειακού γλύπτη της βασιλικής Μακεδονικής Δυναστείας των Αργεαδών, δηλαδή του διάσημου Λυσίππου, που κατήγετο από την Σικυώνα της Κορίνθου. Εκλάπη από τους Ρωμαίους από την σημερινή αρχαιολογική περιοχή του Δίον Πιερίας, μετά την κατάληψη της Ελλάδος από τους Ρωμαίους. Αποκαλύφθηκε κατά τις ανασκαφές στοΕρκολάνο της Ιταλίας. Σήμερα βρίσκεται υπό την παράνομη δημόσια κατοχή της Ιταλίας, στο αρχαιολογικό μουσείο της Νάπολης.

     Το ιστορικό δημιουργίας του έργου, είναι το ακόλουθο. Στην μάχη του Γρανικού ποταμού την άνοιξη του 334 π.Χ, η Απολλωνία ίλη, με ίλαρχο τον Σωκράτη και διοικητή τον Πτολεμαίο του Λάγου, είχε λάβει την διαταγή της πρώτης επιθέσεως – επελάσεως. Οιπρώτοι 25 ιππείς που εφονεύθησαν κατά την πρώτη έφοδο της μάχης του Γρανικού,ετιμήθησαν από τον Αλέξανδρο που διέταξε τον Λύσιππο, να φιλοτεχνήσει αυτά τα παλληκάρια με 25 αντίστοιχους έφιππους ανδριάντες, που τοποθετήθηκαν στο γνωστό μας Δίον στην Πιερία. Τους 25 έφιππους ανδριάντες συντρόφευε και ο υπόψη ανδριάντας του Αλεξάνδρου.

 Μουσείο Νάπολι.jpg

 άλογα Λυσίππου.jpg

2.           Οι 25 αυτοί έφιπποι ανδριάντες είχαν το ακόλουθο περιπετειώδες

 ιστορικό, χαρακτηριστικό δείγμα λεηλασίας και κλοπής των ελληνικών έργων τέχνης. Το 146 π.Χ μετά την μάχη της Πύδνας στην Μακεδονία και την κατάληψη της Ελλάδος από την Ρώμη, εκλάπησαν από τον ρωμαίο Κόιντο Μέτελλο και μεταφέρθηκαν στηνΡώμη, για να διαμορφωθεί η ομώνυμη στοά του  (Porticus Metelli). Με την σύσταση του Βυζαντινού κράτους, o Mέγας Κωνσταντίνος μετέφερε κάποιους από αυτούς τους 25 έφιππους ανδριάντες, που εκόσμησαν τον Βυζαντινό ιππόδρομο τηςΚωνσταντινούπολης.

 Στην συνέχεια των αιώνων και κατά την περίοδο των σταυροφοριών, το 1204εκλάπησαν εκ νέου από τους σταυροφόρους, από τον χώρο του Βυζαντινού ιπποδρόμου στην Κωνσταντινούπολη και μεταφέρθηκαν για δεύτερη φορά στην Ιταλία, στην βασιλική του Αγίου Μάρκου στην Βενετία. Το 1799 ο Ναπολέων Βοναπάρτης, τα έκλεψε από τον καθεδρικό ναό της Βενετίας, τα μετέφερε στο Παρίσι και τα έστησε στην αψίδα Καρουσέλ. Μετά την πτώση του Ναπολέοντα το 1815, τα κλεμμένα ελληνικά αγάλματα επέστρεψαν στην Βενετία. Σήμερα διασώζονται 4–5 μπρούτζινα επιχρυσωμένα άλογα, χωρίς τους αναβάτες τους, στην Βασιλική του Αγίου Μάρκου, στην Βενετία τηςΙταλίας και σχετικά πρόσφατα στο αρχαιολογικό μουσείο της ίδιας πόλης. Δίον, Ρώμη,Κωνσταντινούπολη, Βενετία, Παρίσι, Βενετία, υπήρξε ανά τους αιώνες το τραγικό ταξίδι κλοπής των έργων τέχνης του προσωπικού γλύπτη του Αλεξάνδρου, του περίφημου Λυσίππου από το Κιάτο (Συκιών) Κορινθίας. Χρέος τιμής και καθήκοντοςόλων των Ελλήνων, ο επαναπατρισμός τους στην γενέθλια γη τους, στο Δίον Πιερίας, έξω από το Λιτόχωρο, στον αρχαιολογικό χώρο. Εκεί ανήκουν.

  Πομπηία.jpg

3. Ψηφιδωτό του Λυσίππου, αφιερωμένο στην μάχη της Ισσού. Το

 ψηφιδωτό αυτό υπήρχε τυπωμένο στο ελληνικό χιλιάρικο της δεκαετίας του

  1950. Εκλάπη από τους ρωμαίους στην Συρία, όπου και βρισκόταν στην κατοχή των διαδόχων του Σέλευκου, βασιλιά του Ελληνιστικού βασιλείου της περιοχής, στρατηγού και σωματοφύλακα του Αλεξάνδρου. Μεταφέρθηκε στην Πομπηία και υπέστη μερική καταστροφή από την ηφαιστειακή λάβα, κατά την έκρηξη του ηφαιστείου του Βεζουβίου, που κατέστρεψε την διάσημη πόλη. Σήμερα το εκπληκτικό αυτό έργο τέχνης του Λυσίππου, βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Νάπολης στην Ιταλία. Το Πολυτεχνείο της Νάπολης ερεύνησε επισταμένα την τεχνοτροπία και τα χρώματα του ψηφιδωτού, ανακαλύπτοντας μάλιστα και άλλα γνωστά, πλην του Δαρείου και του Αλεξάνδρου, πρόσωπα, με την χρήση τεχνολογίας λέιζερ και την μερική μεγέθυνση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, τμημάτων του όλου έργου.

 

4.         Κεφαλή του Αλεξάνδρου. Βρέθηκε στα Μέγαρα. Σήμερα βρίσκεται στο μουσείοΓκετύ (J. Paul Getty), στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. Είναι μέχρι στιγμής άγνωστες, οι λεπτομέρειες της παράνομης εξόδου της κεφαλής από την Ελλάδα και της νομιμοποίησης της κατοχής της στην Αμερική, άλλως δηλαδή το νομικό ιστορικό της κλοπής και της παράνομης κατοχής και ιδιοποίησης.

 Βερολίνο.tif

5.    Προτομή του Αλεξάνδρου, κεφάλι με ολόκληρο στήθος, του έτους 300 π.Χ, τμήμααπό μαρμάρινο άγαλμα.  Mετά την μάχη του Γρανικού, την απελευθέρωση της Μιλήτου από τους Πέρσες, ο Αλέξανδρος επισκέφθηκε την Πριήνη, μια παλιά ελληνική πόλη, που υπέφερε από τις πλημμύρες του ποταμού Μαιάνδρου, και γι΄ αυτό τον λόγο ξαναχτιζότανε σε μια πλαγιά της Μυκάλης.

Ο ναός της Αθηνάς στο πλέον επιφανές ύψωμα της Πριήνης, γνώρισε την γενναιοδωρία του Αλέξανδρου, όπως μαρτυρεί η αφιερωματική επιγραφή : Βασιλεύς Αλέξανδρος ανέθηκε τον ναόν Αθηναίηι Πολιάδι. Βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο του Βερολίνου (Antikenmuseum) στην Γερμανία. Βρέθηκε κατά την διάρκεια των ανασκαφών της Πριήνης. ΄Αγνωστες οι λεπτομέρειεςπαράνομης κατοχής του υπόψη έργου, από τις γερμανικές αρχές.

 Aλέξ + Δαρείος.tif

Δαρείος Αλέξανδ.tif

6.        Αμφορέας από το Ruvo, 330- 320 π.Χ, που απεικονίζει την μάχη του Δαρείου με τον Αλέξανδρο, στην κεντρική ζώνη του αμφορέα, πιθανόν την μάχη της Ισσού.  Ο έφιππος Αλέξανδρος απεικονίζεται έφιππος. Σήμερα βρίσκεται στο εθνικό αρχαιολογικό μουσείο της Νάπολης στην Ιταλία. ΄Αγνωστες οι λεπτομέρειες χρόνου εύρεσης και παράνομης κατοχής του υπόψη αγγείου.

 μετάλλιο Αιγύπτου.jpg

7.      Χρυσό μετάλλιο που απεικονίζει την μορφή του Αλεξάνδρου. Βρέθηκε στο Αμπουκίρ της Αιγύπτου. Σήμερα βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο του Βερολίνο, στην Γερμανία. ΄Αγνωστες οι λεπτομέρειες χρόνου εύρεσης και κατοχής του υπόψη μεταλλίου.

 Koπεγχάγη.tif

8.     Μαρμάρινη προτομή του Αλεξάνδρου, κεφάλι με ολόκληρο στήθος, που βρέθηκε στην Ταρσό. Σήμερα βρίσκεται στο μουσείο της Κοπεγχάγης στην Δανία. ΄Αγνωστες οι λεπτομέρειες χρόνου εύρεσης και κατοχής, από τις αρχές της Δανίας.

 Σαρδόνυχας Πυργοτέλης Παρίσι.tif

9.       Χαρακτικό σε σαρδόνυχα, που απεικονίζει τον Αλέξανδρο κερασφόρο, και υποδεικνύει αλληγορικά τον Απόλλωνα Καρνείο, που ήταν ένας από τις πλέον αρχαίες θεότητες της Μακεδονίας. Έργο του 325 π.Χ περίπου. Εκπληκτικό κομψοτέχνημα δια χειρός του Πυργοτέλη, κορυφαίου χαράκτη και προσωπικού φίλου του Αλεξάνδρου. Βρίσκεται σήμερα στο Cabinet de Medailles, Raris, στην Γαλλία. ΄Αγνωστες οι λεπτομέρειες χρόνου εύρεσης και παράνομης κατοχής, από τις γαλλικές αρχές.

 KαμέοΑλέξανδρος.Βιέννη..tif

10.      Ορυκτό Καμέο με τον Αλέξανδρο και την Ολυμπιάδα, πιθανόν έργο του Πυργοτέλη. Βρίσκεται στο Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης στην Βιέννη,  στην Αυστρία (Kunsthistorisches Museum), του 350–300 π.Χ. Ακόμη ένα παρόμοιο βρίσκεται στην Αγία Πετρούπολη στην Ρωσία.

SCAN421.tif

11.  Τρία (3) Νικητήρια Μετάλλια του Αλεξάνδρου. Εκπληκτικά κομψοτεχνήματα της ελληνικής νομισματικής τέχνης. Φιλοτεχνήθηκαν  πιθανότατα από περιοχές τηςΜακεδονίας, κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής κατοχής της Ελλάδος, που είχαν το δικαίωμα να διοργανώνουν αθλητικούς αγώνες, όπως η Βέροια, η Θεσσαλονίκη και ηΠέρινθος στην Θράκη. Οι εμπρόσθιες όψεις απεικονίζουν τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο, ενώ οι οπισθότυπες πλευρές παριστάνουν τον Αλέξανδρο με το άρμα της φτερωτής νίκης και σε κυνήγι λέοντος. Βρέθηκαν το 1867, αγοράστηκαν από αξιωματικούς του Ναπολέοντα Γ΄ και απεδόθησαν στην νυν Εθνική Βιβλιοθήκη τηςΓαλλίας. Λείπουν οι λεπτομέρειες εύρεσης και παράνομης αγοράς.

 SCAN425.tif

12.    Ένα (1) μετάλλιο με εμπρόσθια όψη που φέρει την Αθηνά με περικεφαλαία διακοσμημένη με φίδι και οπίσθια όψη τον Αλέξανδρο σε κυνήγι λέοντος. Βρέθηκε στιςΣέρρες από τον άγγλο αντισυνταγματάρχη Leake, και από το 1864 περίπου βρίσκεται στο Fitzwilliam Fund, στο Κέμπριτζ, στην Αγγλία. ΄Αγνωστες οι λεπτομέρειες της παράνομης κατοχής και ιδιοποίησης.

 Στήλη Αζάρα.jpg

13.     Προτομή του Αλεξάνδρου, έργο του Λυσίππου, γνωστή ως προτομή του Αζάρα. Βρέθηκε στο Τίβολι στην Ιταλία και στην κατοχή του Αζάρα, του Ισπανού πρέσβη στην Ρώμη και ακολούθως στο Παρίσι. Μέσω αυτού του κυρίου, η προτομή του Αλεξάνδρου πέρασε στα χέρια του Ναπολέοντα του Κορσικανού. Σήμερα βρίσκεταιπαράνομα  στην Γαλλία, στο μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι. Η θέση της ανήκει στο μουσείο της Πέλλας, από όπου έχει πιθανότατα κλαπεί από τους Ρωμαίους.  

 SCAN412.tif

14.        Αλέξανδρος – Ήλιος – Κοσμοκράτωρ. Από την Αμισό του Πόντου, του 350 –300 π.Χ. Σήμερα βρίσκεται στο Βέλγιο στις Βρυξέλλες, στο Μusee du Cinquantenaire. Άγνωστες οι λεπτομέρειες της παράνομης λαθροκατοχής από τις Βελγικές αρχές και της πιθανής αγοραπωλησίας.

 SCAN413.tif

15.      Μικρογραφία ασπίδας που απεικονίζει τον Αλέξανδρο – ΄Ηλιο. Βρέθηκε στον τάφο των Ερώτων στην Ερέτρια Ευβοίας. Σήμερα βρίσκεται στην Αμερική, στο Μουσείο Καλών Τεχνών στην Βοστώνη. Άγνωστες οι λεπτομέρειες της παράνομης εξόδου από την Ελλάδα και παράνομης λαθροκατοχής, από τις αμερικανικές αρχές. Η θέση του έργου αυτού ανήκει στο αρχαιολογικό μουσείο της Χαλκίδος.

 Κιονόκρανο  εισόδου  ανακτόρων :  Σύνθετο ιωνικό κιονόκρανο από την είσοδο των ανακτόρων των Αιγών (Βεργίνα).  Βρίσκεται και αυτό εκπατρισμένο στο μουσείο του Λούβρου. Ανήκει στον  αρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας, όχι στο Λούβρο. Θα διεκδικήσουμε με κάθε νόμιμο τρόπο και  σε διεθνές επίπεδο τον επαναπατρισμό του, στην γη όπου ανήκει. Εκεί στον ίδιο χώρο, όπου αντίκρυσε  τον Φίλιππο, τον Αλέξανδρο, την Ολυμπιάδα.

16. Κιονόκρανο  εισόδου  ανακτόρων :  Σύνθετο ιωνικό κιονόκρανο από την είσοδο των ανακτόρων των Αιγών (Βεργίνα).  Βρίσκεται και αυτό εκπατρισμένο στο μουσείο του Λούβρου. Ανήκει στον αρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας, όχι στο Λούβρο. Θα διεκδικήσουμε με κάθε νόμιμο τρόπο και  σε διεθνές επίπεδο τον επαναπατρισμό του, στην γη όπου ανήκει. Εκεί στον ίδιο χώρο, όπου αντίκρυσε  τον Φίλιππο, τον Αλέξανδρο, την Ολυμπιάδα.

 http://safem.gr

amphipolis.gr | Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΚΑΙ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ

You can see λίκνων being used in a Dionysiac Procession in this Dionysus sarcophagus

Οι Αλεξανδρινοί και οι Ρωμαίοι παρουσιάζουν τον Διόνυσο σαν εύθυμο Βάκχο, θεό του κρασιού και της διασκέδασης. Όμως ο Διόνυσος είναι κάτι περισσότερο από όλα αυτά και οι διάφοροι λατρευτικοί του τίτλοι, όπως Δενδρίτης, Άνθιος, Κάρπις, Φλεύς κ.α., το επιβεβαιώνουν. Όσον αφορά τα Διονυσιακά όργια, δεν είχαν την σημερινή έννοια των οργίων, αλλά ήταν πράξεις ευλάβειας και λατρείας, ενώ οι πράξεις των μαινάδων του ανήκαν σε χειμωνιάτικες τελετές και φαίνεται πως δεν είχαν σχέση με τις γιορτές του κρασιού.

ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Amphipolis.gr | Greco-Buddhist art

Greco-Buddhist art is the artistic manifestation of Greco-Buddhism, a cultural syncretism between the Classical Greek culture and Buddhism, which developed over a period of close to 1000 years in Central Asia, between the conquests of Alexander the Great in the 4th century BC, and the Islamic conquests of the 7th century AD. Greco-Buddhist art is characterized by the strong idealistic realism and sensuous description of Hellenistic art and the first representations of the Buddha in human form, which have helped define the artistic (and particularly, sculptural) canon for Buddhist art throughout the Asian continent up to the present. It is also a strong example of cultural syncretism between eastern and western traditions.

The origins of Greco-Buddhist art are to be found in the Hellenistic Greco-Bactrian kingdom (250 BC- 130 BC), located in today’s Afghanistan, from which Hellenistic culture radiated into the Indian subcontinent with the establishment of the Indo-Greek kingdom (180 BC-10 BC). Under the Indo-Greeks and then the Kushans, the interaction of Greek and Buddhist culture flourished in the area of Gandhara, in today’s northern Pakistan, before spreading further into India, influencing the art of Mathura, and then the Hindu art of the Gupta empire, which was to extend to the rest of South-East Asia. The influence of Greco-Buddhist art also spread northward towards Central Asia, strongly affecting the art of the Tarim Basin, and ultimately the arts of China, Korea, and Japan.

Hellenistic art in southern Asia

Silver coin depicting the Greco-Bactrian king Demetrius I (200-180 BC) wearing an elephant scalp, symbol of his conquest of India. Back: Herakles, holding a lion skin and a club resting over the arm. The text reads: ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ - BASILEŌS DĒMĒTRIOU "of King Demetrius".
Silver coin depicting the Greco-Bactrian king Demetrius I (200-180 BC) wearing an elephant scalp, symbol of his conquest of India. Back: Herakles, holding a lion skin and a club resting over the arm. The text reads: ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ – BASILEŌS DĒMĒTRIOU “of King Demetrius”.

Powerful Hellenistic states were established in the areas of Bactria and Sogdiana, and later northern India for three centuries following the conquests of Alexander the Great around 330 BC, the Seleucid empire until 250 BC, followed by the Greco-Bactrian kingdom until 130 BC, and the Indo-Greek kingdom from 180 BC to around 10 BC.

The clearest examples of Hellenistic art are found in the coins of the Greco-Bactrian kings of the period, such as Demetrius I of Bactria. Many coins of the Greco-Bactrian kings have been unearthed, including the largest silver and gold coins ever minted in the Hellenistic world, ranking among the best in artistic and technical sophistication: they “show a degree of individuality never matched by the often more bland descriptions of their royal contemporaries further West”. (“Greece and the Hellenistic world”).

These Hellenistic kingdoms established cities on the Greek model, such as in Ai-Khanoum in Bactria, displaying purely Hellenistic architectural features, Hellenistic statuary, and remains of Aristotelician papyrus prints and coin hoards.

Wine-drinking and music (Detail from Chakhil-i-Ghoundi stupa, Hadda, 1st-2nd century AD).
Wine-drinking and music (Detail from Chakhil-i-Ghoundi stupa, Hadda, 1st-2nd century AD).

These Greek elements penetrated in northwestern India following the invasion of the Greco-Bactrians in 180 BC, when they established the Indo-Greek kingdom in India. Fortified Greek cities, such as Sirkap in northern Pakistan, were established. Architectural styles used Hellenistic decorative motifs such as fruit garland and scrolls. Stone palettes for aromatic oils representing purely Hellenistic themes such as a Nereid riding a Ketos sea monster are found.

In Hadda, Hellenistic deities, such as Atlas are found. Wind gods are depicted, which will affect the representation of wind deities as far as Japan. Dionysiac scenes represent people in Classical style drinking wine from amphoras and playing instruments.

Interaction

As soon as the Greeks invaded India to form the Indo-Greek kingdom, a fusion of Hellenistic and Buddhist elements started to appear, encouraged by the benevolence of the Greek kings towards Buddhism. This artistic trend then developed for several centuries and seemed to flourish further during the Kushan Empire from the 1st century AD.

Artistic model

An Indo-Corinthian capital with the Buddha at its centre, 3-4th century, Gandhara.
An Indo-Corinthian capital with the Buddha at its centre, 3-4th century, Gandhara.

Greco-Buddhist art depicts the life of the Buddha in a visual manner, probably by incorporating the real-life models and concepts which were available to the artists of the period.

The Bodhisattvas are depicted as bare-chested and jewelled Indian princes, and the Buddhas as Greek kings wearing the light toga-like himation. The buildings in which they are depicted incorporate Greek style, with the ubiquitous Indo-Corinthian capitals and Greek decorative scrolls. Surrounding deities form a pantheon of Greek (Atlas, Herakles) and Indian gods (Indra).

Material

Stucco as well as stone was widely used by sculptors in Gandhara for the decoration of monastic and cult buildings. Stucco provided the artist with a medium of great plasticity, enabling a high degree of expressiveness to be given to the sculpture. Sculpting in stucco was popular wherever Buddhism spread from Gandhara – India, Afghanistan, Central Asia and China.

Stylistic evolution

Stylistically, Greco-Buddhist art started by being extremely fine and realistic, as apparent on the standing Buddhas, with “a realistic treatment of the folds and on some even a hint of modelled volume that characterizes the best Greek work” (Boardman). It then lost this sophisticated realism, becoming progressively more symbolic and decorative over the centuries.

Architecture

The presence of stupas at the Greek city of Sirkap, which was built by Demetrius around 180 BC, already indicates a strong syncretism between Hellenism and the Buddhist faith, together with other religions such as Hinduism and Zoroastrianism. The style is Greek, adorned with Corinthian columns in excellent Hellenistic execution.

The Titan Atlas, supporting a Buddhist monument, Hadda.
The Titan Atlas, supporting a Buddhist monument, Hadda.

Later in Hadda, the Greek divinity Atlas is represented holding Buddhist monuments with decorated Greek columns. The motif was adopted extensively throughout the Indian sub-continent, Atlas being substituted for the Indian Yaksa in the monuments of the Sunga around the 2nd century BC.

Buddha

One of the first representations of the Buddha, 1st-2nd century AD, Gandhara, Pakistan: Standing Buddha (Tokyo National Museum).
One of the first representations of the Buddha, 1st-2nd century AD, Gandhara, Pakistan: Standing Buddha (Tokyo National Museum).

Sometime between the 2nd century BC and the 1st century AD, the first anthropomorphic representations of the Buddha were developed. These were absent from earlier strata of Buddhist art, which preferred to represent the Buddha with symbols such as the stupa, the Bodhi tree, the empty seat, the wheel, or the footprints. But the innovative anthropomorphic Buddha image immediately reached a very high level of sculptural sophistication, naturally inspired by the sculptural styles of Hellenistic Greece.

Many of the stylistic elements in the representations of the Buddha point to Greek influence: the Greek himation (a light toga-like wavy robe covering both shoulders: Buddhist characters are always represented with a dhoti loincloth before this innovation), the halo, the contrapposto stance of the upright figures, the stylized Mediterranean curly hair and top-knot apparently derived from the style of the Belvedere Apollo (330 BC), and the measured quality of the faces, all rendered with strong artistic realism (See: Greek art). Some of the standing Buddhas (as the one pictured) were sculpted using the specific Greek technique of making the hands and sometimes the feet in marble to increase the realistic effect, and the rest of the body in another material.

Foucher especially considered Hellenistic free-standing Buddhas as “the most beautiful, and probably the most ancient of the Buddhas”, assigning them to the 1st century BC, and making them the starting point of the anthropomorphic representations of the Buddha (“The Buddhist art of Gandhara”, Marshall, p101).

Development

The Bimaran casket, representing the Buddha, is dated to around 30-10 BC. British Museum.
The Bimaran casket, representing the Buddha, is dated to around 30-10 BC. British Museum.

There is some debate regarding the exact date for the development of the anthropomorphic representation of the Buddha, and this has a bearing on whether the innovation came directly from the Indo-Greeks, or was a later development by the Indo-Scythians, the Indo-Parthians or the Kushans under Hellenistic artistic influence. Most of the early images of the Buddha (especially those of the standing Buddha) are anepigraphic, which makes it difficult to have a definite dating. The earliest known image of the Buddha with approximate indications on date is the Bimaran casket, which has been found buried with coins of the Indo-Scythian king Azes II (or possibly Azes I), indicating a 30-10 BC date, although this date is not undisputed.

An Indo-Corinthian capital from the Butkara Stupa under which a coin of Azes II was found. Dated to 20 BC or earlier (Turin City Museum of Ancient Art).
An Indo-Corinthian capital from the Butkara Stupa under which a coin of Azes II was found. Dated to 20 BC or earlier (Turin City Museum of Ancient Art).

Such datation, as well as the general Hellenistic style and attitude of the Buddha on the Bimaran casket (himation dress, contrapposto attitude, general depiction) would made it a possible Indo-Greek work, used in dedications by Indo-Scythians soon after the end of Indo-Greek rule in the area of Gandhara. Since it already displays quite a sophisticated iconography (Brahma and Śakra as attendants, Bodhisattvas) in an advanced style, it would suggest much earlier representations of the Buddha were already current by that time, going back to the rule of the Indo-Greeks (Alfred A. Foucher and others).

The next Greco-Buddhist findings to be strictly datable are rather late, such as the c.AD 120 Kanishka casket and Kanishka‘s Buddhist coins. These works at least indicate though that the anthropomorphic representation of the Buddha was already extant in the 1st century AD.

Fresco describing Emperor Han Wudi (156-87 BC) worshipping two statues of the Buddha, Mogao Caves, Dunhuang, c.8th century AD
Fresco describing Emperor Han Wudi (156-87 BC) worshipping two statues of the Buddha, Mogao Caves, Dunhuang, c.8th century AD

From another direction, Chinese historical sources and mural paintings in the Tarim Basin city of Dunhuang accurately describe the travels of the explorer and ambassador Zhang Qian to Central Asia as far as Bactria around 130 BC, and the same murals describe the Emperor Han Wudi (156-87 BC) worshipping Buddhist statues, explaining them as “golden men brought in 120 BC by a great Han general in his campaigns against the nomads.” Although there is no other mention of Han Wudi worshipping the Buddha in Chinese historical literature, the murals would suggest that statues of the Buddha were already in existence during the 2nd century BC, connecting them directly to the time of the Indo-Greeks.

Later, the Chinese historical chronicle Hou Hanshu describes the enquiry about Buddhism made around AD 67 by the emperor Emperor Ming (AD 58-75). He sent an envoy to the Yuezhi in northwestern India, who brought back paintings and statues of the Buddha, confirming their existence before that date:

“The Emperor, to discover the true doctrine, sent an envoy to Tianzhu (天竺, Northwestern India) (Northwestern India) to inquire about the Buddha’s doctrine, after which paintings and statues [of the Buddha] appeared in the Middle Kingdom.” (Hou Hanshu, trans. John Hill)

An Indo-Chinese tradition also explains that Nagasena, also known as Menander‘s Buddhist teacher, created in 43 BC in the city of Pataliputra a statue of the Buddha, the Emerald Buddha, which was later brought to Thailand.

Heracles depiction of Vajrapani as the protector of the Buddha, 2nd century Gandhara, British Museum.
Heracles depiction of Vajrapani as the protector of the Buddha, 2nd century Gandhara, British Museum.

In Gandharan art, the Buddha is often shown under the protection of the Greek god Herakles, standing with his club (and later a diamond rod) resting over his arm.[1] This unusual representation of Herakles is the same as the one on the back of Demetrius’ coins, and it is exclusively associated to him (and his son Euthydemus II), seen only on the back of his coins.

Soon, the figure of the Buddha was incorporated within architectural designs, such as Corinthian pillars and friezes. Scenes of the life of the Buddha are typically depicted in a Greek architectural environment, with protagonist wearing Greek clothes.

Gods and Bodhisattvas

The Bodhisattva Maitreya, 2nd century, Gandhara.
The Bodhisattva Maitreya, 2nd century, Gandhara.
The Buddhist gods Pancika (left) and Hariti (right), 3rd century, Takht-i Bahi, Gandhara, British Museum.
The Buddhist gods Pancika (left) and Hariti (right), 3rd century, Takht-i Bahi, Gandhara, British Museum.

Deities from the Greek mythological pantheon also tend to be incorporated in Buddhist representations, displaying a strong syncretism. In particular, Herakles (of the type of the Demetrius coins, with club resting on the arm) has been used abundantly as the representation of Vajrapani, the protector of the Buddha.[2] Other Greek deities abundantly used in Greco-Buddhist art are representation of Atlas, and the Greek wind god Boreas. Atlas in particular tends to be involved as a sustaining elements in Buddhist architectural elements. Boreas became the Japanese wind god Fujin through the Greco-Buddhist Wardo. The mother deity Hariti was inspired by Tyche.

Particularly under the Kushans, there are also numerous representations of richly adorned, princely Bodhisattvas all in a very realistic Greco-Buddhist style. The Bodhisattvas, characteristic of the Mahayana form of Buddhism, are represented under the traits of Kushan princes, completed with their canonical accessories.

  • Fragment of the wind god Boreas, Hadda, Afghanistan.
    Fragment of the wind god Boreas, Hadda, Afghanistan.
  • Gandharan Atalanta
    Gandharan Atalanta
  • Winged Atalante.
    Winged Atalante.
  • The Buddha, flanked by Herakles/ Vajrapani and Tyche/ Hariti.
    The Buddha, flanked by Herakles/ Vajrapani and Tyche/ Hariti.
  • "Laughing boy" from Hadda
    “Laughing boy” from Hadda
  • Cupids

    Winged Cupids holding a wreath over the Buddha (left:detail), Hadda, 3rd century. Musée Guimet.
    Winged Cupids holding a wreath over the Buddha (left:detail), Hadda, 3rd century. Musée Guimet.

    Winged cupids are another popular motif in Greco-Buddhist art. They usually fly in pair, holding a wreath, the Greek symbol of victory and kingship, over the Buddha.

    These figures, also known as “apsarases” were extensively adopted in Buddhist art, especially throughout Eastern Asia, in forms derivative to the Greco-Buddhist representation. The progressive evolution of the style can be seen in the art of Qizil and Dunhuang. It is unclear however if the concept of the flying cupids was brought to India from the West, of if it had an independent Indian origin, although Boardman considers it a Classical contribution: “Another Classical motif we found in India is the pair of hovering winged figures, generally called apsaras.” (Boardman)

    Cupids and garlands. Gandhara. 1st-2nd century. Musée Guimet.
    Cupids and garlands. Gandhara. 1st-2nd century. Musée Guimet.

    Scenes of cupids holding rich garlands, sometimes adorned with fruits, is another very popular Gandharan motif, directly inspired from Greek art. It is sometimes argued that the only concession to Indian art appears in the anklets worn by the cupids. These scenes had a very broad influence, as far as Amaravati on the eastern coast of India, where the cupids are replaced by yakṣas.

    Devotees

    Gandhara frieze with devotees, holding plantain leaves, in purely Hellenistic style, inside Corinthian columns, 1st-2nd century AD. Buner, Swat, Pakistan. Victoria and Albert Museum.
    Gandhara frieze with devotees, holding plantain leaves, in purely Hellenistic style, inside Corinthian columns, 1st-2nd century AD. Buner, Swat, Pakistan. Victoria and Albert Museum.

    Some Greco-Buddhist friezes represent groups of donors or devotees, giving interesting insights into the cultural identity of those who participated in the Buddhist cult.

    Some groups, often described as the “Buner reliefs,” usually dated to the 1st century AD, depict Greeks in perfect Hellenistic style, either in posture, rendering, or clothing (wearing the Greek chiton and himation). It is sometimes even difficult to perceive an actual religious message behind the scenes. (The devotee scene on the right might, with doubt, depict of the presentation of Prince Siddharta to his bride. It may also just be a festive scene.)

    About a century later, friezes also depict Kushan devotees, usually with the Buddha as the central figure.

    Fantastic animals

    An Ichthyo-Centaur, 2nd century Gandhara, Victoria and Albert Museum.
    An Ichthyo-Centaur, 2nd century Gandhara, Victoria and Albert Museum.

    Various fantastic animal deities of Hellenic origin were used as decorative elements in Buddhist temples, often triangular friezes in staircases or in front of Buddhist altars. The origin of these motifs can be found in Greece in the 5th century BC, and later in the designs of Greco-Bactrian perfume trays as those discovered in Sirkap. Among the most popular fantastic animals are tritons, ichthyo-centaurs and ketos sea-monsters. It should be noted that similar fantastic animals are found in ancient Egyptian reliefs, and might therefore have been passed on to Bactria and India independently of Greek imperialism.

    As fantastic animals of the sea, they were, in early Buddhism, supposed to safely bring the souls of dead people to Paradise beyond the waters. These motifs were later adopted in Indian art, where they influenced the depiction of the Indian monster makara, Varuna‘s mount.

    Kushan contribution

    An early Mahayana Buddhist triad. From left to right, a Kushan devotee, the Bodhisattva Maitreya, the Buddha, the Bodhisattva Avalokitesvara, and a Buddhist monk. 2nd-3rd century AD, Gandhara.
    An early Mahayana Buddhist triad. From left to right, a Kushan devotee, the Bodhisattva Maitreya, the Buddha, the Bodhisattva Avalokitesvara, and a Buddhist monk. 2nd-3rd century AD, Gandhara.

    The later part of Greco-Buddhist art in northwestern India is usually associated with the Kushan Empire. The Kushans were nomadic people who started migrating from the Tarim Basin in Central Asia from around 170 BC and ended up founding an empire in northwestern India from the 2nd century BC, after having been rather Hellenized through their contacts with the Greco-Bactrians, and later the Indo-Greeks (they adopted the Greek script for writing).

    The Kushans, at the centre of the Silk Road enthusiastically gathered works of art from all the quarters of the ancient world, as suggested by the hoards found in their northern capital in the archeological site of Begram, Afghanistan.

    The Kushans sponsored Buddhism together with other Iranian and Hindu faiths, and probably contributed to the flourishing of Greco-Buddhist art. Their coins, however, suggest a lack of artistic sophistication: the representations of their kings, such as Kanishka, tend to be crude (lack of proportion, rough drawing), and the image of the Buddha is an assemblage of a Hellenistic Buddha statue with feet grossly represented and spread apart in the same fashion as the Kushan king. This tends to indicate the anteriority of the Hellenistic Greco-Buddhist statues, used as models, and a subsequent corruption by Kushan artists.

  • Maitreya, with Kushan devotee couple. 2nd century Gandhara.
    Maitreya, with Kushan devotee couple. 2nd century Gandhara.
  • Maitreya, with Kushan devotees, left and right. 2nd century Gandhara.
    Maitreya, with Kushan devotees, left and right. 2nd century Gandhara.
  • Maitreya, with Indian (left) and Kushan (right) devotees.
    Maitreya, with Indian (left) and Kushan (right) devotees.
  • Kushans worshipping the Buddha's bowl. 2nd century Gandhara.
    Kushans worshipping the Buddha’s bowl. 2nd century Gandhara.
  • Kushan devotee couple, around the Buddha, Brahma and Indra.
    Kushan devotee couple, around the Buddha, Brahma and Indra.
  • The "Kanishka casket," with the Buddha surrounded by Brahma and Indra, and Kanishka on the lower part, AD 127.
    The “Kanishka casket,” with the Buddha surrounded by Brahma and Indra, and Kanishka on the lower part, AD 127.
  • Buddha triad and kneeling Kushan devotee couple. 3rd century.
    Buddha triad and kneeling Kushan devotee couple. 3rd century.
  • Southern influences

    Art of the Sunga

    Balustrade-holding Yaksa with Corinthian columns, Madhya Pradesh (?), Sunga period (2nd-1st century BC). Musee Guimet.
    Balustrade-holding Yaksa with Corinthian columns, Madhya Pradesh (?), Sunga period (2nd-1st century BC). Musee Guimet.
    Indian relief of probable Indo-Greek king, with Buddhist triratana symbol on his sword. Bharhut, 2nd century BC. Indian Museum, Calcutta (drawing).
    Indian relief of probable Indo-Greek king, with Buddhist triratana symbol on his sword. Bharhut, 2nd century BC. Indian Museum, Calcutta (drawing).

    Examples of the influence of Hellenistic or Greco-Buddhist art on the art of the Sunga empire (183-73 BC) are usually faint. The main religion, at least at the beginning, seems to have been Brahmanic Hinduism, although some late Buddhist realizations in Madhya Pradesh as also known, such as some architectural expansions that were done at the stupas of Sanchi and Bharhut, originally started under King Ashoka.

    This Sunga-period balustrate-holding Atalante[disambiguation needed] Yaksa from the Sunga period (left), adopts the Atalante[disambiguation needed] theme, usually fulfilled by Atlas, and elements of Corinthian capital and architecture typical of Greco-Buddhist friezes from the Northwest, although the content does not seem to be related to Buddhism. This work suggests that some of the Gandharan friezes, influential to this work, may have existed as early as the 2nd century or 1st century BC.

    Other Sunga works show the influence of floral scroll patterns, and Hellenistic elements in the rendering of the fold of dresses. The 2nd century BC depiction of an armed foreigner (right), probably a Greek king, with Buddhist symbolism (triratana symbol of the sword), also indicates some kind of cultural, religious, and artistic exchange at that point of time.

    Art of Mathura

    The Bodhisattva Maitreya, 2nd century, Mathura.
    The Bodhisattva Maitreya, 2nd century, Mathura.
    A Bodhisattva, 2nd century, Mathura
    A Bodhisattva, 2nd century, Mathura

    The representations of the Buddha in Mathura, in central northern India, are generally dated slightly later than those of Gandhara, although not without debate, and are also much less numerous. Up to that point, Indian Buddhist art had essentially been aniconic, avoiding representation of the Buddha, except for his symbols, such as the wheel or the Bodhi tree, although some archaic Mathuran sculptural representation of Yaksas (earth divinities) have been dated to the 1st century BC. Even these Yaksas indicate some Hellenistic influence, possibly dating back to the occupation of Mathura by the Indo-Greeks during the 2nd century BC.

    In terms of artistic predispositions for the first representations of the Buddha, Greek art provided a very natural and centuries-old background for an anthropomorphic representation of a divinity, whether on the contrary “there was nothing in earlier Indian statuary to suggest such a treatment of form or dress, and the Hindu pantheon provided no adequate model for an aristocratic and wholly human deity” (Boardman).

    Greek scroll supported by Indian Yaksas, Amaravati, 3rd century AD
    Greek scroll supported by Indian Yaksas, Amaravati, 3rd century AD

    The Mathura sculptures incorporate many Hellenistic elements, such as the general idealistic realism, and key design elements such as the curly hair, and folded garment. Specific Mathuran adaptations tend to reflect warmer climatic conditions, as they consist in a higher fluidity of the clothing, which progressively tend to cover only one shoulder instead of both. Also, facial types also tend to become more Indianized. Banerjee in “Hellenism in India” describes “the mixed character of the Mathura School in which we find on the one hand, a direct continuation of the old Indian art of Bharut and Sanchi and on the other hand, the classical influence derived from Gandhara”.

    The influence of Greek art can be felt beyond Mathura, as far as Amaravati on the East coast of India, as shown by the usage of Greek scrolls in combination with Indian deities. Other motifs such as Greek chariots pulled by four horses can also be found in the same area.

    Incidentally, Hindu art started to develop from the 1st to the 2nd century AD and found its first inspiration in the Buddhist art of Mathura. It progressively incorporated a profusion of original Hindu stylistic and symbolic elements however, in contrast with the general balance and simplicity of Buddhist art.

    The art of Mathura features frequent sexual imagery. Female images with bare breasts, nude below the waist, displaying labia and female genitalia are common. These images are more sexually explicit than those of earlier or later periods.

    Art of the Gupta

    Buddha of the Gupta period, 5th century, Mathura.
    Buddha of the Gupta period, 5th century, Mathura.
    Head of a Buddha, Gupta period, 6th century.
    Head of a Buddha, Gupta period, 6th century.

    The art of Mathura acquired progressively more Indian elements and reached a very high sophistication during the Gupta Empire, between the 4th and the 6th century AD. The art of the Gupta is considered as the pinnacle of Indian Buddhist art.

    Hellenistic elements are still clearly visible in the purity of the statuary and the folds of the clothing, but are improved upon with a very delicate rendering of the draping and a sort of radiance reinforced by the usage of pink sandstone.

    Artistic details tend to be less realistic, as seen in the symbolic shell-like curls used to render the hairstyle of the Buddha.

    Expansion in Central Asia

    Greco-Buddhist artistic influences naturally followed Buddhism in its expansion to Central and Eastern Asia from the 1st century BC.

    Bactria

    Statue from a Buddhist monastery 700 AD, Afghanistan
    Statue from a Buddhist monastery 700 AD, Afghanistan

    Bactria was under direct Greek control for more than two centuries from the conquests of Alexander the Great in 332 BC to the end of the Greco-Bactrian kingdom around 125 BC. The art of Bactria was almost perfectly Hellenistic as shown by the archaeological remains of Greco-Bactrian cities such as Alexandria on the Oxus (Ai-Khanoum), or the numismatic art of the Greco-Bactrian kings, often considered as the best of the Hellenistic world, and including the largest silver and gold coins ever minted by the Greeks.

    When Buddhism expanded in Central Asia from the 1st century AD, Bactria saw the results of the Greco-Buddhist syncretism arrive on its territory from India, and a new blend of sculptural representation remained until the Islamic invasions.

    The most striking of these realizations are the Buddhas of Bamyan. They tend to vary between the 5th and the 9th century AD. Their style is strongly inspired by Hellenistic culture.

    In another area of Bactria called Fondukistan, some Greco-Buddhist art survived until the 7th century in Buddhist monasteries, displaying a strong Hellenistic influence combined with Indian decorativeness and mannerism, and some influence by the Sasanid Persians.

    Most of the remaining art of Bactria was destroyed from the 5th century onward: the Buddhists were often blamed for idolatry and tended to be persecuted by the iconoclastic Muslims. Destructions continued during the Afghanistan War, and especially by the Taliban regime in 2001. The most famous case is that of the destruction of the Buddhas of Bamyan. Ironically, most of the remaining art from Afghanistan still extant was removed from the country during the Colonial period. In particular, a rich collection exists at the Musee Guimet in France.

    Tarim Basin

    "Heroic gesture of the Bodhisattva", 6th-7th century terracotta, Tumshuq (Xinjiang).
    “Heroic gesture of the Bodhisattva“, 6th-7th century terracotta, Tumshuq (Xinjiang).
    Head of a Bodhisattva, 6th-7th century terracotta, Tumshuq (Xinjiang).
    Head of a Bodhisattva, 6th-7th century terracotta, Tumshuq (Xinjiang).

    The art of the Tarim Basin, also called Serindian art, is the art that developed from the 2nd through the 11th century AD in Serindia or Xinjiang, the western region of China that forms part of Central Asia. It derives from the art of the Gandhara and clearly combines Indian traditions with Greek and Roman influences.

    Buddhist missionaries travelling on the Silk Road introduced this art, along with Buddhism itself, into Serindia, where it mixed with Chinese and Persian influences.

    Influences in Eastern Asia

    The arts of China, Korea and Japan adopted Greco-Buddhist artistic influences, but tended to add many local elements as well. What remains most readily identifiable from Greco-Buddhist art are:

    • The general idealistic realism of the figures reminiscent of Greek art.
    • Clothing elements with elaborate Greek-style folds.
    • The curly hairstyle characteristic of the Mediterranean.
    • In some Buddhist representations, hovering winged figures holding a wreath.
    • Greek sculptural elements such as vines and floral scrolls.

    China

    Northern Wei Buddha Maitreya, AD 443.
    Northern Wei Buddha Maitreya, AD 443.

    Greco-Buddhist artistic elements can be traced in Chinese Buddhist art, with several local and temporal variations depending on the character of the various dynasties that adopted the Buddhist faith. Some of the earliest known Buddhist artifacts found in China are small statues on “money trees”, dated circa AD 200, in typical Gandharan style (drawing): “That the imported images accompanying the newly arrived doctrine came from Gandhara is strongly suggested by such early Gandhara characteristics on this “money tree” Buddha as the high ushnisha, vertical arrangement of the hair, moustache, symmetrically looped robe and parallel incisions for the folds of the arms.” “Crossroads of Asia” p209

    Some Northern Wei statues can be quite reminiscent of Gandharan standing Buddha, although in a slightly more symbolic style. The general attitude and rendering of the dress however remain. Other, like Northern Qi Dynasty statues also maintain the general Greco-Buddhist style, but with less realism and stronger symbolic elements.

    Some Eastern Wei statues display Buddhas with elaborate Greek-style robe foldings, and surmounted by flying figures holding a wreath.

    Japan

    The Buddha, Asuka period, 7th century.
    The Buddha, Asuka period, 7th century.
    A Buddha in Kamakura (1252), reminiscent of Greco-Buddhist influences.
    A Buddha in Kamakura (1252), reminiscent of Greco-Buddhist influences.

    In Japan, Buddhist art started to develop as the country converted to Buddhism in AD 548. Some tiles from the Asuka period, the first period following the conversion of the country to Buddhism, display a strikingly classical style, with ample Hellenistic dress and realistically rendered body shape characteristic of Greco-Buddhist art.

    Other works of art incorporated a variety of Chinese and Korean influences, so that Japanese Buddhist became extremely varied in its expression. Many elements of Greco-Buddhist art remain to this day however, such as the Hercules inspiration behind the Nio guardian deities in front of Japanese Buddhist temples, or representations of the Buddha reminiscent of Greek art such as the Buddha in Kamakura.[3]

    Iconographical evolution of the Wind God.<br />
Left: Greek wind god from Hadda, 2nd century.<br />
Middle: wind god from Kizil, Tarim Basin, 7th century.<br />
Right: Japanese wind god Fujin, 17th century.
    Iconographical evolution of the Wind God.
    Left: Greek wind god from Hadda, 2nd century.
    Middle: wind god from Kizil, Tarim Basin, 7th century.
    Right: Japanese wind god Fujin, 17th century.

    Various other Greco-Buddhist artistic influences can be found in the Japanese Buddhist pantheon, the most striking of which being that of the Japanese wind god Fujin. In consistency with Greek iconography for the wind god Boreas, the Japanese wind god holds above his head with his two hands a draping or “wind bag” in the same general attitude.[4] The abundance of hair have been kept in the Japanese rendering, as well as exaggerated facial features.

    Iconographical evolution from the Greek god Herakles to the Japanese god Shukongōshin. From left to right:<br />
1) Herakles (Louvre Museum).<br />
2) Herakles on coin of Greco-Bactrian king Demetrius I.<br />
3) Vajrapani, the protector of the Buddha, depicted as Herakles in the Greco-Buddhist art of Gandhara.<br />
4) Shukongōshin, manifestation of Vajrapani, as protector deity of Buddhist temples in Japan.
    Iconographical evolution from the Greek god Herakles to the Japanese god Shukongōshin. From left to right:
    1) Herakles (Louvre Museum).
    2) Herakles on coin of Greco-Bactrian king Demetrius I.
    3) Vajrapani, the protector of the Buddha, depicted as Herakles in the Greco-Buddhist art of Gandhara.
    4) Shukongōshin, manifestation of Vajrapani, as protector deity of Buddhist temples in Japan.

    Another Buddhist deity, named Shukongoshin, one of the wrath-filled protector deities of Buddhist temples in Japan, is also an interesting case of transmission of the image of the famous Greek god Herakles to the Far-East along the Silk Road. Herakles was used in Greco-Buddhist art to represent Vajrapani, the protector of the Buddha, and his representation was then used in China and Japan to depict the protector gods of Buddhist temples.[5]

    Temple tiles from Nara, 7th century.
    Temple tiles from Nara, 7th century.
    Vine and grape scrolls from Nara, 7th century.
    Vine and grape scrolls from Nara, 7th century.

    Finally, the artistic inspiration from Greek floral scrolls is found quite literally in the decoration of Japanese roof tiles, one of the only remaining elements of wooden architecture to have survived the centuries. The clearest ones are from 7th century Nara temple building tiles, some of them exactly depicting vines and grapes. These motifs have evolved towards more symbolic representations, but essentially remain to this day in many Japanese traditional buildings.[6]

    Influences on South-East Asian art

    Bodhisattva Lokesvara, Cambodia 12th century.
    Bodhisattva Lokesvara, Cambodia 12th century.
    Avalokiteshvara on the wall of Plaosan temple, Javanese Sailendran art, 9th century.
    Avalokiteshvara on the wall of Plaosan temple, Javanese Sailendran art, 9th century.

    The Indian civilization proved very influential on the cultures of South-East Asia. Most countries adopted Indian writing and culture, together with Hinduism and Mahayana and Theravada Buddhism.

    The influence of Greco-Buddhist art is still visible in most of the representation of the Buddha in South-East Asia, through their idealism, realism and details of dress, although they tend to intermix with Indian Hindu art, and they progressively acquire more local elements.

    Cultural significance

    Beyond stylistic elements which spread throughout Asia for close to a millennium, the main contribution of Greco-Buddhist art to the Buddhist faith may be in the Greek-inspired idealistic realism which helped describe in a visual and immediately understandable manner the state of personal bliss and enlightenment proposed by Buddhism. The communication of deeply human approach of the Buddhist faith, and its accessibility to all have probably benefited from the Greco-Buddhist artistic syncretism.

    Museums

    Major collections

    Small collections

    Private collections

     This page is based on a Wikipedia article