Amphipolis.gr | Η ΠΟΛΗ ΜΕ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟ ΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΟ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

ΠΟΛΙΟΧΝΗ ΛΗΜΝΟΥ (5000 Π.Χ) – Η ΠΟΛΗ ΜΕ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟ ΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΟ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ (3000 ΠΕΡΙΠΟΥ Π.Χ)

 πολιοχνη

 Τὸ ἀρχαιότερο, περί το 2.500 π.Χ., βουλευτήριο στον κόσμο, είναι ἐκεῖνο ποὺ ἀνακαλύφθηκε ὕστερα ἀπὸ τὶς συστηματικὲς καὶ πολυετεῖς ἀνασκαφὲς τῆς Ἰταλικῆς Ἀρχαιολογικῆς Σχολῆς στὴν Πολιόχνη τῆς Λήμνου. Ὡστόσο, τὸ βουλευτήριο τῆς Πολιόχνης, ὅπως εἶναι γνωστό, ἀποτέλεσε δημόσιο κτήριο συναθροίσεων τῶν κατοίκων καὶ πρόδρομο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ ∆ήμου κι ὄχι τῶν σημερινῶν Κοινοβουλίων. Ἡ κατασκευή, ποὺ φυλάσσεται σὲ καλαίσθητο θόλο, συνοδεύεται ἀπὸ πληροφορίες γιὰ τὸ ἱστορικὸ μέρος αὐτοῦ τοῦ σημαντικοῦ ἀρχαιολογικοῦ χώρου.

 
 
 
ΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΟΝ
 
Ἡ ἔφορος Κλασικῶν Ἀρχαιοτήτων Νομοῦ Λέσβου καὶ πρόεδρος τῆς Ἕνωσης τῶν Ἑλλήνων Ἀρχαιολόγων Ἀγλαΐα Ἀρχοντίδου ἀνέφερε τὰ σημαντικώτερα ἱστορικὰ στοιχεῖα, ποὺ συνδέονται μὲ τὴν ἀρχαιότερη ὠργανωμένη πόλη τῆς Εὐρώπης, τὴν Πολιόχνη, «Ἡ Πολιόχνη εἶναι τὸ καλύτερο παράδειγμα τῆς περιόδου ποὺ λέγεται «Τρωικὸς Πολιτισμὸς» καὶ γίνεται πιὸ σημαντικὴ ἀκόμα, ὄχι μόνο γιατὶ εἶναι μία ὠργανωμένη πόλη μὲ δρόμους, κοινόχρηστους χώρους, μὲ ἐξαιρετικὲς ἰδιωτικὲς οἰκίες, μὲ διοικητικὰ κέντρα καὶ κατοικίες ἐξαίρετες, οἱ ὁποῖες ἀποδίδονται στοὺς ἀρχηγοὺς ἢ στὸν ἀρχηγὸ τῆς Πολιόχνης, ἀλλὰ γιατὶ σὲ αὐτὴ τὴν πόλη ἤδη ἀπὸ τὸ 3000 π.Χ. καὶ μέχρι τὸ 1600 π.Χ. λειτουργεῖ ὁ ἀρχαιότερος χῶρος διαλόγου στὸν Κόσμο. Ἐδῶ γεννήθηκε τὸ σπέρμα τοῦ διαλόγου, τὸ σπέρμα ποὺ ἐμεῖς σήμερα ὀνομάζουμε δημοκρατία.»
 
ἦταν ὁ χῶρος ὅπου οἱ κάτοικοι διαλέγονταν μεταξύ τους, συζητῶντας τὰ δημόσια θέματα τῆς πόλεως. Συνεπῶς δὲν ἦταν Κοινοβούλιο (συνέδριο ἀντιπροσώπων), ἀλλὰ Ἐκκλησία τοῦ ∆ήμου (συνέδριο ὅλων τῶν πολιτῶν).
 

 

 
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΟΧΝΗ
 
 
 
Η Πολιόχνη είναι ένας αρχαιολογικός τόπος στην ανατολική ακτή της Λήμνου, κοντά στο χωριό Καμίνια, που χτίστηκε στη αυγή της νεολιθικής περιόδου για το Αιγαίο, την 4η ή 5η χιλιετία π.Χ. Βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την Τροία αλλά η Τροία θα χτιστεί χίλια χρόνια αργότερα, όταν πια η Πολιόχνη θα έχει εξελιχθεί σε έναν αστικό οικισμό με 1.500 κατοίκους με ορθογώνιες πέτρινες κατοικίες, προστατευτικό τείχος, πλατείες, πηγάδια, δρόμους, δημόσια κτήρια και Βουλευτήριο.
 
 Η Πολιόχνη ήρθε στο φως από τις ανασκαφές της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, με επικεφαλής τον τότε διευθυντή της Ντέλα Σέτα (Della Seta) το 1930 και βασικό ανασκαφέα το βοηθό του Bernabo Brea. Μαζί με την Τροία, που βρίσκεται στα απέναντι παράλια, είναι η πιο γνωστή ακρόπολη της 3ης χιλιετίας π.Χ. σε ολόκληρο το Βόρειο Αιγαίο.
 
Η ΜΑΚΕΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
 
 Περιβάλλεται από τείχη, που έχουν επιβλητική μορφή μόνο στη δυτική πλευρά, όπου ήταν μεγαλύτερη η ανάγκη προστασίας των θεμελίων από τη διάβρωση του κοντινού ποταμού. Φαίνεται πράγματι ότι η Πολιόχνη, τουλάχιστον στην αρχή, δε χρειαζόταν στρατιωτική άμυνα. Στην πόλη ανθούσε ένας ειρηνικός πληθυσμός χιλίων περίπου κατοίκων, που ασχολιόταν κατά τη διάρκεια της μέρας με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, ενώ το βράδυ επέστρεφε στον οικισμό, πράγμα που κάνουν ακόμη και σήμερα οι αγρότες της περιοχής. Αυτή η συνήθεια πρέπει να ήταν που δημιούργησε μεταξύ τους μιά μορφή στοιχειώδους κοινωνικής οργάνωσης, τη διατύπωση, δηλαδή, κοινών κανόνων που έπρεπε να είναι σεβαστοί μέσα στην πόλη, αλλά και έξω από αυτήν, στους κοινούς αγρούς ή σε αυτούς που ίσως είχαν παραχωρηθεί από την κοινότητα σε κάθε οικογενειακό πυρήνα.
Το σκάψιμο των φρεατίων, με κτιστή επένδυση, σε βάθος που έφτανε πάνω από τα 9 μέτρα, η κατασκευή και η συντήρηση των τειχών, των δρόμων και των αγωγών για τη συλλογή των νερών της βροχής, η δαπέδωση πλατειών όπου συναντιόταν οι κάτοικοι για να περάσουν τον ελεύθερο χρόνο τους ή με την ευκαιρία εορτών, ήταν όλες μέτρα που πάρθηκαν, απαιτούσαν μια συμφωνία του συνόλου και ένα χώρο όπου μπορούσαν να συζητήσουν και να πάρουν αποφάσεις. Γι” αυτό το σκοπό κατασκευάστηκε στην Πολιόχνη το αποκαλούμενο Βουλευτήριο.
Χάρη στην κατεργασία και τη διακίνηση των μετάλλων η Πολιόχνη, κτισμένη ακριβώς απέναντι από τα στενά του Ελλησπόντου, αναδείχθηκε στο αρχαιότερο αστικό κέντρο, στο πρώτο εμπορικό λιμάνι της Ευρώπης. Απετέλεσε το επίκεντρο της ευρύτερης περιοχής του Β. Αιγαίου.
Τα ευρήματα της Πολιόχνης αποδεικνύουν ότι στα νησιά του Β.Α. Αιγαίου αναπτύχθηκε ένας προϊστορικός πολιτισμός τελείως αυτόνομος από τους μέχρι τώρα γνωστούς (Κυκλαδικό, Μινωικό, Μυκηναϊκό).
 Το Βουλευτήριο
 
Πολιόχνη – Το Βουλευτήριο
 
Αμέσως μετά την κύρια είσοδο, στη δυτική πλευρά του τείχους που περιβάλλει την πόλη, βρέθηκε μια μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων με τα πέτρινα έδρανα σε όλο το μήκος της και το βήμα του λόγου στο κέντρο, που αποτελεί πιθανώς την ισχυρότερη ένδειξη πως υπήρχε δημοκρατική οργάνωση της τότε κοινωνίας. Ο καθηγητής Σάντο Τίνε (Santo Tine) που είναι ο διευθυντής των ανασκαφών στην Πολιόχνη γράφει:
«Ονομάστηκε αμέσως βουλευτήριο με βάση το παράδειγμα των κτιρίων της κλασικής εποχής που είχαν και αυτά βαθμίδες στις οποίες, σε αντίθεση με τα θέατρα και τα αμφιθέατρα, μπορούσε να πάρει θέση ένας περιορισμένος αριθμός ατόμων: οι αντιπρόσωποι της κοινότητας των πολιτών.»
 
Το Βουλευτήριο της Πολιόχνης εκτός του ότι προηγείται σχεδόν 2000 χρόνια από τα αντίστοιχα της κλασικής εποχής, αντιπροσωπεύει επίσης την αρχαιότερη μαρτυρία στην Ευρώπη και στον κόσμο, μιας κατασκευής κατάλληλης για να φιλοξενήσει άτομα που είχαν κληθεί να συζητήσουν τα προβλήματα του συνόλου και να καθορίσουν τους κοινούς πολιτιστικούς και θρησκευτικούς κανόνες. Κατ” αυτό τον τρόπο μπορεί να θεωρηθεί ο πρόδρομος της Βουλής της εποχής μας.
 
Η αποχέτευση της Κίτρινης περιόδου και στο βάθος το δημόσιο πηγάδι
 
Το Μέγαρο
 
Το μέγαρο 605 κατασκευάστηκε γύρω στο 2000 π.Χ. Βλέπει στην κεντρική πλατεία και ήταν το σπίτι του πλουσιότερου και ισχυρότερου σε σχέση με όλους τους άλλους κοινούς πολίτες που συνέχιζαν να διαμένουν σε οικίες πολύ απλές και με περιορισμένη διάρθρωση. Το Βουλευτήριο είχε χάσει πια την αρχική του λειτουργία τόσο που τα ανατολικά έδρανα είχαν εξαφανιστεί με την κατασκευή ενός τοίχου. Όλα αυτά είναι σημάδια που κάνουν φανερό το γεγονός ότι στην Πολιόχνη η δημοκρατική εξουσία αντικαταστάθηκε από μία αυταρχική.
 
Ο χρυσός θησαυρός της Πολιόχνης στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας
 
Ο Θησαυρός της Πολιόχνης
 
Μεταξύ άλλων στην Πολιόχνη βρέθηκε ένας θησαυρός από χρυσά κοσμήματα, που αποτελεί ένα εξαίσιο δείγμα εξελιγμένης χρυσοχοΐας αλλά και συσσώρευσης δύναμης και πλούτου στο νησί. Ο θησαυρός μοιάζει πολύ με τον περίφημο «Θησαυρό του Πριάμου» που βρήκε στην Τροία ο Σλήμαν και φαίνεται ότι φτιάχτηκε από το ίδιο εργαστήριο. Σήμερα ο θησαυρός της Πολιόχνης βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας.Το τέλος της πόλης μετά από διαδοχικές σεισμικές καταστροφές θα έρθει 400 χρόνια πριν την καταστροφή της Τροίας του Πριάμου, γύρω στα 1600 π.Χ.
 
Η κεντρική Σιταποθήκη της κυανής περιόδου
 
Οι περίοδοι της πόλης
 
Η Πολιόχνη ονομάστηκε «επτάπολις» γιατί ανασκάφτηκαν επτά διαδοχικές πόλεις σε επτά αλλεπάλληλα στρώματα. Καθεμιά είναι πιο εξελιγμένη τεχνολογικά από την προηγούμενη και αυτό φαίνεται κυρίως στην κατασκευή των αγγείων. Γι’ αυτό ο Bernabo Brea τις ονόμασε ανάλογα με το χρώμα τους, που προδίδει και την τελειότητά τους: Μελανή, Κυανή, Πράσινη, Ερυθρή, Κίτρινη, Καστανή (ή Φαιά) και Ιώδη.
Κάποιες από αυτές αντιστοιχούν σε περιόδους του πολιτισμού της Τροίας. Από ό,τι φαίνεται, οι δύο γειτονικοί πολιτισμοί είχαν μεγάλη σχέση και παράλληλη εξέλιξη. Όμως, η πρώτη περίοδος της Πολιόχνης δεν έχει το αντίστοιχό της στην Τροία, αλλά είναι αρχαιότερη από αυτήν. Και καθώς εξελίσσονται και οι δύο η Πολιόχνη παραμένει διαρκώς πιο ακμαία και πιο πλούσια από την αντίστοιχη σύγχρονή της Τροία.

Πολιόχνη Ι (Μελανή 3500-3200 π.Χ.)
 
Μελανή (ή Μαύρη) περίοδος της Πολιόχνης, της προϊστορικής πόλης που ανακαλύφθηκε στην ανατολική Λήμνο, κοντά στο χωριό Καμίνια, ονομάστηκε η πρώτη φάση της πόλης, η προαστική, που αντιστοιχεί στην περίοδο 3500-3200 π.Χ. σύμφωνα με τη χρονολόγηση της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών.Η προαστική φάση της Πολιόχνης είναι μακρόχρονη και περιλαμβάνει πολλά στρώματα. Οι αγρότες και κτηνοτρόφοι κάτοικοί της ζουν σε μεγάλες ωοειδείς ή κυκλικές καλύβες διαμέτρου ως και 7 μ., οι οποίες ανακατασκευάστηκαν πολλές φορές πάνω σε πέτρινα θεμέλια. Ο οικισμός τους βρισκόταν στη μέση ενός λοφίσκου και είχε έκταση γύρω στα 5 στρέμματα.
Οι κάτοικοι κατασκευάζουν αγγεία σκουρόχρωμα, από τα οποία προέρχεται και το όνομα της περιόδου, διακοσμημένα με λεπτές γραμμές, που θυμίζουν ανάλογα μικρασιατικά. Δεν γνωρίζουν ακόμα το χαλκό. Τα εργαλεία τους είναι λίθινα και οστέινα και είναι αρκετά εξελιγμένα. Βρισκόμαστε στην τελευταία νεολιθική περίοδος, λίγο πριν από την εισβολή της νέας τεχνολογίας των μετάλλων.
Εκτός από τον οικισμό, κάτοικοι υπήρχαν και στη γύρω αγροτική περιφέρεια, όπως προκύπτει από τρεις φτωχικούς τάφους που βρέθηκαν το 1930-31 στην περιοχή Δερματά ή Αγία Τριάδα, κοντά στην Πολιόχνη. Χρονολογικά ανήκουν στο μεταίχμιο ανάμεσα στη μαύρη και στην κυανή περίοδο. Το ενδιαφέρον είναι ότι εντοπίστηκαν εκεί θραύσματα κυκλαδικών ειδωλίων από λευκό μάρμαρο, κάτι που δηλώνει πρώιμες επαφές με το νότιο Αιγαίο πριν από τη δημιουργία της Πολιόχνης.
Την ίδια περίοδο στην υπόλοιπη Λήμνο ανθρώπινη δραστηριότητα έχει εντοπιστεί μόνο στη Μύρινα και είναι ανάλογου πολιτισμικού επιπέδου. Η Τροία ακόμα δεν υπάρχει. Στην περιοχή της Τρωάδας υπάρχει μόνο ένα νεολιθικό χωριό στο σημερινό Kum Tepe.
 
Πολιόχνη ΙΙ (Κυανή 3200-2700 π.Χ.)
 
Η Κυανή περίοδος της Πολιόχνης, της προϊστορικής πόλης που ανακαλύφθηκε στην ανατολική Λήμνο, κοντά στο χωριό Καμίνια, είναι η δεύτερη φάση της πόλης και είναι η πρώτη περίοδος που οι κάτοικοι της πόλης γνωρίζουν το χαλκό. Διαιρείται σε δύο υποπεριόδους: την αρχαϊκή (3200-3000 π.Χ.) και την εξελιγμένη (3000-2700 π.Χ.), σύμφωνα με τη χρονολόγηση της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών.
H γνώση του χαλκού βοήθησε στην γρήγορη ανάπτυξη της πόλης. Δεν αποκλείεται η Τροία να δημιουργήθηκε από την ανάγκη των λαών της Μικρασίας να έχουν ένα λιμάνι επικοινωνίας με τους λαούς του Αιγαίου και της Θράκης, αλλά και με την Πολιόχνη, που αποτελούσε τον ενδιάμεσο σταθμό των Θρακών και των Αιγαιοπελαγιτών κατά τις εξορμήσεις τους προς τη Μαύρη Θάλασσα.
Γρήγορα από το μικρό χωριό με τα ωοειδή καλύβια φθάνουμε στην εξελιγμένη πολιτεία της Κυανής Πολιόχνης. Αυτή έχει αρχικά αψιδωτές και αργότερα ορθογώνιες κατοικίες και είναι οχυρωμένη με ένα επιβλητικό τείχος από ξερολιθιά τόσο από τη στεριά όσο και από τη θάλασσα. Αυτό σημαίνει ότι οι πλούσιοι κάτοικοί της φοβόντουσαν εχθρικές επιθέσεις.
Η πόλη συνεχώς επεκτείνεται προς την ενδοχώρα, προς τα δυτικά. Εφαρμόζεται το «γραμμικό» πολεοδομικό σύστημα, δηλαδή χτίζονται οικοδομικές νησίδες (συνοικίες) άνισου μεγέθους. Την περίοδο αυτή συγκροτούνται οι δυο συνοικίες των μεταλλουργών, οι οποίες θα διατηρηθούν ως την Κίτρινη περίοδο.
Ο πληθυσμός της πόλης φθάνει τους 800 κατοίκους. Κτίζεται νέο, πιο ευρύχωρο τείχος, για να καλύψει και τις νέες συνοικίες. Ποιους άραγε φοβούνταν οι κάτοικοί της; Τους ντόπιους Λήμνιους της ενδοχώρας ή εξωτερικούς επιδρομείς-πειρατές; Μάλλον και τους δύο. Ίσως κάποια καταπίεση προς τον αγροτικό πληθυσμό του νησιού, που δεν κατείχε ακόμη τη γνώση του χαλκού, να δημιουργούσε αντιδράσεις κατά καιρούς.
Την ίδια περίοδο στη Λήμνο υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός οικισμών, πάνω από 15, οι ισχυρότεροι από τους οποίους βρίσκονταν στο Κουκονήσι και στη Μύρινα. Ασφαλώς μεταξύ τους θα υπήρξαν περίοδοι ειρήνης αλλά και περίοδοι έντονου ανταγωνισμού. Επομένως η ύπαρξη του αμυντικού τείχους είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Μια πυρκαγιά, η οποία κατέστρεψε ένα μέρος της πόλης στη μέση της περιόδου (γύρω στο 3000 π.Χ.), δεν αποκλείεται να οφείλεται σε κάποια τέτοια επιδρομή.
 
Εξελιγμένη φάση (3000-2700 π.Χ.)
 
Πάντως μετά την πυρκαγιά η ζωή στην πόλη εξελίσσεται εντυπωσιακά, έτσι ώστε η κυανή περίοδος διαιρείται σε αρχαϊκή και εξελιγμένη. Εντύπωση κάνουν τα μεγάλα δημόσια κτίρια, η Σιταποθήκη και το Βουλευτήριο, τα οποία κατασκευάζονται στην τελευταία φάση της κυανής περιόδου, την πιο εξελιγμένη.
Πρόκειται για πρωτοποριακές δημόσιες κατασκευές, προφανώς κοινόχρηστες, οι οποίες οδηγούν τη σκέψη σε μορφές δημοκρατικής πολιτικής οργάνωσης. Να κάνουμε την τολμηρή υπόθεση ότι η πυρκαγιά που κατέστρεψε την αρχαϊκή Κυανή Πολιόχνη προήλθε από κάποια εξέγερση, αποτέλεσμα της οποίας ήταν να αποκτήσει πιο «δημοκρατικό» πρόσωπο στην επόμενη φάση; Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για να τεκμηριωθεί αυτή η άποψη.
Η πόλη έχει αποκτήσει εργαστήρια κατεργασίας του χαλκού, στα οποία κατασκευάζονται κυρίως καρφιά (βελόνες), άγκιστρα και σμίλες. Παράλληλα διατηρούσαν και τα παραδοσιακά πέτρινα, κοκάλινα και πήλινα εργαλεία, τα οποία δεν μπορούσαν ακόμα να αντικαταστήσουν. Από αυτά μαθαίνουμε ότι ύφαιναν και έγνεθαν το μαλλί (βρέθηκαν σφοντύλια και βαρίδια), κατεργάζονταν το ξύλο (βρέθηκαν σφυριά, σουβλιά, μαχαιρίδια, μεντεσέδες, πριόνια, ξυράφια κ.λπ.), αποθήκευαν και επεξεργάζονταν την τροφή τους πριν τη μαγειρέψουν (βρέθηκαν κόπανοι, γουδιά, φούρνοι και πήλινα αγγεία διαφόρων τύπων: στάμνες, χύτρες, κανάτες, κούπες, φρουτιέρες κ.ά.), καλλιεργούσαν σιτηρά (βρέθηκαν δρεπάνια από πυριτόλιθο). Ο πηλός ακόμα πλάθεται με το χέρι, αφού αγνοούσαν τον τροχό. Το τέλος της Κυανής Πολιόχνης ήταν απότομο, αφού μια πλημμύρα κατέστρεψε την πόλη.
Αναλογίες της περιόδου αυτής της Πολιόχνης έχουν βρεθεί με την Τροία Ι, τη Θερμή Λέσβου, το Εμπορειό της Χίου, με οικισμούς της Θεσσαλίας και της Βοιωτίας. Συνεπώς, υπήρχε κάποιας μορφής επικοινωνία μεταξύ των κατοίκων των δύο ακτών του Αιγαίου.
Ασφαλώς η Πολιόχνη είχε μια καλή ενδιάμεση θέση σε αυτή τη θαλάσσια επικοινωνία, την οποία σίγουρα εκμεταλλευόταν. Μεταγενέστεροι μύθοι (π.χ. η Αργοναυτική εκστρατεία) δείχνουν ότι στις αναμνήσεις των Ελλήνων έμειναν στοιχεία αυτής της επικοινωνίας.
Η ραγδαία εξέλιξη της πόλης φανερώνει μεγάλη εμπορική δραστηριότητα και προφανώς ναυτιλία.
 
Ανάμεσα στα κτίρια που βρέθηκαν στην Πολιόχνη της Κυανής περιόδου υπάρχει κι ένα το οποίο χαρακτηρίστηκε ως Βουλευτήριο. Σύμφωνα μάλιστα με τον καθηγητή και ερευνητή του Αιγαίου Χρήστο Ντούμα, εκεί υπήρξε το πρώτο και αρχαιότερο κοινοβούλιο της Ευρώπης.
Ο Χρ. Ντούμας υποστήριξε ότι οι κάτοικοι της Πολιόχνης είχαν αναπτύξει προχωρημένες μορφές κοινωνικής οργάνωσης οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν ως οι πρώτες μορφές δημοκρατίας. Συγκεκριμένα διέκρινε δύο κατηγορίες κατοίκων στην πόλη. Τους αγρότες-κτηνοτρόφους και τους τεχνίτες-εμπόρους. Οι δεύτεροι μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις «συντεχνίες»: τους μεταλλουργούς, τους ναυπηγούς (ξυλουργούς), τους ναυτικούς (εμπόρους) και τους κεραμουργούς (αγγειοπλάστες).
Η τάξη των τεχνιτών είχε οπωσδήποτε περισσότερη οικονομική και επομένως και πολιτική δύναμη, αλλά ουδέποτε κατάφερε κάποια συντεχνία να κυριαρχήσει επί των άλλων. Έτσι αναγκάστηκαν να βρουν μορφές συνεργασίας τέτοιες, που μόνο η δημοκρατία προσφέρει. Η ύπαρξη ενός κτιρίου, το οποίο ήταν χωρητικότητας 50 περίπου ατόμων και το οποίο μόνο ως χώρος συναθροίσεων μπορεί να χαρακτηριστεί, επιβεβαιώνει τις παραπάνω σκέψεις. Συνεπώς, δεν είναι υπερβολικός ο χαρακτηρισμός αυτού του κτίσματος ως Βουλευτηρίου.
Ώστε, η δημοκρατία γεννήθηκε στην Πολιόχνη; Οι αρχαιολογικές ενδείξεις οδηγούν αβίαστα σε αυτό το συμπέρασμα. Αν και δεν μπορεί να είναι κανείς κατηγορηματικός σε αυτό το ζήτημα, είναι γεγονός ότι το αρχαιότερο κτίσμα το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως Βουλευτήριο κτίστηκε εκεί, στην ακρογιαλιά της Πολιόχνης, πριν από 4.500 χρόνια.
 
Πολιόχνη ΙΙΙ (Πράσινη 2700-2600 π.Χ.)
 
Η Πράσινη Πολιόχνη εξελίχθηκε σε μεγάλη πόλη. Έχει έκταση 13-15 στρέμματα και πληθυσμό γύρω στους 1300 κατοίκους. Οι κατοικίες της αποτελούνταν από δύο ή περισσότερα δωμάτια και ήταν σχετικά ομοιόμορφες. Οι μεταλλουργοί κατοικούσαν σε ξεχωριστή συνοικία.Κτίστηκε νέο τείχος στα δυτικά για να χωρέσουν τα νέα σπίτια, κάτι που σημαίνει ότι ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε, ίσως από νέους κατοίκους. Όμως, η τεχνική δείχνει σημάδια παρακμής, ενώ παρατηρείται μεγάλη ποσότητα κεραμικών εισαγόμενων από την ηπειρωτική Ελλάδα. Ένας σεισμός ανέκοψε κάπως την εξέλιξη της πόλης. Άλλωστε η περίοδος αυτή δεν κράτησε παραπάνω από έναν αιώνα. Χαρακτηριστικό είναι ότι το Βουλευτήριο αλλάζει χρήση αυτή την περίοδο και ένα μέρος του καλύπτεται από μια νεότερη οικοδομή. Η «δημοκρατική» περίοδος φαίνεται πως πλησιάζει στο τέλος της.
 
Πολιόχνη IV (Ερυθρή 2600-2400 π.Χ.) σύγχρονη της Τροίας Ι
 
Την εποχή αυτή η πόλη επεκτάθηκε σε όλη τη δυτική πλευρά του λόφου, δείγμα της οικονομικής ευρωστίας των κατοίκων της. Ανάλογα επεκτείνεται και το τείχος, το οποίο ενισχύεται με ημικυκλικούς προμαχώνες. Η τεχνική των κατασκευών βελτιώθηκε, αλλά η αισθητική τους άρχισε να παρακμάζει, αφού η ευμάρεια των κατοίκων τους επιτρέπει να εισάγουν, παρά να κατασκευάζουν σκεύη. Η διακόσμηση των κεραμικών είναι πιο απλή και η παραγωγή τους πιο μαζική. Υπάρχει πιο έντονη επιρροή των πρωτοελλαδικών πολιτιστικών κέντρων και είναι διαπιστωμένη επικοινωνία με την Κρήτη, τις Κυκλάδες, τη Βοιωτία και τη Θεσσαλία.
Η κατεργασία του χαλκού έχει βελτιωθεί, αφού βρέθηκαν χάλκινα μαχαιρίδια, σμίλες, καρφιά με κεφάλι, άγκιστρα και κυρίως καλούπια κατασκευής εργαλείων με την πρωτοποριακή μέθοδο του λιωμένου κεριού. Για πρώτη φορά βρέθηκαν πέτρινα υνιά από αλέτρι, κάτι που σημαίνει ότι καλλιεργούσαν τη γη συστηματικά.
Το εμπόριο γίνεται πια πιο οργανωμένα, όπως μαρτυρούν οι πήλινες και οι χάλκινες σφραγίδες με τις οποίες σημαδεύουν τα εμπορεύματα. Επίσης, υπάρχουν σταθμά από αιματίτη, με τα οποία ζυγίζουν τα αγαθά. Τα σταθμά είναι εισαγόμενα από τη Μικρασία και το Νότιο Αιγαίο. Αυτό σημαίνει ότι ήταν πρότυπα σταθμά και υπήρχαν προφανώς και τοπικά λίθινα ισοβαρή αντίγραφά τους.
Η ύπαρξη εισαγόμενων και πρότυπων σταθμών, υποδηλώνει ότι ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. είχε διαπιστωθεί η ανάγκη εφαρμογής κοινού μετρικού συστήματος ανάμεσα στις διάφορες πόλεις, για να διευκολύνονται οι συναλλαγές. Ή ότι οι έμποροι της Πολιόχνης όφειλαν να γνωρίζουν τα μετρικά συστήματα των άλλων πόλεων με τις οποίες είχαν εμπορικές συναλλαγές.
Την εποχή αυτή η κοινωνία της πόλης φαίνεται πως έχει αλλάξει οργάνωση και δημιουργούνται οικονομικές τάξεις. Το Βουλευτήριο είναι πλέον σε αχρηστία, ενώ τη θέση των σχεδόν ομοιόμορφων κατοικιών των προηγούμενων περιόδων παίρνουν μεγάλες οικοδομές, αρχοντικά, με επικεφαλής τα λεγόμενα «Μέγαρα», τα οποία είτε ανήκουν σε άρχοντες της πόλης είτε έχουν δημόσιο χαρακτήρα, διότι ξανακατασκευάζονται μεταγενέστερα. Επίσης, υπάρχουν πολλά όπλα, που μας αποκαλύπτουν μια στρατοκρατούμενη κοινωνία.
Η Ερυθρή Πολιόχνη επλήγη από πυρκαγιά δυο φορές. Η δεύτερη μάλιστα σηματοδοτεί το τέλος αυτής της εποχής και την έναρξη της επόμενης, της λεγόμενης Κίτρινης.
 Πολιόχνη V (Κίτρινη 2400-2100 π.Χ.) σύγχρονη της Τροίας ΙΙ
 
Η Κίτρινη Πολιόχνη είναι η πιο ακμαία περίοδος στην ιστορία αυτής της πόλης. Αντιστοιχεί στην επίσης πολύ αναπτυγμένη Τροία ΙΙ-ΙΙΙ. Οι δυο πόλεις έχουν ταυτόσημους αλληλοεπηρεαζόμενους πολιτισμούς, αλλά η τεχνική της Πολιόχνης είναι πιο προηγμένη.
Τρανότερο παράδειγμα της σχέσης των δύο πόλεων αποτελεί ο χρυσός Θησαυρός της Πολιόχνης, που είναι ανάλογος με το Θησαυρό του Πριάμου, που ανακάλυψε ο Σλήμαν στην Τροία. Τα κοσμήματα έχουν πλήθος από σκαλίσματα λεπτής τεχνικής, θυμίζουν τη λιτότητα του αρχαϊκού ελληνικού ρυθμού αλλά έχουν και τοπικές επιρροές. Οι καρφίτσες, τα σκουλαρίκια, τα δαχτυλίδια, τα βραχιόλια, τα περιδέραια και τα άλλα περίτεχνα κοσμήματα φανερώνουν ότι η Πολιόχνη δεν ήταν ξεκομμένη από τους άλλους αιγαιοπελαγίτικους πολιτισμούς αλλά ένα ιδιόμορφο κομμάτι τους, μια παραλλαγή τους.
Υπάρχουν όμως και άλλα κοινά μεταξύ της Πολιόχνης και των πρωτοελλαδικών οικισμών, που δείχνουν ότι η Πολιόχνη δέχθηκε μεν την επίδραση των μικρασιατικών πληθυσμών, χρησιμοποίησε αυτή τη γνώση, που σε συνδυασμό με τη γεωγραφική της θέση της έδωσε πλούτο και δύναμη, αλλά παράλληλα οι κάτοικοί της διατήρησαν τα παραδοσιακά αιγαιοπελαγίτικα πολιτισμικά τους στοιχεία. Αυτό δείχνει ομόγενον με του ελληνικού χώρου στοιχείο.
Εκτός από τη λιτότητα της διακόσμησης αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν βρέθηκαν ναοί ενώ είναι ελάχιστα τα λατρευτικά είδη (γύρω στα 20 οστέινα ειδώλια). Αυτό δεν είναι τυχαίο. Οι έλληνες του Αιγαίου είχαν άλλες θρησκευτικές ιδέες. Κανείς ναός ή ιερό δεν έχει βρεθεί στον ελλαδικό χώρο από αυτή την περίοδο. Αντίθετα στους ανατολικούς λαούς έχουν ήδη εμφανιστεί τα πρώτα ιερά. Επίσης, ίσως δεν είναι τυχαίο, ότι δεν έχει βρεθεί η νεκρόπολη της Πολιόχνης. Τα «πρωτοελλαδικά» νεκροταφεία είναι επίσης ελάχιστα. Μόνο δυο τεφροδόχες με στάχτη νεκρών έχουν βρεθεί, δείγμα ότι ίσως έκαιγαν τους νεκρούς τους.
Την Κίτρινη περίοδο νέες τεχνικές αγγειοπλαστικής έφθασαν στην πόλη από τα ελλαδικά κέντρα πολιτισμού. Η Πολιόχνη διευρύνεται και άλλο και καταλαμβάνει έκταση σχεδόν δύο εκτάρια. Γίνονται προσπάθειες κοινωνικής οργάνωσης. Δημιουργούνται δημόσιοι χώροι, διοικητήριο, πλακόστρωτοι δρόμοι, πλατείες κ.λπ. Στους ευρείς δρόμους υπάρχουν μεγάλες κατοικίες με βοηθητικούς χώρους, ενώ στα σοκάκια μικρότερες, δείγμα κοινωνικών ανισοτήτων. 
Κατασκευάζονται δημόσια πηγάδια, αγωγοί ύδρευσης και σύστημα αποχέτευσης (μικρός υπόνομος).
Ο πληθυσμός της πόλης αυτή την εποχή υπολογίζεται σε 600-800 κατοίκους. Υπάρχει αγορά γύρω από τον κεντρικό πλακόστρωτο δρόμο, στην οποία προφανώς έρχονται τόσο οι Λήμνιοι της ενδοχώρας, όσο και ξένοι έμποροι από τη θάλασσα.
Η κεραμική έχει βελτιωθεί. Χρησιμοποιείται ένα νέο μίγμα από άργιλο και τα αγγεία ψήνονται καλύτερα. Για την κατασκευή τους χρησιμοποιείται η επαναστατική τεχνική του τροχού. Διακρίνονται δύο κατηγορίες αγγείων: τα καθημερινά, που είναι απλούστερα και πιο ανθεκτικά και τα επίσημα, που είναι πιο λεπτά, πιο εύθραυστα και πιο περίτεχνα διακοσμημένα. Χαρακτηριστικό είναι το περίφημο δέπας αμφικύπελλο, το οποίο αναφέρει αργότερα ο Όμηρος.
Γενικά, τα αγγεία διαφέρουν πολύ από τα παλιότερα. Κατασκευάζονται σουρωτήρια, νεροχύτες (χύτρες με κρουνό), μεγάλα πιθάρια με ποικίλα διακοσμητικά στοιχεία και με διάφορους τύπους χειρολαβών. Επίσης, χάλκινες αιχμές δοράτων, αγκίστρια, καρφιά κ.λπ. Εξακολουθούν όμως να χρησιμοποιούνται και ορισμένα κοκάλινα εργαλεία, όπως βελόνες, μαχαιρίδια κ.ά. κάτι που σημαίνει ότι, παρά τη μακροχρόνια χρήση του χαλκού για 600 και πλέον χρόνια, κάποια αντικείμενα είναι ακόμα αναντικατάστατα.
Η ακμαία αυτή πόλη είχε τραγικό τέλος. Γύρω στο 2100 ισοπεδώθηκε από ένα μεγάλο σεισμό. Η καταστροφή ήταν τόσο φοβερή, ώστε η πόλη εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της, οι οποίοι δεν επέστρεψαν ούτε για να μαζέψουν τα πολύτιμα αντικείμενα, που άφησαν στα ερείπια, ανάμεσα στα οποία και τα χρυσά κοσμήματα. Δύο τουλάχιστον κάτοικοί της υπήρξαν θύματα αυτού του σεισμού, αφού βρέθηκαν καταπλακωμένοι από τα ερείπια ενός μεγάρου, κοντά στην έξοδό του.
Μετά την καταστροφή αυτή η Πολιόχνη ποτέ πια δεν θα αποκτήσει την παλιά της αίγλη. Οι περισσότεροι κάτοικοί της μάλλον μετοίκησαν στο Κουκονήσι, το οποίο γνωρίζει ιδιαίτερη ακμή κατά την επόμενη περίοδο, τη λεγόμενη Καστανή.
 
Πολιόχνη VI (Καστανή 2100-1700 π.Χ.) σύγχρονη της Τροίας V
 
Στο τέλος της Κίτρινης περιόδου, στα 2100 π.Χ. περίπου, η Πολιόχνη υπέστη μεγάλη καταστροφή από σεισμό. Στη συνέχεια η πόλη άρχισε δειλά-δειλά πάλι να αναπτύσσεται. Παλιότερα πιστευόταν ότι ερημώθηκε για μεγάλη περίοδο, αλλά οι νέες ανασκαφές δείχνουν ότι κατοικήθηκε τουλάχιστον στην κορυφή του λόφου. Δεν κτίστηκαν νέα οικοδομήματα, απλά επισκευάστηκαν τα παλιά.
Οι νέοι(;) κάτοικοι γνωρίζουν τη χρήση του τροχού στην αγγειοπλαστική, απόδειξη ότι δεν έ-χουμε πολιτισμική οπισθοδρόμηση. Έτσι τα σχέδια και η ποιότητα των αγγείων βελτιώθηκαν. Η πόλη έχει επαφές τόσο με την Τροία IV-V όσο και με το νότιο Αιγαίο. Όμως σιγά-σιγά παρακμάζει και δεν γνωρίζει την εμπορική ακμή των παλιότερων εποχών.
Την περίοδο αυτή το Κουκονήσι βρίσκεται στην κορύφωση της ανάπτυξής του και μάλλον έχει πάρει τη σκυτάλη από την Πολιόχνη ως εμπορικός σταθμός για όσους πλησιάζουν στο νησί.
 
Πολιόχνη VII (Ιώδης 1700-1400 π.Χ.) σύγχρονη της Τροίας VI
 
Η Ιώδης Πολιόχνη δεν παρουσίασε κάτι καινούργιο πολιτισμικά. Είναι επηρεασμένη από τον Κρητομυκηναϊκό πολιτισμό, όπως προκύπτει από την ύπαρξη πλήθους αγγείων.
Σίγουρα οι μύθοι για τον Κρητικό στην καταγωγή βασιλιά της Λήμνου, το Θόαντα και για την θεσσαλικής καταγωγής γυναίκα του Μύρινα έχουν κάποιο ιστορικό υπόβαθρο, που αντιστοιχεί μάλλον σε αυτή την εποχή. Κάποια συμμαχία μεταξύ Μινωιτών και Μινύων πρέπει να υπήρξε σχετικά με την κυριαρχία στη Λήμνο.
Πάντως το κέντρο βάρος της ζωής στο νησί έχει μετατοπιστεί πλέον στο Κουκονήσι, το οποίο αυτή την περίοδο γνωρίζει μεγάλη ακμή. Είναι σίγουρο ότι η παρακμή της Πολιόχνης συνέβαλε σε αυτή την εξέλιξη.
πηγή: ellinondiktyo

Αmphipolis.gr | Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

 
Ένα Θαύμα της Αρχαιότητας

Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας θεωρείται ένα από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και παρέμεινε σε λειτουργία ώς την πλήρη καταστροφή του από δύο σεισμούς τον 14ο αιώνα μ.Χ. Ήταν ένας πύργος συνολικού ύψους 140 μέτρων και ήταν για εκείνη την εποχή το πιο ψηλό ανθρώπινο οικοδόμημα του κόσμου μετά τις πυραμίδες του Χέοπα και του Χεφρήνου ή Χεφρένης.

Κατασκευάστηκε από κομμάτια άσπρης πέτρας και ήταν δομημένος σε τέσσερα επίπεδα. Το χαμηλότερο ήταν η τετράγωνη βάση, το δεύτερο ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα, το τρίτο οκτάγωνο κτίσμα και το τέταρτο το ψηλότερο ένα κυκλικό κτίσμα επί της κορυφής του οποίου το άγαλμα του Ποσειδώνα ή Απόλλωνα. Στο τέταρτο επίπεδο υπήρχε ένας καθρέπτης που αντανακλούσε το φως του ήλιου κατά τη διάρκεια της μέρας ενώ το βράδυ έκαιγε μία φλόγα για να προειδοποιεί τα διερχόμενα πλοία για την ύπαρξη εμποδίων. 
Η λέξη φάρος υιοθετήθηκε από πολλές χώρες και χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο λατινογενές λεξιλόγιο και σε γλώσσες όπως τα Γαλλικά (phare), τα Ιταλικά (faro), Πορτογαλικά (farol) και Ισπανικά (faro).

Γενικά 

Ο φάρος κατασκευάστηκε επί της νησίδας Φάρος. Το νησί έδωσε το όνομα στο οικοδόμημα κι όχι το αντίθετο, όπως πιστεύεται. Οι σύγχρονοι φάροι “δανείζονται” επίσης το όνομα της νησίδας. Είναι παγκοσμίως γνωστός με την ονομασία “Φάρος” της Αλεξάνδρειας επειδή ήταν λίγο έξω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Συνδεόταν τεχνητά με ένα είδος γέφυρας, το λεγόμενο Επταστάδιο (είχε, όπως μαρτυρά το όνομά του, μήκος επτά στάδια) και σχημάτιζε το ένα μέρος του λιμανιού της Αλεξάνδρειας.

Επειδή η διαμόρφωση του λιμανιού και της ευρύτερης περιοχής ήταν επίπεδη και δίχως κάποιο σημάδι που να προειδοποιεί τα διερχόμενα πλοία, χρησίμευε για να δίνει κάποιο είδος σινιάλου για την προσέγγιση στο λιμάνι. Ο φάρος χτίστηκε από τον Σώστρατο τον Κνίδιο μηχανικό, αρχιτέκτονα, γιο του επίσης αρχιτέκτονα Δεξιφάνους που είχε κατασκευάσει το στάδιο “Τέτρα” της Αλεξάνδρειας, το 282 π.Χ., ενώ αρχικά η μελέτη του έργου είχε ξεκινήσει επί Βασιλείας του πρώτου Βασιλιά της Ελληνιστικής περιόδου, τον Πτολεμαίο τον Α’ της Αιγύπτου, στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Η Φάρος λοιπόν είναι ένα μακρόστενο νησί, πάρα πολύ κοντά στην ξηρά και σχηματίζει μ αυτήν λιμάνι με δύο στόμια» στον βορειοδυτικό βραχίονα του Αιγυπτιακού Δέλτα, μας λέει ο Στράβων.

Η ονομασία του νησιού, Φάρος, είναι πιθανόν να χάρισε στους Φαραώ, το όνομά τους. Στο νησί αυτό, κατά την μυθολογία, κατοικούσε ο Πρωτέας. Η πρώτη λιμενική εγκατάσταση εκεί διαμορφώθηκε από τον Τούθμωση Γ΄ γύρω στο 1460 π.Χ. για να εξυπηρετήσει το εμπόριο με την Κρήτη. Αργότερα στα χρόνια του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου κτίσθηκε λίθινη γέφυρα, το Επταστάδιον, που ονομάστηκε έτσι επειδή το μήκος της ήταν επτά στάδια (1300 μ. περίπου) και ένωνε το νησί με την παραλία της Αλεξάνδρειας.

«…στο άκρο του νησιού» συνεχίζει ο Στράβων «υπάρχει ένας βράχος, που περιβρέχεται από την θάλασσα. Πάνω στο βράχο βρίσκεται ένας πύργος πολυώροφος χτισμένος θαυμαστά από άσπρο μάρμαρο που φέρει το ίδιο όνομα με το νησί.» 

Ο πύργος αυτός, έφερε σε κάποιο διαμέρισμά του πυρ και φτιάχτηκε για την σωτηρία των πλοίων κυρίως κατά την νυχτερινή πλοήγησή τους. Από τότε η λέξη «φάρος» δηλώνει κάθε θαλάσσιο ευκρινή πυρσοφόρο πύργο που τα βράδια φωτίζει, οδηγεί και κυρίως προειδοποιεί τους ναύτες και τα καράβια τους να μην πέσουν σε κακοτοπιές, όπως ξέρες ή αβαθή νερά, όπως με περιγράφει ο Στράβων την νήσο Φάρο, ή σε υφάλους, σε ύπουλους σκοπέλους κλπ.

Ένα Μηχανικό και Τεχνολογικό Θαύμα

Εκπληκτικό κατόρθωμα παραμένει στο πέρασμα του χρόνου η οικοδόμηση του περίφημου Φάρου της Αλεξάνδρειας, τόσο κατασκευαστικά όσο και τεχνολογικά. Δίκαια κατατάχθηκε στα επτά θαύματα. Από τους αρχαίους συγγραφείς περιγραφή του μας διασώζουν ο Στράβων (Γεωγραφικά, 17.1. 6-10) και ο Πλίνιος (Φυσική ιστορία 36.83). Κτίστηκε στη διάρκεια της περιόδου του Πτολεμαίου Β’ του Φιλάδελφου από το διάσημο αρχιτέκτονα Σώστρατο τον Κνίδιο, του Δεξιφάνους και η κατασκευή του διήρκεσε δώδεκα χρόνια. 

 Την ονομασία «Φάρος» την πήρε από την ομώνυμη νησίδα Φάρος που βρισκόταν στην είσοδο του λιμανιού της πόλης. Το αρχικό του όνομα ήταν «πυροφόρος πύργος», έμεινε όμως γνωστός σαν Φάρος και από αυτόν έλκουν την ονομασία τους οι γνωστοί φάροι της ναυτιλίας. Δεν άργησε να ταυτιστεί με την ίδια την πόλη και όταν έλεγαν «Φάρος» εννοούσαν την Αλεξάνδρεια. Το συνολικό του ύψος έφτανε τα 140μ.(!) και ήταν κτισμένος σε τέσσερα επίπεδα. 
 Το πρώτο, ύψους 71 μέτρων, ήταν το ψηλότερο από όλα. Ήταν τετράγωνο, διάτρητο από παράθυρα, και γύρω – γύρω υπήρχαν πλήθος δωμάτια όπου στεγάζονταν οι μηχανικοί και οι φύλακες. Στο κέντρο του υπήρχε υδραυλικός μηχανισμός , με τη βοήθεια του οποίου ανέβαζαν τα διάφορα εφόδια και καύσιμα του πυργίσκου. Το δεύτερο τμήμα, πάνω στο πρώτο, ήταν οκταγωνικό, γεμάτο με ελικοειδείς σκάλες, και το τρίτο, πάνω στο δεύτερο, ήταν κυκλικό, στολισμένο με κίονες. 
Στο τελευταίο τμήμα προς την κορυφή υπήρχε ο μηχανισμός που αντανακλούσε το φως. Εκεί υπήρχε τόσο η φωτιά, όσο και ευαίσθητα όργανα που την αντανακλούσαν πολλά μίλια μακριά (300 στάδια). Πολλές αναφορές μιλούν για έναν παράξενο «καθρέπτη», που προκαλούσε θαυμασμό περισσότερο από το κτίριο και που δεν ράγιζε. 
Μερικοί λένε ότι ήταν από γυαλί, άλλοι από διαφανή επεξεργασμένη πέτρα, και όταν κάθονταν από κάτω, μπορούσαν να βλέπουν πλοία στη θάλασσα που δεν ήταν ορατά με γυμνό μάτι. Έχουμε μήπως εδώ ένα πρώτο τηλεσκόπιο; Όλα είναι πιθανά. Και ήταν ένας μόνο ανακλαστήρας ή υπήρχαν πολλοί; Δυστυχώς τα στοιχεία που έχουμε είναι ελλιπή.

Αναφέρονται επίσης πολλά έργα τέχνης με αυτοματισμούς: Ένα άγαλμα που το δάκτυλό του ακολουθούσε την τροχιά του ήλιου στη διάρκεια της ημέρας (τι γινόταν άραγε τη νύχτα;) ένα άλλο που εσήμαινε τις ώρες της ημέρας με ποικίλες και μελωδικές φωνές, και ένα άλλο που έδινε το σύνθημα του συναγερμού όταν ερχόταν εχθρικός στόλος που δεν ήταν ακόμη ορατός. Διακρίνουμε εδώ πολλές εφαρμογές αυτομάτων, υδραυλικών οργάνων, κατόπτρων κλπ. 

Μια λαμπρή παράδοση σε εφαρμογή, ένας κατασκευαστικός άθλος που υλοποιούσε τις τεχνολογικές προδιαγραφές της εποχής του. Οι Άραβες κατακτητές ενθουσιασμένοι από το Φάρο, που τον αποκαλούσαν «Ελ-Μανάρα», έδωσαν το όνομά του στα ψηλά κτίρια της θρησκείας τους, γνωστά σαν μιναρέδες. Στην Ελληνική βιβλιογραφία απουσιάζει και αυτό το τόσο ενδιαφέρον θέμα. Πολύ ελάχιστα στοιχεία μας δίνουν οι Έλληνες συγγραφείς. 
Υπάρχουν φυσικά τα ελλιπή λήμματα των εγκυκλοπαιδειών και τρεις μόνο ξενόγλωσσες μελέτες που έχουν μεταφραστεί στα Ελληνικά και που αναφέρονται στο Φάρο. Ξενόγλωσσες μελέτες υπάρχουν φυσικά πολλές και δεν μπορώ να τις αναφέρω, αλλά αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για το θέμα αφότου η Γαλλική εφημερίδα le Figaro δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «βρέθηκε ο Φάρος της Αλεξάνδρειας» όπου ιστορούνταν οι έρευνες και οι ανακαλύψεις των Γάλλων αρχαιολόγων στην Αλεξάνδρεια.

Η Κατασκευή

Η κατασκευή του πολυώροφου κτιρίου, του φάρου, πιθανότατα άρχισε το 297 π.Χ. στα χρόνια του Πτολεμαίου Ά του Σωτήρος (305-282 π.Χ.), ή το 283/2 π.Χ σύμφωνα με τον μεταγενέστερο χρονικογράφο Ευσέβιο, επίσκοπο της Καισαρείας, και τελείωσε στα χρόνια του Πτολεμαίου Β΄, του Φιλάδελφου (284-246 π.Χ.).

Αρχαίοι συγγραφείς, όπως οι Στράβων, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Ποσείδιππος και Λουκιανός από τα Σαμόσατα (115-180 μ.Χ.) μας πληροφορούν ότι η κατασκευή του φάρου ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα και μηχανικό, ισάξιο του Αρχιμήδους, τον Σώστρατο του Δεξιφάνους από την Κνίδο (πόλη της Καρίας και έδρα της δωρικής Εξάπολης), ο οποίος ήταν και φίλος των βασιλέων Πτολεμαίου Α και Β. Στον Σώστρατο αποδίδονται οι στοές του ναού της Αφροδίτης στην Κνίδο, το «κρεμαστό περιπατητήριον», καθώς και η υποταγή της Μέμφιδος χωρίς πολιορκία, αλλά με απλή εκτροπή των υδάτων του Νείλου.

Σύμφωνα με τον Λουκιανό, ο Σώστρατος, αφού οικοδόμησε το κτίριο, έγραψε το όνομά του επ’ αυτού, καθώς και το όνομα του Βασιλεύοντος. Ο Σώστρατος που αναφέρουν, ενδεχομένως να ταυτίζεται με έναν πρέσβη του Πτολεμαίου Β΄, του Φιλάδελφου, στη Δήλο. Ωστόσο δεν υπάρχει κάποια σχετική ένδειξη.

Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας συγκαταλέγεται στα επτά θαύματα της αρχαιότητας, φωτίζοντας τον πλου των καραβιών για περίπου 1500 χρόνια. Ξεκίνησε να κτίζεται στα 280 π.Χ., χρονιά κατά την οποία στη Ρόδο εγκαινιαζόταν ο περίφημος Κολοσσός. Ήταν φωτεινός σηματοδότης και λειτουργούσε νύχτα μέρα, ένας φανός για τους αρχαίους, φανάρι για τους σύγχρονους. Είχε ύψος 140 μέτρα και το φως του διακρινόταν από απόσταση 47 με 50 χιλιομέτρων. 

Επίσημα, ο πρώτος Πτολεμαίος ήταν γιος του Μακεδόνα ευπατρίδη Λάγου. Γι’ αυτό και δυναστεία των Λαγιδών ονομάζεται η Βασιλική γενιά της Αιγύπτου που ξεκίνησε με τον ίδιο και χάθηκε με την Κλεοπάτρα. Ανεπίσημα, όμως, όλοι στη Μακεδονία γνώριζαν πως ο Πτολεμαίος δεν ήταν παρά ένα από τα κρυφά κατορθώματα του Βασιλιά Φίλιππου, νόθος γιος του με την Αρσινόη κι επομένως ετεροθαλής αδελφός του Μεγαλέξανδρου. Άλλωστε, το όνομα Αρσινόη έπαιζε στο παλάτι της Αιγύπτου σχεδόν όσο και το όνομα των Πτολεμαίων Βασιλιάδων.

Μια Αρσινόη, κόρη του πρώτου Πτολεμαίου, δολοφόνησε τον άνδρα της, Βασιλιά της Θράκης Λυσίμαχο, για να παντρευτεί τον αδελφό της, Βασιλιά της Αιγύπτου, που απαλλάχθηκε από την πρώτη του γυναίκα, Αρσινόη κι αυτή. Μια άλλη παντρεύτηκε τον επίσης αδερφό της Πτολεμαίο (τον τέταρτο), από τον οποίο και δολοφονήθηκε. Κι ακόμα μια Αρσινόη ήταν αδερφή της Κλεοπάτρας που έβαλε τον Ιούλιο Καίσαρα να τη βγάλει από τη μέση, προκειμένου να μην έχει μελλοντικούς ανταπαιτητές του θρόνου.

Εκείνος, όμως, ο πρώτος Πτολεμαίος ήταν όμορφο και ανδρείο παλικάρι, συμπολεμιστής του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αρχηγός της σωματοφυλακής του. Ανέλαβε διοικητής της Αιγύπτου, όταν στα 323 π.Χ. ο στρατηλάτης πέθανε. Στα άγρια χρόνια που ακολούθησαν, συμμετείχε στους πολέμους των διαδόχων και, το 301 π.Χ., ήταν στην πλευρά των νικητών μετά την καθοριστική μάχη της Ιψού, όπου αυτός, ο Κάσσανδρος, ο Σέλευκος και ο Λυσίμαχος κατατρόπωσαν τον Αντίγονο. 

Του έλαχε η Αίγυπτος, στην οποία ήταν ήδη Βασιλιάς από το 305 π.Χ. Αποδείχτηκε άξιος του θρόνου, πήρε το προσωνύμιο Σωτήρ, προστάτευσε τα γράμματα και τις τέχνες κι έκτισε την περίφημη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, με ένα εκατομμύριο τόμους στις δόξες της, και το μουσείο, όπου έμεναν δωρεάν και συνεργάζονταν φιλόσοφοι, σοφοί και ποιητές. Πέθανε το 283 π.Χ.

Ο δεύτερος Πτολεμαίος, αυτός που απαλλάχθηκε από τη γυναίκα του για να παντρευτεί την αδερφή του, Αρσινόη, έμεινε στην ιστορία με το προσωνύμιο Φιλάδελφος, ακριβώς γι’ αυτή του την επιλογή. Τον αδικούσαν, όμως. 

Προστάτευε τα γράμματα και τις τέχνες εξίσου αποτελεσματικά, όπως κι ο πατέρας του και ήταν αυτός που χρηματοδότησε την ανέγερση του Φάρου της Αλεξάνδρειας, έργο που ο Πτολεμαίος Α’ είχε συλλάβει αλλά δεν έζησε να δει την ολοκλήρωσή του. Πατέρας και γιος, άλλωστε, ήταν αυτοί που έβαλαν γερά τα θεμέλια για να ανθίσει και να αναπτυχθεί στο έπακρο η «Αλεξανδρινή εποχή», παρ’ όλο που οι επόμενοι Πτολεμαίοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αποδείχτηκαν ανίκανοι, έκφυλοι και αιμοσταγείς.

Ο Πτολεμαίος Β’ έγινε συμβασιλιάς του πατέρα του το 285 π.Χ. και μονοκράτορας το 283 π.Χ. Τον επόμενο χρόνο (282 π.Χ.) εγκαινίασε το εντυπωσιακό στάδιο της Αλεξάνδρειας (το είπαν «Τέτρα»), που είχε κατασκευάσει ο αρχιτέκτονας Δεξιφάνης. Γιος του ήταν ο επίσης αρχιτέκτονας, Σώστρατος, που είχε αναλάβει να ανεγείρει τον Φάρο της Αλεξάνδρειας. 

Ο Πτολεμαίος του είχε απαγορεύσει να «υπογράψει» το έργο του (οπότε έβαλε το όνομά του κρυφά) ή ο ίδιος ήταν πολύ μετριόφρων. Ό,τι και να συνέβαινε, μια λαξευμένη επιγραφή στη βάση του έργου, πάνω σε στρώμα σοβά, ανέφερε ως κατασκευαστή του Φάρου τον Πτολεμαίο. Κάτω από τον σοβά, μια άλλη επιγραφή ανέφερε τα εξής:

«ΣΩΣΤΡΑΤΟΣ ΔΕΞΙΦΑΝΟΥΣ ΚΝΙΔΙΟΣ ΘΕΟΙΣ ΣΩΤΕΡΣΙΝ ΥΠΕΡ ΠΛΩΙΖΟΜΕΝΩΝ» 
(Σώστρατος ο Κνίδιος, ο γιος του Δεξιφάνους, {το αφιερώνει} στους σωτήρες Θεούς υπέρ των ναυτιλομένων).

Το νησάκι Φάρος βρίσκεται λίγο έξω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας και συνδεόταν τεχνητά με αυτό χάρη σε μια κατασκευή, γνωστή ως Επταστάδιον («μήκους επτά σταδίων» ή 1.288 μέτρων). Το οικοδόμημα κτίστηκε με άσπρες πέτρες στην άκρη του νησιού, ώστε η θάλασσα να το περιβάλλει από τη δυτική και τη βόρεια πλευρά του. 

Σύμφωνα με την περιγραφή του Άραβα περιηγητή Αμπού Γιουσέφ Χαγκάγκ ελ Ιμπν Ανταλουσί, που το επισκέφτηκε στα 1165, αλλά και διάφορες απεικονίσεις του Φάρου πάνω σε αυτοκρατορικά νομίσματα, κύπελλα, μωσαϊκά κλπ καταλήγουμε ότι το κτίσμα ήταν τετράγωνο, με περίπου 8,5 μέτρα η κάθε πλευρά. Το κτίριο αποτελούσαν τέσσερα επίπεδα (συνδεμένα μεταξύ τους με αρμούς από μολύβι) με πρώτο μια βάση πάνω στην οποία εδραζόταν:

Η βάση είχε ύψος 6,5 μέτρα από τη μεριά της στεριάς (από την πλευρά της θάλασσας ήταν πιο ψηλή) και ήταν τετράγωνο με κάθε πλευρά να έχει μήκος 8,5 μέτρων. Μια ράμπα πάνω σε 16 καμάρες, μήκους περίπου 183 μέτρων, οδηγούσε, από τα τείχη του νησιού, στην υπερυψωμένη πύλη του κτιρίου. Το ύψος του πρώτου πατώματος από το έδαφος ήταν περίπου εξήντα μέτρα (ή 57,73 μ. σύμφωνα με τον άραβα). 

Τρίτωνες ή και άλλα θαλάσσιοι θεοί, που φυσούσαν σάλπιγγες ή θαλάσσια κοχύλια διακοσμούσαν τις γωνίες της κορυφής του πρώτου πατώματος. Το δεύτερο επίπεδο ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα, με Τρίτωνες να κοσμούν τις γωνίες του, σύμφωνα με παράσταση σε ρωμαϊκό νόμισμα. Πάνω σ’ αυτό, είχε κτιστεί ένα οκτάγωνο (τρίτο επίπεδο) κτίριο, με εξώστη γύρω του. Πάνω του είχε κτιστεί το κυλινδρικό τέταρτο επίπεδο, στην κορυφή του οποίου είχε στηθεί άγαλμα του θεού Ποσειδώνα (ή του Απόλλωνα). 
Στο επίπεδο αυτό είχε προσαρμοστεί ένας γιγάντιος καθρέφτης που έστελνε τις ακτίνες του ήλιου στο πέλαγος, ώστε να είναι ορατός από πολύ μακριά. Τη νύχτα, μια φλόγα αντικαθιστούσε τις ακτίνες. Το όλο οικοδόμημα είχε ύψος 140 μ. από τη μεριά της θάλασσας. Στο εσωτερικό του υπήρχαν αίθουσες και μια ελαφρά επικλινής ράμπα με χαμηλά σκαλοπάτια, που οδηγούσε ως την κορφή και την οποία χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν με ζώα τα υλικά της φωτιάς στην οροφή. Ολοκληρώθηκε στα 270 π.Χ., δώδεκα χρόνια αφότου ξεκίνησε η ανέγερσή του.

Ο δεύτερος όροφος ήταν οκταγωνικός με μήκος κάθε πλευράς 18,30 μ. και ύψος περίπου 30 μ (ή 27,45 μ.) Ο τρίτος όροφος ήταν κυλινδρικός με διάμετρο, σύμφωνα με τον άραβα 75,20 μ. και ύψος 7.32 μ. Στην κορυφή υπήρχε ορθό άγαλμα του Διός Σωτήρος περίπου 5 μέτρων, ο οποίος κράδαινε κεραυνό στο αριστερό του χέρι και σκήπτρο ή τρίαινα στο δεξί. Σ΄ αυτόν ήταν αφιερωμένος ο Φάρος. 

Τον Δία αντικατέστησε, αργότερα, ένα τζαμί. Σύμφωνα με κάποια νομίσματα, στην κορυφή εμφανίζεται ο Ποσειδώνας ο οποίος με το αριστερό του χέρι κρατούσε τρίαινα, ενώ με το δεξί του έδειχνε το πέλαγος.
Ο πύργος ξεπερνούσε τα 100 μέτρα. Πλησίαζε τα 120 μ. περίπου. Ο τοίχος είχε πάχος μεταξύ 1,5 και 2μ. και πρέπει να διακρίνονταν καθαρά η πλινθοδομή του. Κάθε όροφος ξεχώριζε με ένα στηθαίο διαφορετικού μήκους και ύψους. Υπήρχαν περίπου 68 δωμάτια, το ένα εκ των οποίων μάλλον οδηγούσε υπόγεια στην θάλασσα. Όλα τα διαμερίσματα είχαν τουλάχιστον από ένα ορθογώνιο (ή κυκλικό κατά άλλους) παράθυρο. 
Η είσοδος του πύργου λέγεται ότι βρισκόταν χαμηλά στη βάση Υπάρχει όμως και η εκδοχή, που θεωρείται ακριβέστερη, η θύρα να βρισκόταν ψηλότερα. στην κορυφή μιας κλίμακας η οποία στηριζόταν πάνω σε μια σειρά από 16 καμπύλες αψίδες.

Το καθοδηγητικό φως του Φάρου πρέπει να έβγαινε από το τελευταίο επίπεδο (κυλινδρικό) ή τον τελευταίο όροφο του κτιρίου. Ωστόσο οι περισσότερες αρχαίες μαρτυρίες φαίνεται να συμφωνούν ότι η φωτιά που έκαιγε βρισκόταν στην βάση του πύργου. 

Την φωτιά αυτή, ως το πιο εύλογα ικανό, υπαρκτό και πρακτικό υλικό, για την εποχή, που πρέπει να την συντηρούσε, ανάμεσα σε άλλες σύγχρονες υποθέσεις πρέπει να θεωρηθεί η αποξηραμένη ζωική κοπριά, η οποία καιγόταν στην βάση και με καθρέπτες ανακλώνταν ως την κορυφή του κτίσματος. Το φως του Φάρου, σύμφωνα με τον Ιώσηπο στο Περί του Ιουδαϊκού Πολέμου, γινόταν ορατό σε απόσταση 300 στάδια, δηλαδή περίπου 55 χιλιόμετρα, ή και το ξεπερνούσε κατά το δεκαπλάσιο, σύμφωνα με τον Λουκιανό. Ο Πλίνιος μας λεει ότι η όλη κατασκευή στοίχισε 800 τάλαντα.
Στην ίδια περίπου θέση, σύμφωνα με επιστολή του Ηφαιστίωνος προς τον διοικητή της πόλης Κλεομένη, φαίνεται να προϋπήρχε φανοφόρος πύργος πολύ μικρότερων διαστάσεων ήδη από την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου.

Κοντά στον Φάρο υπήρχε ιερό της Φαρίας Ίσιδος ή Ειδοθέης, η οποία έβοσκε στην ελευσίνια ακτή τα ποίμνια των Τριτώνων. Το ιερό μετατράπηκε σε εκκλησία του Ραφαήλ, η οποία διασώθηκε μέχρι τον 15 αιώνα. Σύμφωνα με τον Ευστάθιο τον υπομνηματιστή του Διονυσίου, στην Φάρο υπήρχε ακόμα εκτός από τον Φάρο και ένας Αντίφαρος, η θέση του οποίου μας είναι άγνωστη, καθώς και οι τάφοι του Οσίριδος και της Ειδοθέης της Πρωτέως.

Ο χρόνος στάθηκε αμείλικτος σε αυτό το θαύμα. Το ανώτερο και μεσαίο τμήμα του είχαν καταστραφεί μέχρι το 90 μ.Χ. Στα 500 μ.Χ. περίπου και επί αυτοκράτορα Αναστασίου η προκυμαία και τα θεμέλια σταδιακά είχαν καταστραφεί από την θάλασσα γι αυτό ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Αμμώνιο την επισκευή τους, την οποία και εκτέλεσε με το παραπάνω.

Το πρώτο ταρακούνημα του Φάρου έγινε στον σεισμό του 796 και το δεύτερο σε εκείνον του 1303. Το 1303 ο Φάρος της Αλεξάνδρειας λειτουργεί για τελευταία φορά.

Άντεξε ακόμα είκοσι χρόνια, καθώς κάθε φορά επισκεύαζαν τις ζημιές. Περί το 874 μ.Χ. ο Αχμέτ έμπν Τουλούν, προέβη και αυτός στην επισκευή της κορυφής, επισκευή η οποία μάλλον ήταν και η τελευταία που δέχτηκε ο πυρσοφόρος Πύργος. Με τον καιρό, η Αλεξάνδρεια έχασε την εμπορική αίγλη της και το λιμάνι εγκαταλείφθηκε. Μαζί τους και ο Φάρος. Όμως, στον σεισμό του 1324 κατέρρευσε και η βάση. 

Τη χρονιά εκείνη, ο Άραβας Ιμπν Μπατούσα δεν κατάφερε να μπει στα χαλάσματα του. Ο Εμίρης της Αιγύπτου, Καήτ Βέης, κατά τον 15 αιώνα, ο οποίος κατεδάφισε τελείως τον φάρο, βρήκε χρήσιμα τα ερείπια και τα χρησιμοποίησε, στα 1480 και στην θέση του, με τα ίδια του τα υλικά, έκτισε ένα ισλαμικό φρούριο με ναυτικό φάρο συγχρόνως. 
Το φρούριο σώζεται ακόμη και η περιοχή είναι στρατιωτική και δυσπρόσιτη. Ειπώθηκε ότι οι μιναρέδες στα τζαμιά της Αιγύπτου ακολουθούν τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του Φάρου.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΥΡΓΟΙ

Το φάρο τον αποτελούσαν τρεις μαρμάρινοι πύργοι, χτισμένοι επάνω σε ένα θεμέλιο από πέτρινους ογκολίθους. Ο πρώτος πύργος ήταν τετράπλευρος και περιείχε διαμερίσματα για τους εργάτες και τους στρατιώτες. Από επάνω υπήρχε ένας δεύτερος οκταγωνικός, με σπειροειδές κεκλιμένο επίπεδο που οδηγούσε στον τελευταίο πύργο.

ΤΟ ΛΑΜΠΡΟ ΦΩΣ

Ο τελευταίος πύργος είχε σχήμα κυλίνδρου και στο εσωτερικό του έκαιγε η φωτιά που οδηγούσε τα πλοία με ασφάλεια στο λιμάνι. Από επάνω του υπήρχε το άγαλμα του Διός Σωτήρας. Το συνολικό ύψος του φάρου ήταν 117 μέτρα.

ΤΟ ΣΤΙΛΠΝΟ ΟΡΕΙΧΑΛΚΙΝΟ ΚΑΤΟΠΤΡΟ

Για τη συντήρηση της φωτιάς χρειάζονταν τεράστιες ποσότητες καύσιμων. Την τροφοδοτούσαν με ξύλα, που τα μετέφεραν χάρη στο σπειροειδές κεκλιμένο επίπεδο άλογα και μουλάρια. Πίσω από τη φωτιά υπήρχαν φύλλα ορειχάλκου που αντανακλούσαν τη λάμψη προς τη θάλασσα. Τα πλοία μπορούσαν να τη διακρίνουν από 50 χιλιόμετρα μακριά. Κατά το δωδέκατο μ.Χ. αιώνα το λιμάνι της Αλεξάνδρειας γέμισε από λάσπη και τα πλοία έπαψαν να το χρησιμοποιούν. Ο φάρος έπεσε σε αχρηστία. Ενδεχομένως τα φύλλα του ορειχάλκου κάτοπτρου αποσπάστηκαν και έγιναν νομίσματα.

Πολλές αναφορές μιλάνε για έναν παράξενο καθρέπτη από γυαλί, ή διαφανή επεξεργασμένη πέτρα που μέσω αυτού μπορούσαν να βλέπουν πλοία στην θάλασσα, που δεν ήταν ορατά με γυμνό μάτι (κάτι σαν τηλεσκόπιο).
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο φάρος εκτός από την θαυμαστή του κατασκευή, περιελάμβανε πολλές εφαρμογές αυτομάτων μηχανισμών, υδραυλικών οργάνων, κατόπτρων κλπ , δείγματα των τεχνολογικών ικανοτήτων της εποχής. Υπάρχουν πολλές αναφορές για έργα τέχνης με αυτοματισμούς όπως ένα άγαλμα που το δάχτυλό του ακολουθούσε την τροχιά του ηλίου στη διάρκεια της ημέρας, ένα άλλο που σήμαινε τις ώρες της ημέρας με ποικίλες και μελωδικές φωνές, ένα άλλο που έδινε το σύνθημα του συναγερμού όταν ερχόταν εχθρικός στόλος, που δεν ήταν ακόμα ορατός.

H Ολοκλήρωση

Μετά τον ανέλπιστο και απρόοπτο θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο Πτολεμαίος ανακήρυξε τον εαυτό του βασιλιά της τεράστιας αυτοκρατορίας, που δημιούργησε ο Μέγας Αλέξανδρος το 305 π.Χ. Κατά την περίοδο της βασιλείας του ξεκίνησε και η κατασκευή αυτού του μεγαλουργήματος αλλά δεν πρόλαβε να το δεί ολοκληρωμένο αφού πέθανε το 283 π.Χ. Ο γιος του, Πτολεμαίος Β’ Φιλάδελφος, είδε το έργο να ολοκληρώνεται δώδεκα χρόνια από την έναρξη της δόμησής του το 270 π.Χ. 

Μετά τις πυραμίδες της Αιγύπτου, ο φάρος της Αλεξάνδρειας είναι το μεγαλύτερο σε χρονική διάρκεια μνημείο της περιοχής, που κατάφερε να διασωθεί εώς την σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή του από τρεις σεισμούς που έλαβαν χώρα το 796 π.Χ., το 1303 και το 1323 μ.Χ. Το 1323 ήταν η χρονιά, που ο Άραβας επισκέπτης Ίμπν Μπατούτα δεν μπορούσε να εισέλθει στον φάρο από τα πολλά ερείπια που είχαν συγκεντρωθεί. 
 Το 1480 μ.Χ. ο Σουλτάνος της Αιγύπτου, Καΐτ-μπεης, χρησιμοποίησε τα εναπομείναντα ερείπια μεταφέροντάς τα για το χτίσιμο κάστρου στον ίδιο χώρο, πάνω στη θεμελίωση του Φάρου. Αλλά και αυτό το φρούριο αν και είχε ανακαινισθεί στις αρχές του 19ου αι. κατεδαφίστηκε από τους Άγγλους το 1882.
Η Λειτουργία του Φάρου

Στο κέντρο του υπήρχε υδραυλικός μηχανισμός με την βοήθεια του οποίου ανέβαζαν τα διάφορα εφόδια και καύσιμα του πυργίσκου. Το δεύτερο τμήμα, ήταν οκταγωνικό, γεμάτο με ελικοειδής σκάλες και το τρίτο, ήταν κυκλικό, στολισμένο με κίονες. Στο τελευταίο τμήμα στη κορυφή υπήρχε ο μηχανισμός που αντανακλούσε το φως.

Εκεί υπήρχε τόσο η φωτιά όσο και ευαίσθητα όργανα ενώ την ημέρα ύψωνε στον ουρανό μια μεγάλη στήλη καπνού που την αντανακλούσαν πολλά χιλιόμετρα μακριά (300 στάδια). Από επάνω του υπήρχε το άγαλμα του Διός Σωτήρος.

Πολλές αναφορές μιλάνε για έναν παράξενο καθρέπτη από γυαλί, ή διαφανή επεξεργασμένη πέτρα που μέσω αυτού μπορούσαν να βλέπουν πλοία στην θάλασσα, που δεν ήταν ορατά με γυμνό μάτι (κάτι σαν τηλεσκόπιο).

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο φάρος εκτός από την θαυμαστή του κατασκευή, περιελάμβανε πολλές εφαρμογές αυτομάτων μηχανισμών, υδραυλικών οργάνων, κατόπτρων κλπ , δείγματα των τεχνολογικών ικανοτήτων της εποχής.

Υπάρχουν πολλές αναφορές για έργα τέχνης με αυτοματισμούς όπως ένα άγαλμα που το δάχτυλό του ακολουθούσε την τροχιά του ηλίου στη διάρκεια της ημέρας, ένα άλλο που σήμαινε τις ώρες της ημέρας με ποικίλες και μελωδικές φωνές, ένα άλλο που έδινε το σύνθημα του συναγερμού όταν ερχόταν εχθρικός στόλος, που δεν ήταν ακόμα ορατός. Για τη συντήρηση της φωτιάς χρειάζονταν τεράστιες ποσότητες καυσίμων.

Την τροφοδοτούσαν με ξύλα, που μετέφεραν χάρη στο σπειροειδές κεκλιμένο επίπεδο άλογα και μουλάρια. Τα πλοία μπορούσαν να τη διακρίνουν από 50 χιλιόμετρα μακριά. Κατά το δωδέκατο αιώνα το λιμάνι της Αλεξάνδρειας γέμισε από λάσπη και τα πλοία έπαψαν να το χρησιμοποιούν.

Ο φάρος έπεσε σε αχρηστία. Ενδεχομένως τα φύλλα του ορειχάλκινου κατόπτρου αποσπάστηκαν κι έγιναν νομίσματα. Κατά το δέκατο τέταρτο αιώνα ένας σεισμός κατάστρεψε το φάρο. Μερικά χρόνια αργότερα οι Μουσουλμάνοι χρησιμοποίησαν τα υλικά του για την κατασκευή ενός οχυρού. Το οχυρό αυτό ανακατασκευάστηκε και παραμένει ακόμη στη θέση, του πρώτου φάρου στον κόσμο.

Αρχαιολογία

Όλα ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν τεράστιοι όγκοι μπετόν ρίχτηκαν στη θάλασσα, στο ανατολικό λιμάνι της Αλεξάνδρειας, για να προστατεύσουν από τα κύματα της Μεσογείου το φρούριο που έκτισε στο νησί Φάρος το 1477 ο Μαμελούκος Σουλτάνος Κάϊτ-μπέης, πάνω στα θεμέλια του αρχαίου φάρου.

H κινηματογραφίστρια Aσμά Eλ Μπακρί ανατρίχιασε στη θέα των ογκόλιθων που απειλούσαν να θάψουν για πάντα ένα σημαντικό μέρος της παγκόσμιας ιστορικής κληρονομιάς. Oι ογκόλιθοι είχαν “καθίσει” πάνω σε αρχαιότητες.

Έτσι, τον Οκτώβριο του 1994, έξι Γάλλοι και έξι Αιγύπτιοι δύτες άρχισαν τις υποβρύχιες έρευνες για τον εντοπισμό και την καταγραφή τμημάτων από μνημεία και κτίρια της αρχαίας Αλεξάνδρειας. Σφίγγες, οβελίσκοι, και αγάλματα-κολοσσοί μαρτυρούν το παρελθόν ενός λαμπρού οικονομικού, πολιτιστικού και θρησκευτικού κέντρου της Μεσογείου. Πολλές από τις έντεχνα σμιλεμένες πέτρες αποτελούσαν τμήματα του ενός από τα Επτά Θαύματα της Αρχαιότητας, του Φάρου της Αλεξάνδρειας.

 
Tι γνωρίζουμε αλήθεια, γι’ αυτό το οικοδόμημα, που επί αιώνες αποτελούσε το στίγμα της πόλης και οδηγούσε με ασφάλεια τα πλοία στο λιμάνι της; Από την εποχή του Ομήρου (8ος π.X. αιώνας) και ίσως από παλαιότερα, το μικρό νησί Φάρος, με το φυσικό λιμάνι του, χρησιμοποιείτο από ξένους εμπόρους ως ασφαλής σταθμός των πλοίων κατά τη διαδρομή τους προς τον Κανωβικό βραχίονα του Νείλου, όπου συναντούσαν Αιγυπτίους εμπόρους που είχαν κατεβεί το μεγάλο ποταμό.

H πόλη της Αλεξάνδρειας θεμελιώθηκε το 331 π.X. από το Μέγα Αλέξανδρο και, χάρη στην προνομιακή της θέση, άρχισε να εξελίσσεται γρήγορα. Δύο, όμως, ήταν τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν τα προσεγγίζοντα από τη Μεσόγειο πλοία: οι χαμηλές ακτές της που δεν τα βοηθούσαν να βρουν λιμάνι και οι ξέρες γύρω από το νησί Φάρο που τα τσάκιζαν όταν είχε τρικυμία.

O παιδικός φίλος του Αλέξανδρου και Διοικητής της Αιγύπτου Πτολεμαίος A’ κατάλαβε γρήγορα ότι χρειάζονταν ένα ψηλό οικοδόμημα και κάποιος μηχανισμός που θα διευκόλυνε τα πλοία να εντοπίζουν την πόλη και να εισέρχονται στο λιμάνι με ασφάλεια. Tο οικοδόμημα κατασκευάσθηκε πάνω στο νησί Φάρο, από το οποίο έχουν πάρει έκτοτε το όνομά τους οι φάροι.

H ανέγερση του φάρου άρχισε το 285 π.X. περίπου και τελείωσε το 279 π.X. Oι μαρτυρίες των ιστορικών διίστανται όσον αφορά στο ύψος του. O πιο αξιόπιστος υπολογισμός βασίζεται στη φωτοβολία. O Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει ότι ο φάρος ήταν ορατός από απόσταση 300 σταδίων, δηλαδή 30 σημερινών ναυτικών μιλίων.

Από αυτό συμπεραίνουμε ότι το ύψος του πρέπει να ήταν περίπου 150 μέτρα. Αραβικές μαρτυρίες μας δίνουν μια εικόνα του τριώροφου φάρου. Tο ισόγειο ήταν μαρμάρινο με τετράγωνη κάτοψη, ο πρώτος όροφος με οκτάγωνη και ο δεύτερος με κυκλική. Από πάνω βρισκόταν η φωτεινή πηγή και στην κορυφή ένα άγαλμα του Ποσειδώνα, ύψους 7 μέτρων.

Tο ισόγειο του κτιρίου είχε πολλά παράθυρα και περιελάμβανε 300 περίπου δωμάτια για τη φρουρά και τους τεχνικούς, καθώς και μεγάλες αποθήκες για τα ξύλα που έκαιγε ο φάρος. Στο κέντρο του οικοδομήματος υπήρχε κατακόρυφο κλιμακοστάσιο με δύο ελικοειδείς ράμπες, αρκετά φαρδιές για να περνά ένα φορτωμένο ζώο, και κάποιες μηχανικές διατάξεις που ανέβαζαν ξύλα στην κορυφή του. Oι σκάλες είχαν άπλετο φυσικό φωτισμό από φεγγίτες στους εξωτερικούς τοίχους.

Από αφηγήσεις της εποχής, ξέρουμε ότι ο φάρος είχε κάποιο κάτοπτρο που χρησίμευε για να αντανακλά μία φλόγα από ρητινούχα ξύλα. Tην ημέρα ο φάρος φαινόταν κυρίως από τον καπνό του. Ορισμένες αφηγήσεις περιγράφουν το κάτοπτρο σαν να ήταν από γυαλί και μάλιστα σε κοίλο σχήμα. O θρύλος λέει ότι, όταν κοίταζες μέσα στο κάτοπτρο του φάρου, μπορούσες να δεις πλοία που ήταν πολύ μακριά και δεν φαίνονταν με γυμνό μάτι. Ή ότι το κάτοπτρο μπορούσε να συγκεντρώσει το φως του ήλιου και να κάψει εχθρικά πλοία από μεγάλη απόσταση. 

Λέγεται, ότι ο Αρχιμήδης είχε σχεδιάσει την οπτική συσκευή του φάρου. O φάρος είχε κι άλλα θαυμαστά μηχανήματα. Στην κορυφή του πύργου, το άγαλμα του Ποσειδώνα είχε ένα πολύπλοκο μηχανισμό, που του επέτρεπε να περιστρέφεται και να ανεβοκατεβάζει το χέρι δείχνοντας τη θέση του ήλιου μέρα νύχτα. 
Ένα άλλο άγαλμα ανήγγελλε με μελωδικούς τόνους τις ώρες της ημέρας, όπως τα ρολόγια των μεσαιωνικών μοναστηριών που δεν είχαν καντράν και δείκτες. Λέγεται ακόμα, ότι υπήρχε το άγαλμα ενός Τρίτωνα που ηχούσε δυνατά συναγερμό τη στιγμή που κάποιος εχθρικός στόλος σήκωνε άγκυρα, ακόμα κι αν βρισκόταν μέρες μακριά, ενώ άλλοι Τρίτωνες έφεραν σάλπιγγες που με τον ήχο τους βοηθούσαν τα πλοία να προσεγγίζουν το λιμάνι όταν υπήρχε ομίχλη.

Όλα αυτά θα μας φαίνονταν απίστευτα αν δεν είχε σωθεί μέχρι σήμερα ένα νόμισμα της εποχής του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου, που απεικονίζει το άγαλμα του Ποσειδώνα και τους Τρίτωνες. Δεκαέξι αιώνες άντεξε ο φάρος τις τρικυμίες της ανοικτής θάλασσας και τους συχνούς μεγάλους σεισμούς. 

Είχαν επανειλημμένα γίνει προσπάθειες για την επισκευή των ζημιών και τη συντήρηση του λαμπρού αυτού οικοδομήματος μέχρι το πρώτο μισό του 14ου αιώνα, οπότε καταστράφηκε ολοσχερώς εξ’ αιτίας μάλλον, ισχυρότατου σεισμού. Έτσι, τα “κομμάτια” του ενός από τα Eπτά Θαύματα του Kόσμου σκορπίστηκαν στο βυθό της Aλεξανδρινής θάλασσας, για να ξανάρθουν στο φως στις μέρες μας.

Φωτογραφικό Υλικό
 
ΠΗΓΕΣ :
 

Αmphipolis.gr | “Ιστορική βιταμινούχα ένεση” ο Μέγας Αλέξανδρος

“Ιστορική βιταμινούχα ένεση για την παρούσα κρίση ταυτότητας” χαρακτηρίζει την αναφορά στον Μέγα Αλέξανδρο ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Χάσαν Μπαντάουι, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, την κρίση που αντιμετωπίζει και το έλλειμμα αξιών που διαπιστώνει.

Υπό το πρίσμα της ελληνικής ιστορίας, δηλώνει ότι η αναπαραγωγή λαμπρών στιγμών του παρελθόντος είναι αναγκαία πολυτέλεια για να φωτίσει το σκοτεινό παρόν. Σε μια προσπάθεια να μεταφέρει μια σαφή νότα αισιοδοξίας, εκτιμά ότι η αισιοδοξία είναι βασική προϋπόθεση για την επιτυχία και δεν κοστίζει τίποτε ενώ εξηγεί για ποιους λόγους το υπουργείο Παιδείας είναι το πραγματικό υπουργείο Άμυνας μιας χώρας…

Με αφορμή τη διοργάνωση των “Αλεξάνδρειων 2015” από το Διεθνές Ίδρυμα Μεγάλου Αλεξάνδρου, στο Λιτόχωρο Πιερίας, ο κ. Μπαντάουι αναφέρεται στο πρόσωπο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και το λόγο για τον οποίο έμεινε γνωστός στην ιστορία ως πολιτικός και ως στρατηλάτης.

“Ο Αλέξανδρος έκανε δύο κατακτήσεις συγχρόνως: στην ανατολή κατέκτησε τα χρεωκοπημένα καθεστώτα που έπαψαν να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των κοινωνιών τους αλλά και τις καρδιές των καταπιεσμένων λαών από τα δικά τους καθεστώτα. Αυτό το κατάφερε μέσα από τον σεβασμό της δικής τους ταυτότητας, της δικής τους παράδοσης, των πιστεύω τους, των μορφών λατρείας τους και την συμμετοχή του στα τοπικά ήθη και έθιμα σαν ένδειξη αποδοχής και σεβασμού του άλλου. Αυτό ήταν το μεγαλείο. Ο νικητής να συμμερίζεται το “είναι” του ηττημένου και να αναγνωρίζει την οντότητά του” αναφέρει χαρακτηριστικά.

Παράλληλα διευκρινίζει ότι από τον σύγχρονο πολιτισμό απουσιάζει το κριτήριο της αποδοχής του άλλου, εκείνο που αποτέλεσε βάση της φιλοσοφίας του Αλεξάνδρου και πραγματώθηκε μέσα από “την επίσκεψή του στο ναό του Άμμωνα στην Θήβα της Αιγύπτου, μέσα από την πρόταση μεικτών γάμων του ιδίου και των στρατηγών του με τις γυναίκες της Περσικής αυτοκρατορίας, μέσα από τη στάση του απέναντι στην επίκληση – παράκληση του Ινδού βασιλιά Πώρου που ήταν αιχμάλωτός του”.

Με σαφείς υπαινιγμούς στην παρούσα κατάσταση της χώρας, ο κ. Μπαντάουι υπογραμμίζει ότι “η αναφορά στον Αλέξανδρο είναι μια ιστορική βιταμινούχα ένεση για την παρούσα κρίση ταυτότητας” και τονίζει ότι “ποτέ η ποσότητα, ούτε η αριθμητική πραγματικότητα μιας κοινωνίας ή ενός λαού δεν μπορεί να καθορίζει τη μοίρα και το μέλλον του”.

Αντίθετα, “αυτό που καθορίζει το μέλλον ενός λαού είναι η αυτοπεποίθηση, είναι το λαμπρό παρελθόν που φωτίζει το αδύναμο και ασταθές παρόν, είναι το παράδειγμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου που έχει γίνει αποδεκτός από όλους τους λαούς της οικουμένης ως εθνικός ήρωας όλων των λαών. Όλοι του παρέχουν μετά χαράς τη δική τους ταυτότητα και για τα προτερήματά του ως πολιτικού και ως στρατηλάτη. Είναι ο προσδιορισμός της σχέσης μας με τον άλλον που καθορίζει την τάση προς την ενότητα ή τον διαχωρισμό”.

Σε αυτό το σημείο μιλά για το ρόλο της παιδείας επισημαίνοντας ότι η φιλοσοφία του μεγάλου πολιτικού άνδρα ήταν προϊόν της παιδείας που έλαβε από τον Αριστοτέλη. “Έτσι έγινε πολιτικός και στρατηγός με σαφές όραμα, γιατί χωρίς ξεκάθαρο στόχο δεν υπάρχει επιτυχία” αναφέρει και τονίζει ότι από το πολιτικό περιβάλλον στο οποίο ζούμε λείπουν οι διαχρονικές αξίες, γεγονός που μας έχει οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή.

“Ο σύγχρονος πολιτισμός καμαρώνει παράγοντας όπλα μαζικής καταστροφής και κάνει διεθνείς εκθέσεις όπλων μαζικής καταστροφής. Αυτό οφείλεται στο έλλειμμα της παιδείας, που είναι ο μοναδικός θεσμός που μπορεί να εμφυτεύσει στην νοητική επικράτεια μιας κοινωνίας τις διαχρονικές ανθρώπινες αξίες που παρέχουν την αξία στο χρήστη, τον άνθρωπο την κοινωνία. Αυτή είναι η μοναδική ασπίδα προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Αυτό που λείπει από την παιδεία δεν είναι η πληροφορία αλλά είναι η αφορμή για την μεταφορά μηνυμάτων και προβληματισμών που σχηματίζουν την πραγματική ταυτότητα μιας κοινωνίας ή ενός έθνους. Και αυτός είναι ο λόγος που το υπουργείο παιδείας είναι το πραγματικό υπουργείο Αμύνης μιας χώρας. Απέναντι σε μια τέτοια κατάσταση θα πρέπει σε γενικές γραμμές να είμαστε πάντα αισιόδοξοι. Η αισιοδοξία είναι βασική προϋπόθεση για την επιτυχία και δεν κοστίζει τίποτε γιατί ό,τι αξίζει ποτέ δεν κοστίζει” αναφέρει χαρακτηριστικά.

Σχετικά με τη διοργάνωση των φετινών “Αλεξάνδρειων” αναφέρει ότι τιμώμενη χώρα είναι η Αίγυπτος και σημειώνει ότι Ελλάδα και Αίγυπτος μοιράζονται κοινές διαχρονικές αξίες, η ρίζα των οποίων χάνεται στο άπειρο του χρόνου. “Είναι ίσως οι μοναδικές χώρες που μέσα στη διαχρονικότητα των σχέσεών τους διατηρούν πάντα μια αρμονία, μια αλληλοϋποστήριξη, μια διαπολιτισμική σύμπνοια, μια συμπόρευση” λέει.

Εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό, τους εντοπίζει στην παρουσία των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Αίγυπτο, των Ελλήνων Μακεδόνων, των Πτολεμαίων, στους οποίους καταλογίζει το γεγονός ότι η Αίγυπτος απέκτησε και δεύτερη πολιτισμική ταυτότητα, τη μεσογειακή ταυτότητα.

“Χάρη στους Έλληνες Μακεδόνες, τους Πτολεμαίους, η ελληνική γλώσσα έγινε επίσημο όργανο έκφρασης της Αιγύπτου για πάνω από χίλια χρόνια, δηλαδή από τα τέλη του 4ου π.χ. αιώνα μέχρι και τις απαρχές του 11ου μΧ αιώνα. και σε συμπληρωματική συμβίωση με την αραβική γλώσσα. Αυτή η ιδιότητα των ιστορικών σχέσεων παραμένει αδιατάρακτη μέχρι και σήμερα. Αυτό αποδίδεται ίσως στο κοινό ιστορικό βάθος γιατί το ιστορικό βάθος ενός λαού είναι μια εγγύηση για τη σταθερή πορεία και συμπόρευση με όμοιους λαούς ή γείτονες” προσθέτει.

Πηγή: ΑΜΠΕ

 

Amphipolis.gr | Ο μύθος του Οιδίποδα και της Σφίγγας – Τα κρυμμένα μυστικά

Ο μύθος του Οιδίποδα και της Σφίγγας – Τα κρυμμένα μυστικά

Η Σφίγγα είναι φανταστικό πλάσμα της ελληνικής μυθολογίας,στενά συνδεδεμένο με το μύθο των Λαβδακιδών και συγκεκριμένα με εκείνον του Οιδίποδα. Οι αναπαραστάσεις της χρησιμοποιούνταν σε ασφαλισμένους χώρους ως σύμβολα προστασίας στον αιγυπτιακό, ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό.

 

Σύμφωνα με τον Ησίοδο ήταν κόρη τηςΧίμαιρας και του Όρθρου ή κατά άλλους του Τυφώνος και της Έχιδνας.. Η Έχιδνα είχε γεννήσει επίσης τον Κέρβερο τον Όρθρο (φύλακας των κοπαδιών του Γηρυόνη), το Λιοντάρι της Νεμέας, τη Λερναία Ύδρα και τη Φαία της Κρομμυώνας. Της αποδίδουν επίσης τη Χίμαιρα, το δράκοντα της Κολχίδας, το φύλακα του χρυσόμαλλου δέρατος, το δράκοντα που φυλούσε τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων και τον αετό του Προμηθέα.

Στις ελληνικές αναπαραστάσεις η Σφίγγα απεικονίζεται ως φτερωτό λιοντάρι με κεφάλι γυναίκας (εν αντιθέσει με τη Σφίγγα της Αιγύπτου, που δεν έχει φτερά) ή ως γυναίκα με πέλματα και στήθη λιονταριού , ουρά ερπετούκαι φτερά πτηνού. Το όνομά της προέρχεται από τη λέξη σφίγγω.

Τις Σειρήνες τις αναγνωρίζουμε από το σώμα πουλιού,το ανθρώπινο κεφάλι,τα πόδια και τα νύχια που είναι δυνατά και χοντρά και μπορούν να παρομοιαστούν σαν του λιονταριού.Αυτό μας δείχνει ίσως μια συγγένεια που μπορεί να υπάρχει μεταξύ Σειρηνός και Σφιγγός.

Η Ήρακαι ο Άρης την έστειλαν από την πατρίδα της, την Αρχαία Θήβα. Εκεί στεκόταν και ρωτούσε τους περαστικούς «Ποιο ον το πρωί στέκεται στα τέσσερα, το μεσημέρι στα δύο και το βράδυ στα τρία;». Όποιον δεν μπορούσε να λύσει το γρίφο, η Σφίγγα τον έσφιγγε, μέχρι να πεθάνει. Ο Οιδίπους έλυσε τον γρίφο απαντώντας ότι το ον αυτό είναι ο άνθρωπος, αφού όταν είναι βρέφος περπατάει στα τέσσερα, μετά σηκώνεται στα δύο του πόδια και στα γηρατειά περπατάει όρθιος αλλά χρησιμοποιεί σαν τρίτο πόδι ένα μπαστούνι. Μόλις λύθηκε το αίνιγμά της η Σφίγγα γκρεμίστηκε από τον βράχο που στεκόταν και σκοτώθηκε. Ωστόσο, ο ακριβής γρίφος που έδινε η Σφίγγα δεν είναι γνωστός από αρχαίες πηγές, αλλά από μεταγενέστερα κείμενα.

Τα Κοινά έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα Σφίγγα(μυθολογία),το Βικιλεξικό έχει λήμμα που έχει σχέση με το λήμμα: σφίγγα(μυθολογία).Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή για την Σφίγγα την οποία παρουσιάζει ο Παυσανίας. Σύμφωνα λοιπόν με τον Παυσανία η Σφίγγα ήταν νόθα κόρη του Λάιου. Ο Λάιος εμπιστεύθηκε μόνο σε αυτή τον χρησμό που πήρε από την Πυθία και της ανέφερε πως αφορούσε μόνο την Ιοκάστη και τους καρπούς της. Αυτό γιατί ο Λάιος είχε παιδιά και από παλλακίδες, αφού απέφευγε την συνεύρεση του με την Ιοκάστη. Όμως σε ένα από τα μεθύσια του κοιμήθηκε με τη γυναίκα του και γεννήθηκε ο Οιδίποδας.

Έτσι, παρότι εγκατέλειψε τον Οιδίποδα στον Κιθαιρώνα, διατηρώντας τις επιφυλάξεις του, όταν κάποιος από τους γιους διεκδικούσε τον θρόνο τον έστελνε στην Σφίγγα. Αυτή με τον γρίφο της εξέταζε αν αυτοί ήταν γνήσια παιδιά του Λάιου. Επειδή τη γνώση του χρησμού την είχαν μόνο αυτοί που κατάγονταν από τη βασιλική γενιά, όσοι δεν μπορούσαν να απαντήσουν στον γρίφο της θανατώνονταν.

Ο Οιδίποδας πριν συναντήσει τη Σφίγγα είχε μάθει για τον γρίφο στον ύπνο του. Έτσι μπόρεσε να τον λύσει.
Ο αστεροειδής 896 Σφίγξ (896 Sphinx), που ανακαλύφθηκε το 1918, πήρε το όνομά του από τη Σφίγγα της Αιγύπτου.

Ο Οιδίππους

Ο Οιδίποδας (αρχ: Οἰδίπους) ήταν το πιο τραγικό πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Ήταν γιος του βασιλιά της Θήβας Λάιου και της Ιοκάστης. Ο μύθος του είναι ο εξής :

Πριν από την γέννηση του Οιδίποδα ο βασιλιάς της Θήβας Λάιος, αποφάσισε να μάθει το πεπρωμένο του σχετικά με την απόκτηση διαδόχου, επειδή η γυναίκα του, η Ιοκάστη ή Επικάστη, δεν είχε κυοφορήσει ποτέ, παρά τις πολύχρονες προσπάθειες. Ο λοξίας Απόλλωνας του διεμήνυσε, μέσω της Πυθίας, πως θα αποκτούσε γιο και πως αυτός μάλιστα θα τον σκότωνε.

Πρέπει να ειπωθεί πως ήταν από τους σπάνιους χρησμούς που ήταν τόσο ξεκάθαροι ως προς το περιεχόμενό τους. Επίσης πρέπει να επισημανθεί πως ο Λάιος είχε προκαλέσει την μήνι των Θεών για την σχέση που σύναψε με άλλον άντρα, τον γιο του Πέλοπα, βασιλιά της Ηλείας, τον Χρύσιππο Η αυτοκτονία του Χρυσίππου στη Θήβα, όπου τον είχε απαγάγει ο Λάιος, προκάλεσε το μένος του Πέλοπα, ο οποίος καταράστηκε τον βασιλιά της Θήβας να μην αποκτήσει γιο και αν κάνει να πεθάνει από το χέρι του. Οι Θεοί συμφώνησαν, κατά άλλους η Ήρα,αφού η ενέργειά του αποτέλεσε ύβρη προς τους Νόμους.

Ο Λάιος, έχοντας γνώση το χρησμοδότημα, μετά την γέννηση του πρωτότοκου, έδεσε τον Οιδίποδα από τα πόδια (εξ ου και το όνομα Οιδίπους (οίδημα(=πρήξιμο) + πους(=πόδι)) και τον έδωσε σ΄έναν δούλο, τον οποίο διέταξε να τον αφήσει έκθετο στον Κιθαιρώνα. Με αυτόν τον τρόπο εναπόθετε την τύχη του βρέφους στα χέρια των Θεών ή της Τύχης, όπως αναφωνεί στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή ο ίδιος ο ήρωας. Ένας βοσκός όμως βρήκε το παιδί και το παρέδωσε στην γυναίκα του βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβου, την Μερόπη ή Περίβοια. Αυτοί μην έχοντας παιδιά, τον δέχτηκαν σαν «θείο δώρο». Έτσι ο Οιδίποδας ζει και μεγαλώνει στα παλάτια της Κορίνθου, στην πόλη Τενέα, ως γνήσιος και νόμιμος κληρονόμος του θρόνου.

Μια μέρα όμως κάποιος τον απεκάλεσε «νόθο». Θέλοντας να μάθει το αληθές του λόγου, επειδή επικράτησε «σιγή ιχθύος» στο παλάτι για το θέμα, αποφασίζει να πάει στην Πυθία. Εκεί η ιέρεια του Απόλλωνα, με ξεκάθαρο χρησμό τον διώχνει από τον ιερό χώρο της επειδή θα φανεί ομόκλινος του πατρός και πατροκτόνος, αιμομίκτης και σύζυγος της μητέρας του, καθώς και ότι αυτός και τα παιδιά του θα είναι αιτία πολλών κακών. Ήταν τέτοια η ένταση του γεγονότος, ώστε ο Οιδίποδας, ξεχνώντας τους λόγους προσέλευσής του στην Πυθία, αποφασίζει να μην γυρίσει στην θεωρούμενη κατ’ αυτόν πατρίδα του, την Κόρινθο για να μην προκαλέσει δεινά στους πραγματικά θετούς του γονείς.

 

Κατά την περιπλάνησή του στον ελλαδικό χώρο,κατευθύνθηκε προς την Θήβα. Σ΄ένα σταυροδρόμι της, το τρίστρατο με το όνομα «Σχιστή οδός», συναντά μια άμαξα και ύστερα από μια έντονη λογομαχία σκοτώνει τον κάτοχο της άμαξας και τους συνοδούς – δούλους του, εκτός από έναν. Όπως αποδεικνύεται αργότερα, με μαρτυρία του δούλου που σώθηκε, ο Οιδίποδας σκότωσε τον πατέρα του Λάιο, ο οποίος κατευθυνόταν προς την Πυθία για να μάθει τι απέγινε το παιδί του.

Ο Οιδίποδας πλησιάζοντας στην Θήβα συνάντησε τη Σφίγγα. Η Σφίγγα σκότωνε κάθε διαβάτη που την συναντούσε, επειδή δεν απαντούσε στο γρίφο της. Ρωτώντας τον Οιδίποδα «Ποιο ον το πρωί στέκεται στα τέσσερα, το μεσημέρι στα δύο και το βράδυ στα τρία», έλαβε ως απάντηση «Ο Άνθρωπος είναι εκείνο τον ον, που το ξημέρωμα της ζωής του κινείται στα τέσσερα, το βράδυ της ζωής του στα τρία, με την βοήθεια του μπαστουνιού, ενώ στο μεσοδιάστημα (μεσημέρι) της ζωής κινείται με σιγουριά στα δυο». Μετά την λύση του γρίφου η Σφίγγα έπεσε στον γκρεμό και σκοτώθηκε (ή κατά άλλους ο Οιδίποδας της επιτέθηκε όταν ήταν ξαφνιασμένη από τη λύση του γρίφου και τη σκότωσε). Ο Οιδίποδας αναγορεύτηκε βασιλιάς της Θήβας, από τον προσωρινό βασιλιά της πόλης Κρέοντα, και σύζυγος της Ιοκάστης (αδελφή του Κρέοντα), χήρας του Λάιου και μητέρας του Οιδίποδα.

Με την Ιοκάστη απέκτησε τέσσερα παιδιά, τους Πολυνείκη και Ετεοκλή και τις Αντιγόνη και Ισμήνη, που ήταν παράλληλα και αδέλφια του. Έτσι ολοκληρώθηκε το περιεχόμενο του χρησμού που έδωσε η Πυθία στον Λάιο πρώτα και στον Οιδίποδα αργότερα. Υπάρχει άλλη μαρτυρία, κατά την οποία η Ιοκάστη έμαθε πως παντρεύτηκε τον γιο της και αυτοκτόνησε. Ο Οιδίποδας ξαναπαντρεύτηκε και με την νέα σύζυγό του, την Ευρυγανεία, απέκτησε τα τέσσερα παιδιά.

«Ο λοιμός των Θηβών», έργο του Σαρλ Φρανσουά Ζαλαμπέρ, Μουσείο Καλών Τεχνών, Μασσαλία Εξαιτίας του λιμού που μάστιζε την Θήβα, για εφτά χρόνια (όσα και τα χρόνια εξουσίας του Οιδίποδα), χρησμός από τον μάντη Τειρεσία, υπέδειξε πως η αιτία του κακού είναι ο φονιάς του Λάιου.

Στην τραγωδία «Οδίπους Τύραννος» εκτυλίσσεται η αποκάλυψη του φονιά, που είχε ως αποτέλεσμα την αυτοτύφλωση του Οιδίποδα και την αυτοκτονία της Ιοκάστης (κρεμάστηκε). Στην τραγωδία του Σοφοκλή, «Οιδίπους επί Κολωνώ», μαθαίνουμε πως ο Οιδίποδας, για άλλη μια φορά, περιπλανήθηκε στον ελλαδικό χώρο, με συνοδό την κόρη του Ισμήνη ή, κατά άλλους, την Αντιγόνη. Κατέληξε στην Αθήνα, όπου ο βασιλιάς της, ο Θησέας, τον δέχτηκε και μεσολάβησε για την συμφιλίωσή του με τους Θεούς και τον λυτρωτικό του θάνατο. Στην τραγωδία «Επτά επί Θήβας», του Αισχύλου, μαθαίνουμε για την τύχη του Πολυνείκη, του Ετεοκλή και του Κρέοντα. Ενώ, τέλος, στην τραγωδία «Αντιγόνη», την κορωνίδα των τραγωδιών, μαθαίνουμε για την τύχη της ομώνυμης ηρωίδας.

Ο μύθος του Οιδίποδα εντάσσεται στα πλαίσια του «Θηβαίκού Κύκλου».

Τα μυστικά της Σφίγγας

Λίγα μέτρα πιο πέρα από την Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας (Χέοπος) βρίσκεται η περίφημη Σφίγγα της Αιγύπτου που έχει κεφάλι γυναίκας, σώμα ταύρου, πόδια λονταριού και φτερά αετού. Ποια είναι όμως η σκοπιμότητα της υπάρξεώς της μέσα στο χώρο των πυραμίδων της Γκίζας, κάτω από τα πόδια της Μεγάλης Πυραμίδας και τι παριστάνει;

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Σφίγγες γενικά είναι κατά την μυθολογία διάφορα τέρατα που τα μέλη του σώματός των αποτελούνται από διάφορα του ενός όντα. Ήσαν άγρια τέρατα, σιωπηλά και αινιγματικά. Τέτοιες σγίγγες κατά την αρχαιότητα υπήρχαν σε διάφορα μέρη του τότε γνωστού κόσμου και είχαν περιβληθεί με διάφορες μυθολογικές ιστορίες. Στην αρχαία Ελλάδα ήταν γνωστή η Σφίγγα της Βοιωτίας που είχε πρόσωπο και στήθος γυναίκας, σώμα λιονταριού, φτερά όρνιθας και ουρά φιδιού.

Η μυθολογία λέει ότι γεννήθηκε από την Έχιδνα και τον Τυφώνα ή Όρθρον και καθόταν στο δρος Φικίον, όπου περίμενε του διερχόμενους από εκεί στους οποίους έθετε το γνωστό περίφημο αίνιγμα : «Τι εστίν ό, μίαν έχων φωνήν, τετράπουν και δίπουν και τρίπουν γίγνεται;» και εφόσον ως ήταν επόμενο οι διαβάτες που δεν έβρισκαν την λύση τους κατέτρωγε.

Λέγεται ότι από εκεί κάποτε πέρασε και ο Οιδίποδας και συναντήθηκε με την Σφίγγα, η οποία έθεσε και σε αυτόν το ίδιο αίνιγμα. Ο Οιδίποδας έδωσε τη σωστή απάντηση: “O ‘Ανθρωπος!”.. και η Σφίγγα από το κακό της έπεσε στο γκρεμό και σκοτώθηκε.

Όλες οι Σφίγγες χαρακτηρίζονται από τις ιδιότητες του κρυψίνους (αυτός που κρύβει την σκέψη του) και του αινιγματώδους. Συνεπώς η Σφίγγα των Πυραμίδων της Αιγύπτου πρέπει να εξετασθεί από την άποψη τι κρύβει αυτή η σκέψη της και τι αίνιγμα μας δίνει. Εάν δεν διαθέτει αυτές τις δύο ικανότητες τότε δεν θα έπρεπε να είναι Σφίγγα.

Στο βιβλίο του Tom Valentine «Το μυστήριο της Μεγάλης Πυραμίδας» περιγράφει μεταξύ των άλλων και τα εξής: «Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η Σφίγγα κτίστηκε από τα μέλη μυστικής οργάνωσης και πως υπάρχει ένας απόκρυφος σύνδεσμος ανάμεσα στην αινιγματική Σφίγγα και στην Μεγάλη Πυραμίδα». Πρώτα απ’ όλα είναι απολύτως βέβαιο ότι την Σφίγγα θα την έκτισαν άνθρωποι μεμυημένοι και μάλιστα από τον κύκλο των ιερατείων. Το ότι απογορευότανε στους εκάστοτε Φαραώ να μπαίνουν μέσα στην Μεγάλη Πυραμίδα είναι απολύτως βέβαιο και πληρως δικαιολογημένο, όχι όμως από την άποψη της προσβολής του θρησκευτικού αισθήματος του λαού, αλλά για την προστασία της ίδιας της Ζωής του Φαραώ. Και αυτό γιατί το Αιγυπτιακό ιερατείο ήξερε πολύ καλά την ενεργειακή συμπεριφορά του εσωτερικού της Πυραμίδας, ήξεραν δηλαδή ότι μέσα στην αίθουσα του Βασιλιά γινότανε μια απώλεια μάζας – ενέργειας (Πράνα) από κάθε ζωντανό οργανισμό που θα έμπαινε μέσα, όπως ακριβώς έχει αποκαλύψει ο Πυθαγόρας για τα ενεργειακά πυραμιδικά φαινόμενα.

Το ίδιο ακριβώς έγινε και στα χρόνια μας, όταν ο τότε αρχηγός κράτους της Σοβιετικής Ένωσης Κρούτσεφ επισκέφθηκε την Μεγάλη Πυραμίδα και δεν τόλμησε να μπει μέσα, ύστερα από επίμονες και απαιτητικές συστάσεις των μυστικών υπηρεσιών της χώρας του. Επίσης ο συγγραφέας του βιβλίου «Η αντλία του Φαραώ» Έντουαρντ Κάνκλ υποστηρίζει πως η Σφίγγα χρησίμευε σαν μια δευτερεύουσα αντλία, εφόσον βρίσκεται πλησιέστερα στο ποτάμι. Η άποψη αυτή σε συσχετιμό με όλο υδραυλικό σύστημα που περιγράφει για να βρει τον τρόπο ανύψωσης των μεγάλων ογκολίθων για την κατασκευή της Πυραμίδας είναι αρκετά εύλογη, όμως θα πρέπει εάν αληθεύει να είναι όχι η βασική αιτία της ύπαρξης της Σφίγγας αλλά να είναι μια επικουρική πιθανότητα. Όλα λοιπόν αυτά τα συμπεράσματα και οι θεωρείες καθώς και άλλες απόψεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, όχι μόνο δεν μας φωτίζουν το αίνιγμα, αλλά μας περιπλέκουν ακόμα περισσότερο την πραγματική αλήθεια.

Ας δούμε λοιπόν μια άλλη οπτική του θέματος

Ξεκινάω την σκέψη μου με τις παραδοχές ότι η Σφίγγα κρύβει ένα μυστικό και μας δίνει και ένα αίνιγμα για να βρούμε την λύση του και ότι η Σφίγγα της Γκίζας την έφτιαξαν άνθρωποι από το περιορισμένο περιβάλλον των ιερατείων που ήταν μυημένοι στα απόκρυφα μυστικά των.

Όταν λέω την Σφίγγα την έφτιαξαν, εννοώ βέβαια την ιδέα της κατασκευής συνέλαβαν και έθεσαν σε εφαρμογή επί εδάφους και όχι ότι οι ίδιοι δούλεψαν σαν εργάτες για την κατασκεή της, πράγμα που και αυτό ακόμα δεν αποκλείεται για λόγους ασφάλειας του μυστικού.

Αφού λοιπόν η ιδέα, η σκέψη βγήκε από τα μεμυημένα μέλη των ιερατείων θα πρέπει να χρησιμοποίησαν την γνωστή μόνο σ΄αυτά απόκρυφη γλώσσα τους. Ο απόκρυφος ιερατικός κώδικας που χρησιμοποιούσαν τα διάφορα μαντεία και ειδικότερα το Μαντείο των Δελφών, ήταν ο κώδικας της αριθμολεξίας και όχι της αριθμοσοφίας.

Έτσι εφαρμόζοντας τον ιερατικό κώδικα του Μαντείου των Δελφών στη λέξη «Η Σφίγξ» βρίσκουμε το μυστικό που περικλείει μέσα της η Σφίγγα. Συγκεκριμένα βρίσκουμε ότι η αριθμητική αξία της φράσεως «Η Σφίγξ» είναι ο κωδικός αριθμός 781 που αντιστοιχεί στην αριθμητική αξία της φράσεως «ΣΥΝ ΠΑΝ». Άρα Η ΣΦΙΓΞ = ΣΥΝ ΠΑΝ = 781 , όπου το τόνισμα των φράσεων δηλώνει την λέξη «αριθμητική αξία». Άρα το απόκρυφο μυστικό που περικλείει μέσα της η Σφίγγα είναι το «ΣΥΝ ΠΑΝ» το οποίο προέρχεται από το σημερινό ΣΥΜΠΑΝ, διότι ως γνωστό στα αρχαία χρόνια δεν υπήρχε η λέξη σύμπαν υπό ενιαία μορφή, πράγμα που έγινε αργότερα με μετατροπή του γράμματος (ν) προ του γράμματος (π) σε (μ) όπως ακριβώς γίνεται με τη λέξη συν-παίκτης – συμπαίκτης. Επίσης η απόδειξη αυτή ότι η Μεγάλη Πυραμίδα της Αιγύπτου παριστάνει το ΣΥΜΠΑΝ με όλους τους νόμους της δημιουργίας μας το έχει αποδείξη περίτρανα ο Πυθαγόρας. Από αυτό σε συνδυασμό με το αποκαλυφθέν μυστικό της Σφίγγας βγαίνει το συμπέρασμα ότι η Σφίγγα έχει άμεση σχέση με την Μεγάλη Πυραμίδα και αποτελεί την προμετώπη της.

Εκτός από το μυστικό που έχει μέσα της η Σφίγγα μας ζητάει να βρούμε τη λυση και ενός αινίγματος. Το αίνιγμα αυτό βγαίνει από τη μορφή της, δηλαδή : «Που άνθρωπος τε και Ταύρος και Ιέραξ και Λέων συνεισί;”. Στη σημερινή μετάφραση μπορούμε να πούμε το παραπάνω αίνιγμα ως εξής : «Πού συνυπάρχουν και ο άνθρωπος και ο Ταύρος και ο Λέων και ο Αετός;». Προφανώς βέβαια συνηπάρχουν στην εικόνα της Αιγυπτιακής Σφίγγας που παριστάνει το Σύμπαν. Άρα συν ηπάρχουν στο Σύμπαν ή αλλιώς το Σύμπαν αποτελείται από αυτά τα 4 στοιχεία. Όμως αυτά τα 4 στοιχεία οι αρχαίοι Έλληνες τα εξομοίωναν αντίστοιχα με τα τέσσερα στοιχεία της μορφής της φύσης, δηλαδή ΝΕΡΟ (ΥΓΡΑ), ΓΗ (ΣΤΕΡΑ), ΑΕΡΑΣ (ΑΕΡΙΑ) ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ (ΕΝΕΡΓΕΙΑ). Επίσης τα ίδια σύμβολα συνυπάρχουν και στα σημεία του ορίζοντα, δηλαδή αντίστοιχα στον Βορρά ο Άνθρωπος (Νερό), στην ανατολή ο Ταύρος (Γη), στη Δύση ο Αετός (Αέρας) και στο Νότο ο Λέων (Φωτιά). Με άλλα λόγια η λύση του αινίγματος της Σφίγγας της Αιγύπτου είναι ότι το Σύμπαν αποτελείται από τέσσερεις μορφές στοιχείων, υγράς μορφής, στερεάς μορφής, αερίου μορφής και ανεργειακής μορφής. Έτσι συνάγουμε ότι η λύση του αινίγματος προαπαιτεί πρώτα την έυρεση του μυστικού της που είναι το «ΣΥΜ ΠΑΝ» και ύστερα βρίσκεται η λύση του αινίγματος που είναι το «ΣΥΝ ΠΑΝΤΙ».

Σχετικά με τις παραπάνω τέσσερεις μορφές των στοιχείων της φύσεως όπως παρουσιάζονται στην Σφίγγα και αναφέρονται από τους αρχαίους Έλληνες σοφούς με τους συμβολισμούς Άνθρωπος/Νερό, Ταύρος/Γη, Αετός/Αέρας, και Λέων/Φωτιά παρατηρούμε ότι οι συμβολισμοί αυτοί υπεισήλθαν και στην Χριστιανική θρησκεία. Στις ορθόδοξες χριστιανικές εκκλησίες απεικονίζονται οι τέσσερεις ευαγγελιστές Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς και Ιωάννης καθένας τους με ένα από τα παραπάνω τέσσερα σύμβολα-στοιχεία. Μάλιστα δε η απεικόνιση των ευαγγελιστών γίνεται στην επιφάνεια των τεσσάρων κολονών που συγκρατούν τον θόλο της εκκλησίας. Δηλαδή συμπεραίνουμε ότι υπάρχει μια πλήρης ταύτιση στην αποκάλυψη των ιδίων αληθειών. Αλλά και στο βιβλίο της Αποκάλυψης του Ευαγγελιστή Ιωάννη διβάζουμε την ίδια ακριβώς μυστικιστική και υπερβατική αλήθεια : « …. και εν μέσω του θρόνου και κύκλω του θρόνου τέσσερα ζώα γέμοντα οφθαλμών έμπροσθεν και όπισθεν, και το ζώον το πρώτον όμοιον λέοντι, και το δεύτερον ζώον όμοιον μόσχω και το τρίτον ζώον έχων το πρόσωπον ως ανθρώπου και το τέταρτον ζώον όμοιον αετώ πετομένω”.

http://master-lista.blogspot.gr/2015/07/blog-post_42.html#sthash.w7azgZOS.dpuf

Amphipolis.gr | Το παρασκήνιο μιας επίσκεψης…

Amfipoli copy

του Βαγγέλη Στολάκη

Το βλέμμα και το ενδιαφέρον της εκτός… συνόρων και πιο συγκεκριμένα στην Ευρώπη και τους μηχανισμούς της στρέφει η υπεύθυνη της αρχαιολογικής ανασκαφής στην Αμφίπολη Κατερίνα Περιστέρη, αντιλαμβανόμενη πως με την νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού δεν θα… βγάλει άκρη. Και αυτό, γιατί ο αναπληρωτής υπουργός έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να δοθούν επιπλέον χρήματα για τη συνέχιση των ανασκαφικών εργασιών, ενώ πληροφορίες τον θέλουν να σκέφτεται την αντικατάσταση τόσο της κ. Περιστέρη όσο και της ομάδας της σε μια προσπάθεια να «αποτινάξει» από το μνημείο την… «σαμαρική» αύρα. Την ίδια ώρα, η κ. Περιστέρη επιδιώκει να βρει άλλους χρηματοδότες, κυρίως ευρωπαϊκά προγράμματα αφού η… κάνουλα του δημοσίου για την Αμφίπολη έχει κλείσει από τον περασμένο Γενάρη.

Η επίσκεψη μελών της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τη συμμετοχή και Ελλήνων ευρωβουλευτών και βουλευτών στον τύμβο Καστά, μετά της… κουστωδίας τους τάραξε τα ήρεμα νερά της Αμφίπολης. Σημειώνεται πως τους τελευταίους μήνες εκτός από τους βουλευτές και τον Νίκο Ξυδάκη τον τύμβο, που από τον Αύγουστο του 2014 είχε γίνει «πρώτο θέμα» σε όλα τα ελληνικά αλλά και ξένα ΜΜΕ επισκέφτηκε και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Όλα αυτά μετά από πρόσκληση της Κατερίνας Περιστέρη, της αρχαιολόγου που μετά τη συνεργασία της με τη Λίνα Μενδώνη και την Άννα Παναγιωταρέα επιχειρεί να… τραβήξει στην ανασκαφή της τα φώτα της δημοσιότητας, προκειμένου να πιέσει την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να την χρηματοδοτήσει. Η παραμονή της δε στη θέση της επικεφαλής της ανασκαφής, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει να κάνει με το γεγονός ότι η κ. Περιστέρη διατηρεί φιλικές σχέσεις με όλους τους Σερραίους βουλευτές, μεταξύ αυτών και με την υφυπουργό Μακεδονίας- Θράκης Μαρία Κόλλια Τσαρουχά, η οποία φέρεται να μίλησε στον κ. Ξυδάκη με τα καλύτερα λόγια για την «Κατερίνα της» όπως την αποκαλεί.

peristeri

Η Ευρώπη πάει… τύμβο Καστά!

Για το λόγο αυτό, σε μια προσπάθεια να επανέλθει το θέμα στην επικαιρότητα η κ. Περιστέρη έκανε δεκτή την αίτηση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και «φιλοξένησε» στον τάφο της, αντιπροσωπεία της στην οποία συμμετείχε και η Πρόεδρος της Επιτροπής Silvia Costa. Η επικεφαλής της ανασκαφής μάλιστα, τόνισε πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα συμβάλλει με κάθε τρόπο στη συνέχιση της ανασκαφής. «Είναι πολύ μεγάλη η συγκίνηση. Είναι πάρα πολύ εντυπωσιακό η ποιότητα και το επίπεδο του ευρήματος. Είναι χρέος μας να μπορέσουμε να βρούμε τρόπο ώστε να υποστηρίξουμε το μνημείο» δήλωσε χαρακτηριστικά η κ. Costa.

Η επίσκεψη των μελών του ευρωπαϊκού αλλά και του ελληνικού κοινοβουλίου στο χωριό Μεσολακκιά και στον τύμβο Καστά συνοδεύτηκε από… αντιδράσεις δημοσιογράφων, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να προσεγγίσουν το μνημείο εκδιώχτηκαν από το φύλακα του μνημείου και συνεργάτη της κ. Περιστέρη. Τελικά με παρέμβαση της αρχαιολόγου τους επιτράπηκε η είσοδος μέχρι τις… Σφίγγες, δηλαδή την είσοδο του τάφου. Οι φωνές μάλιστα των εκπροσώπων των ΜΜΕ, οι οποίοι θεώρησαν την επίσκεψη των ευρωβουλευτών ως μια καλή ευκαιρία να μπουν μέσα στο μνημείο, έγιναν αντιληπτές από τους «φιλοξενούμενους» της υπεύθυνης της ανασκαφής. Αυτό που εξόργισε τους δημοσιογράφους είναι ότι ενώ το υπουργείο Πολιτισμού έδωσε άδεια σε οκτώ άτομα να εισέλθουν στον τύμβο, φαινόταν ότι θα τον επισκεφτούν και οι περίπου… πενήντα συνοδοί τους.

Απαγορεύονται οι φωτογραφίες

Της επίσκεψης δόθηκαν σαφείς οδηγίες προς τους πολιτικούς. «Απαγορεύονται οι selfie και η χρήση κινητού» φέρεται να τους είπαν οι συνεργάτες της κ. Περιστέρη. Η ξενάγηση διήρκησε περίπου μισή ώρα, από την οποία τα δεκαπέντε λεπτά ήταν μέσα στον τύμβο. Για την εμπειρία τους μέσα στον… τάφο μιλούν στην Karfitsa η βουλευτής της ΝΔ, Έλενα Ράπτη και οι ευρωβουλευτές Θοδωρής Ζαγοράκης και Γιώργος Γραμματικάκης. Στην επίσκεψη συμμετείχε και η βουλευτής της ΝΔ από τις Σέρρες, Φωτεινή Αραμπατζή.

Έλενα Ράπτη, βουλευτής ΝΔ

Η Έλενα Ράπτη αισθάνθηκε μεγάλο δέος εισερχόμενη στο χώρο των αρχαιολογικών εργασιών. «Έχει γίνει εξαιρετική δουλειά. Είδαμε από κοντά όλα όσο είχαμε δει σε εικόνες. Όλα τα ευρήματα παραμένουν στον χώρο. Φτάσαμε μέχρι τον τάφο» λέει στην Karfitsa. «Εγώ που έχω σπουδάσει Πολιτισμό στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο γνωρίζω κάθε στάδιο μιας ανασκαφής. Για μένα είχε μεγάλο ενδιαφέρον ακαδημαϊκό» σχολιάζει η κ. Ράπτη.

Γιώργος Γραμματικάκης, ευρωβουλευτής με το «Ποτάμι»

«Η επίσκεψη αυτή της επιτροπής Πολιτισμού, που έγινε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, είχε πολυδιάστατη συμβολική αλλά και πρακτική σημασία. Οι θεμελιακές αξίες που προσπαθεί σήμερα να υπερασπιστεί η Ευρώπη ξεκίνησαν κάποια στιγμή από χώρους όπως η Αμφίπολη και ο λόφος Καστά. Το μήνυμα λοιπόν που αναδύεται σήμερα, σε μια κρίσιμη καμπή για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη, είναι: Η Ελλάδα μαζί με την Ευρώπη, για μια άλλη όμως Ευρώπη, αλληλέγγυα στους λαούς της και με έμφαση στον πραγματικό πολιτισμό» σημειώνει από την πλευρά του ο ευρωβουλευτής του «Ποταμιού» Γιώργος Γραμματικάκης.

Θοδωρής Ζαγοράκης, ευρωβουλευτής ΝΔ

«Πραγματικά είναι κάτι που δεν  περιμένεις να το δεις. Τόσο καιρό έβλεπα τις ανακαλύψεις από την τηλεόραση. Όταν όμως μπαίνεις μέσα και το βλέπεις από κοντά διαπιστώνεις πως είναι κάτι πολύ μεγάλο. Το αίσθημα είναι πολύ διαφορετικό όταν βλέπεις τα ευρήματα από κοντά. Το δέος μεγαλύτερο. Μυρίζεις τις ανασκαφές! Θεωρώ ότι κάποια στιγμή το μνημείο θα πρέπει να γίνει επισκέψιμο» σχολιάζει από την πλευρά του ο ευρωβουλευτής της ΝΔ, Θοδωρής Ζαγοράκης. Ο ίδιος συμπληρώνει ότι: «Όλοι οι ευρωβουλευτές εκπλαγήκαμε θετικότατα. Ευελπιστώ κάποια στιγμή να ξεκινήσουν πάλι οι ανασκαφές. Θα προσπαθήσουμε να κάνουμε το παν ώστε το έργο να συνεχιστεί».

http://www.karfitsa.gr

Αmphipolis.gr | Βεργίνα : « … Σήμερα, ύστερα από 131 χρόνια, τα μνημεία μίλησαν μόνα τους…»

 

aigai 1 Βεργίνα : « … Σήμερα, ύστερα από 131 χρόνια, τα μνημεία μίλησαν μόνα τους…»

Του Μανόλη Ανδρόνικου

Όταν ο Léon Heuzey , o Γάλλος αρχαιολόγος που άρχισε τις ανασκαφές του ανακτόρου της Βεργίνας στα 1861, κλείνοντας τη δημοσίευση των ευρημάτων του, ευχόταν τη συνέχιση της έρευνας, ήταν αδύνατο να φαντασθεί πόσο γόνιμη θα ήταν η έρευνα αυτή. Ο ίδιος φρόντισε να μην αφήσει ανώνυμη την περιοχή που απλώνεται ανάμεσα στα χωριά Παλατίτσια και Βεργίνα: της απέδωσε το όνομα της Βάλλας, μιας πόλης άγνωστης και ασήμαντης, που το όνομά της έσωσε μονάχα κάποιο αρχαίο λεξικό.Οι αρχαιολογικές έρευνες που ξανάρχισαν το 1937-38 από τον Κ.Α. Ρωμαίο και συνεχίζονται ως σήμερα, προχώρησαν χωρίς τη βοήθεια οποιασδήποτε γραπτής πηγής που θα μπορούσε να οδηγήσει τα βήματα των αρχαιολόγων.

Σήμερα, ύστερα από 131 χρόνια, τα μνημεία μίλησαν μόνα τους. Οι «φθεγγόμενοι λίθοι», όπως τόσο εύστοχα τους χαρακτήρισε ένας πρωτοπόρος μελετητής της μακεδονικής αρχαιολογίας, ο Μ.Δήμιτσας στον τίτλο του πολύτιμου έργου του « Η Μακεδονία εν λίθοις φθεγγομένοις και μνημείοις σωζομένοις», μας επιτρέπουν να αναστήσουμε όχι απλά και μόνον μιαν αρχαία μακεδονική πολιτεία,αλλά την ίδια την αρχαία πρωτεύουσα του βασιλείου των Μακεδόνων, τις Αιγές ή Αιγεές.

aigai 3 Βεργίνα : « … Σήμερα, ύστερα από 131 χρόνια, τα μνημεία μίλησαν μόνα τους…»Γραπτή επιτύμβια στήλη από το νεκροταφείο της Βεργίνας. Πάνω από 50 τέτοιες στήλες από τάφους απλών Μακεδόνων πολιτών έχουν βρεθεί. Τα ελληνικά ονόματα των νεκρών γύρω στο 400-350 π.Χ. ενισχύουν αποφασιστικά την άποψη ότι οι Μακεδόνες ήταν φύλο Ελληνικό χωρίς Ιλλυρικά ή Θρακικά στοιχεία.

Γνωστή κι αυτή μονάχα ως όνομα, είχε μια παράξενη ιστορική μοίρα. Κάπου κοντά στα τέλη του 5ου προχριστιανικού αιώνα παύει να είναι πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους, ο βασιλιάς Αρχέλαος χτίζει τη νέα πρωτεύουσα, την Πέλλα, κάτω στον κάμπο, κοντά στη θάλασσα. Λιγοστές γίνονται πια οι μνείες των Αιγών στους αρχαίους συγγραφείς, η πιο αξιοσημείωτη συνδέεται με τη δολοφονία του Φιλίππου στο θέατρο της αρχαίας πρωτεύουσας στα 336 π.Χ. Μια δεύτερη αναφέρεται στην κατάληψή τους το 274/3 π.Χ., από τον Πύρρο, την εγκατάληψη φρουράς μισθοφόρων Γαλατών και τη σύληση των βασιλικών τάφων.

Ύστερα λησμονιέται σιγά σιγά, καθώς άλλες πόλεις, όπως η Βέροια, προβάλλουν στα χρόνια της ρωμαϊκής κυριαρχίας και στους επόμενους αιώνες της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το πιο περίεργο όμως, είναι ότι κάποτε ερημώνεται ολότελα και ξεχνιέται ακόμα και η θέση της. Όταν, ύστερα από αιώνες, οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για το ιστορικό παρελθόν και αναζητούν να εντοπίσουν τις αρχαίες κοιτίδες τους, από μιαν απροσδόκητη σύγχυση, στηριγμένη σε κάποιον Ρωμαίο ιστοριοδίφη-συμπιλητή, πιστεύουν πως οι Αιγές ταυτίζονται με την Έδεσσα της Δυτικής Μακεδονίας. Η πίστη αυτή τους κάνει να παραβλέπουν μερικά πρόδηλα πράγματα, πρώτα πρώτα πως είναι παράλογο και χωρίς χωρίς προηγούμενο μια πόλη με δυο ονόματα, ύστερα τη ρητή μαρτυρία του αρχαίου γεωγράφου Πτολεμαίου που μας δίνει διαφορετικά γεωγραφικά στίγματα για τις δύο πόλεις.

aigai 2 Βεργίνα : « … Σήμερα, ύστερα από 131 χρόνια, τα μνημεία μίλησαν μόνα τους…»Η χρυσελεφάντινη ασπίδα του Φιλίππου

Χρειάστηκε η καθαρή και επιστημονική τόλμη του N.G.L.Hammond για να ξαναβρούν οι Αιγές την πραγματική τους θέση. Για πρώτη φορά το 1968 σε μιαν ανακοίνωσή του στη Θεσσαλονίκη υποστήριξε πως οι Αιγές πρέπει να τοποθετηθούν στη Βεργίνα, όπου είχε αποκαλυφθεί το λαμπρό ανάκτορο και ο μακεδονικός τάφος με τον επιβλητικό μαρμάρινο θρόνο. Την άποψή του στήριξε σε μια σειρά θεωρητικές σκέψεις και ιστορικές πληροφορίες. Η συνέχεια των ανασκαφών επιβεβαίωσε πέρα από κάθε προσδοκία την ορθότητα της ταύτισης αυτής. Σήμερα έχει γίνει δεκτή από όλους σχεδόν τους ιστορικούς και αρχαιολόγους. Έτσι τα ευρήματα των ανασκαφών αποχτούν ιδιαίτερη σημασία, γιατί έρχονται να φωτίσουν την ιστορία της ίδιας της κοιτίδας των αρχαίων Μακεδόνων.

Στη σημερινή φάση των ανασκαφών μπορούμε να συνοψίσουμε με αρκετή ασφάλεια τις γνώσεις μας για την πόλη των Αιγών.

Οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής φαίνεται ότι έρχονται σ’αυτή τη θέση στα τέλη της εποχής του χαλκού, δηλαδή μέσα στον 11ο ,ή το αργότερο, στις αρχές του 10ου π.Χ. αιώνα. Τούτο προκύπτει από τις παλιότερες ταφές του νεκροταφείου των τύμβων, που ανάγονται σ’ αυτή την περίοδο.

aigai 4 Βεργίνα : « … Σήμερα, ύστερα από 131 χρόνια, τα μνημεία μίλησαν μόνα τους…»Το χρυσό στεφάνι που βρισκόταν στον ώμο της Οστεοδόχου υδρίας

Η άποψη πως πρόκειται για φρυγικά φύλα, Φρύγες ή Βρύγους, βρίσκει ενίσχυση από ρητές μαρτυρίες αρχαίων πηγών ότι κάποτε οι Φρύγες έζησαν σ’αυτή την περιοχή της Μακεδονίας. Πότε οι Φρύγες μετακινήθηκαν, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε, όταν όμως σκεφτούμε ότι μέσα στον 8ο π.Χ. αιώνα το φρυγικό κράτος της Μικράς Ασίας έχει κιόλας εντυπωσιακή ακμή, είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε πως η μετακίνηση των Φρυγών από την Ευρώπη προς την Ασία δεν μπορεί να έγινε ύστερα από τον 9ο π.Χ. αιώνα. Εκείνο που θεωρώ βέβαιο είναι ότι οι πρώτοι Μακεδόνες φτάνουν στην περιοχή της Βεργίνας όχι αργότερα από τις αρχές του 7ου π.Χ.αιώνα, κατώτατο όριο που δεν αποκλείει αρκετά προγενέστερη εγκατάστασή τους.

Στην περιοχή αυτή ιδρύεται από τη δυναστεία των Αργειαδών η πρώτη πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου Αιγαί ή Αιγεαί. Αν και δεν έχουμε αρχαιολογικά ευρήματα από την πόλη αυτής της εποχής μπορούμε να υποθέσουμε ότι βρισκόταν στα υψώματα νότια από το ανάκτορο. Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Πέλλα, οι Αιγές έπαψαν να είναι το διοικητικό κέντρο, αλλά διατήρησαν φαίνεται την αίγλη της παλαιάς πρωτεύουσας. Τα στοιχεία που διαθέτουμε μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε ως βέβαιο ότι μέσα στον 4ο π.Χ. αιώνα οι Αιγές γνώρισαν μια περίοδο ακμής , η οποία οφείλεται πιθανότατα στον Φίλιππο. Μέσα στον 4ο αι. οικοδομείται το λαμπρό ανάκτορο, κατασκευάζεται το θέατρο, χτίζονται ναοί και στολίζονται με λατρευτικά και αναθηματικά αγάλματα. Η πόλη απλώνεται σε μια μεγάλη έκταση και χαμηλότερα από το ανάκτορο. Είναι πολύ πιθανόν ότι τα τείχη που περιβάλλουν όλη σχεδόν την πόλη χτίζονται σ’ αυτήν την περίοδο, ενώ κατασκευάζεται αξιόλογο υδροδοτικό σύστημα. Τα επιτύμβια μνημεία και οι τάφοι, τόσο του 4ου αι. όσο και των επόμενων, δείχνουν όχι μονάχα πλούτο, αλλά και υψηλή πολιτιστική στάθμη των κατοίκων.

aigai Philip Βεργίνα : « … Σήμερα, ύστερα από 131 χρόνια, τα μνημεία μίλησαν μόνα τους…»Ο σιδερένιος θώρακας του Φιλίππου που βρέθηκε στη Βεργίνα. Κοσμείται με χρυσές ταινίες και δισκάρια με λεοντοκεφαλές.

Εκτός από τους βασιλικούς τάφους, μια σειρά μακεδονικοί τάφοι βεβαιώνουν πως πλούσιοι ευγενείς εξακολουθούσαν να ζουν στην παλαιά πρωτεύουσα. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση παρουσιάζεται μια κάμψη, όμως η πόλη εξακολουθεί να υπάρχει, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από λείψανα οικιών και από τάφους. Φαίνεται όμως πως κάποια μετατόπιση προς την πεδιάδα, που άρχισε ίσως παλιότερα, συνεχίζεται σ’αυτή τη φάση, όπως μαρτυρούν ερείπια κτισμάτων, αλλά προπάντων τα θεμέλια μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής που αποκαλύφθηκε πρόσφατα. Για τους πρώτους αιώνες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας δεν γνωρίζουμε τίποτα. Όμως από γραπτή μαρτυρία του 14ου αιώνα μαθαίνουμε την ύπαρξη του χωριού Παλατίτσια, όπου τον 16ο αιώνα χτίζεται η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, που σώζει ως σήμερα την πλουσιότερη τοιχογράφησή της.

Είναι βέβαιο πως η συνέχισή της και η συστηματική μελέτη των ευρημάτων, θα μας επιτρέψουν να σχηματίσουμε μια πολύ πιο καθαρή και προπάντων πιο ασφαλή εικόνα για το τμήμα αυτό του ελληνισμού, που από τον 4ο αι. και ύστερα πρωταγωνίστησε στην ιστορική πορεία του και κατόρθωσε να απλώσει την ελληνική παιδεία και την ελληνική γλώσσα σε όρια σχεδόν οικουμενικά.

Η αρχαιολογική έρευνα της περιοχής έχει δώσει ως τώρα άφθονο υλικό τόσο για τη γνώση του πολιτισμού των Μακεδόνων όσο και για την κατανόηση της ιστορικής τους φυσιογνωμίας. Είναι βέβαιο πως η συνέχισή της και η συστηματική μελέτη των ευρημάτων, θα μας επιτρέψουν να σχηματίσουμε μια πολύ πιο καθαρή και προπάντων πιο ασφαλή εικόνα για το τμήμα αυτό του ελληνισμού, που από τον 4ο αι. και ύστερα πρωταγωνίστησε στην ιστορική πορεία του και κατόρθωσε να απλώσει την ελληνική παιδεία και την ελληνική γλώσσα σε όρια σχεδόν οικουμενικά. Και θ’αποτελούσε αληθινά ιστορικό παράδοξο, που δεν έχει το όμοιό του, αν δεχόμασταν πως οι συντελεστές αυτού του παγκόσμιου εξελληνισμού ήταν ένας λαός «βάρβαρος» που υποχρεώθηκε από τους ηγεμόνες του να αποβάλει τον εθνικό του χαρακτήρα, ν’αλλάξει τα ονόματά του, να δεχτεί μια ξένη θρησκεία, να ξεχάσει τη γλώσσα του για να μεταμορφωθεί σε φορέα ενός ξένου ανώτερου πολιτισμού. Πέρα από τις όποιες επιστημονικές λεπτομέρειες των σοφών, υπάρχει, πιστεύω, η ουσιαστική αντιμετώπιση της ιστορίας που δεν είναι εύκολο να εγκλωβισθεί ούτε στην προφορά ενός γράμματος ούτε στον σχολαστικισμό των γραμματικών.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ‘’ Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός Νεότητος’’ , Μάρτιος 1992

Amphipolis.gr | Ο Θουκυδίδης, ο τρωικός πόλεμος και η έννοια του μύθου

Γράφει ο Θανάσης Μπαντές

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα ομηρικά έπη κινούνται περισσότερο στο μύθο παρά στην ιστορική πραγματικότητα. Κι αυτό είναι απολύτως εύλογο, αφού η έννοια έπος, εξ’ ορισμού, εμπεριέχει την υπερβολή: «έπος: ποιητική σύνθεση μακρόπνοης έμπνευσης και μεγάλης έκτασης με διαπλεκόμενες ιστορίες, που εξυμνεί με θριαμβολογική, εγκωμιαστική και συχνά εξωραϊστική διάθεση γνωστά κατορθώματα ηρώων, θεών και ηγεμόνων». (Από το λεξικό του Μπαμπινιώτη).

Το έπος αποσκοπεί στην τέρψη. Το έπος αφορά την ψυχαγωγική δυναμική της ομήγυρης που τρέφεται με μύθους. Δεν υπάρχει τίποτε πιο εκτονωτικό, πιο εξισορροπητικό, πιο εξυψωτικό και ταυτόχρονα πιο καταπραϋντικό από τον ομαδικό μύθο. Γι’ αυτό οι ραψωδοί συνδέονται με τα πανηγύρια. Γιατί τα πανηγύρια συνδέονται με το ξέφρενο, δηλαδή με τη συναισθηματική απελευθέρωση. Ο μύθος είναι η πύλη αυτού του μηχανισμού. Είναι η μυσταγωγία της ομαδικότητας, που λειτουργεί σχεδόν ενορατικά, σαν παραίσθηση από κοινού, σαν συμμετοχικό ξεπέρασμα του εαυτού, σαν άνευ όρων παράδοση, σαν συλλογική – στα όρια του μεταφυσικού – εμπειρία.

Κι αυτό ακριβώς είναι η φυγή. Μιλάμε για τη φυγή της ατομικότητας, που θέλει, έστω για λίγο, να ενωθεί με τους άλλους. Κι όσο πιο ζωντανά αναπαρίσταται ο μύθος, τόσο πιο αληθινός είναι. Η αλήθεια του μύθου δεν είναι παρά το μέτρο έντασης της φυγής. Στόχος του μύθου η στιγμιαία απώλεια της συνείδησης που διαχέεται μέσα στις συνειδήσεις των φανταστικών άλλων που διαμορφώνουν την εξέλιξή του. Κι από εδώ ξεκινά η διάπλαση. Γιατί η ταύτιση και η αποστροφή που μοιραία γεννάται, ως συναισθηματική συμμετοχή, δεν είναι η ασύνειδη επαναφορά του εαυτού που υπογείως καλείται να πάρει θέση, αλλά η επιβολή του μύθου που εξαναγκάζει το κοινό να ενταχθεί στο διαδραματιζόμενο γίγνεσθαι.

Οι συγκρούσεις της φαντασιακής κοσμογονίας γίνονται υπόθεση προσωπική, αφού, με το ξεπέρασμα του εαυτού, όλα είναι  προσωπικά, μετατρέποντας το μύθο σε βιωματική συνθήκη. Το βίωμα του μύθου είναι η μεγαλύτερη συναισθηματική είσπραξη, που μόνο ως ταύτιση μπορεί να ερμηνευτεί και που αποκτά ολοφάνερες παιδαγωγικές διαστάσεις, μετουσιώνοντας το φαντασιακό σε ρυθμιστικό παράγοντα συμπεριφοράς με τη διάπλαση των επιθυμιών κατά τα προβαλλόμενα πρότυπα. Γι’ αυτό τα ομηρικά έπη αποτέλεσαν την πιο αξιόπιστη εκπαιδευτική ύλη στην αρχαία Αθήνα. Γι” αυτό εξακολουθούν να έχουν περίοπτη θέση και στα σημερινά σχολεία. Γιατί καθιστούν σαφές ότι το καλό ταυτίζεται με την ανδρεία, τη φιλοπατρία κτλ και ότι το λάθος ταυτίζεται με τη δειλία, τον εγωισμό κτλ. Μπροστά σ’ αυτή την οπτική η αλήθεια έχει ελάχιστη σημασία.

Αν όμως ο μύθος ταυτίζεται με την τέχνη, η αλήθεια ταυτίζεται με την επιστήμη. Κι αν η ιστορία είναι η αναζήτηση της αλήθειας για τα γεγονότα του παρελθόντος τότε δεν έχει άλλη επιλογή από να αποκτήσει επιστημονικές διαστάσεις, που μόνο μεθοδολογικά μπορούν να εξασφαλιστούν. Κι εδώ ακριβώς ξεκινά ο ρόλος του Θουκυδίδη: «Ο Θουκυδίδης ο Αθηναίος έγραψε την ιστορία του πολέμου των Πελοποννησίων και των Αθηναίων, πώς πολέμησαν μεταξύ τους, αρχίζοντας να γράφει αμέσως μόλις ξέσπασε, γιατί προέβλεψε και πως μεγάλες διαστάσεις θα πάρει και πιο αξιόλογος απ’ όλους τους προηγούμενους θα είναι». (Βιβλίο πρώτο, παράγραφος ένα, σε μετάφραση του Α. Γεωργοπαπαδάκου). 

Ο Θουκυδίδης προφανώς πέρασε τα πρώτα εφτά χρόνια του πελοποννησιακού πολέμου στην Αθήνα και γνώριζε τα γεγονότα από πρώτο χέρι, έχοντας ακούσει τους λόγους του Περικλή και τις συζητήσεις για την Πύλο και τη Μυτιλήνη. Όταν το 424 π.Χ εξορίστηκε για 20 χρόνια λόγω της απώλειας της Αμφίπολης, κατέφυγε στα κτήματά του στη Θράκη κι αφιερώθηκε στη συγγραφή της ιστορίας του πολέμου καθορίζοντας για πρώτη φορά στην ανθρωπότητα τις βασικές αρχές της επιστημονικής ιστοριογραφίας:

«Τις πράξεις που στη διάρκεια του πολέμου έγιναν, δεν έκρινα σωστό να τις γράψω βασισμένος στις πληροφορίες του πρώτου τυχόντα ούτε όπως εγώ νόμιζα, αλλά αφού ερεύνησα με κάθε δυνατή ακρίβεια για την καθεμιά, τόσο για κείνες που ο ίδιος ήμουν παρών όσο και για κείνες που μάθαινα από άλλους. Και η εξακρίβωση γινόταν δύσκολα, γιατί οι αυτόπτες μάρτυρες δεν έλεγαν τα ίδια για το ίδιο περιστατικό, αλλά καθένας ανάλογα με τη συμπάθειά του για τη μια ή την άλλη παράταξη ή καταπώς θυμόταν. Κι όσο στο να ακούει κανείς την αφήγησή μου, επειδή λείπει απ’ αυτήν το μυθικό, ίσως θα φανεί λιγότερο ευχάριστη. Όσοι όμως θα θελήσουν να γνωρίσουν με ακρίβεια αυτά που έγιναν κι εκείνα που, σύμφωνα με την ανθρώπινη φύση, θα γίνουν κάποτε ξανά τέτοια ή παρόμοια τούτοι να κρίνουν το έργο μου ωφέλιμο θα μου είναι αρκετό. Το έργο έχει γραφτεί πιο πολύ σαν μελέτημα παντοτινό παρά σαν πρόσκαιρο ανάγνωσμα για να τ’ ακούν κάποιοι ευχάριστα». (Βιβλίο πρώτο, παράγραφος 22, μετάφραση Α. Γεωργοπαπαδάκος).

Ο Θουκυδίδης ξεκαθαρίζει από την αρχή ότι δεν γράφει για τέρψη, αλλά για την αλήθεια.Όμως και πάλι βρισκόμαστε μπροστά στο διδακτικό – παιδαγωγικό στοιχείο που θα ωφελήσει την ανθρωπότητα, αφού, για τον Θουκυδίδη, η ιστορία κινείται από νόμους που την υποχρεώνουν να επαναλαμβάνει «τέτοια ή παρόμοια» και που κινούνται «σύμφωνα με την ανθρώπινη φύση». Κι αυτό ακριβώς ενδιαφέρει τον Θουκυδίδη, η ανθρώπινη φύση. Γιατί η επίσημη καταγραφή της ιστορίας δεν είναι τίποτε άλλο από τη μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσα στα διάφορα ιστορικά ερεθίσματα που όσο περισσότερο τα μελετά κανείς, τόσο περισσότερο διαπιστώνει ότι μοιάζουν.

Ο Θουκυδίδης δεν εμπιστεύεται τα γεγονότα «όπως τα τραγούδησαν οι ποιητές, που τα μεγαλοποίησαν και τα στόλισαν, ή όπως τα εκθέσανε οι λογογράφοι, που περισσότερο ζήτησαν να τέρψουν τους ακροατές τους παρά να τους πουν την αλήθεια….». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 21). Εξάλλου γνωρίζει καλά ότι οι άνθρωποι είναι απολύτως επιρρεπείς στους μύθους: «Υπάρχουν και πολλά άλλα πράγματα, ακόμα και σύγχρονα κι όχι ξεχασμένα από την πολυκαιρία, για τα οποία κι οι άλλοι Έλληνες έχουν γνώμες σφαλερές, όπως λόγου χάρη ότι οι βασιλείς των Λακεδαιμονίων δεν έχουν μία ψήφο ο καθένας, αλλά δύο, κι ότι στο στρατό της Σπάρτης υπάρχει λόχος Πιτανάτης που ποτέ δεν υπήρξε. Τόσο λίγο ταλαιπωρούνται οι πολλοί να αναζητήσουν την αλήθεια και πιο πολύ κλίνουν να δεχτούν τα έτοιμα». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 20).

Τον τρωικό πόλεμο ο Θουκυδίδης τον συγκαταλέγει στην αρχαιολογία. Όταν ο Μίνωας οργάνωσε το ναυτικό και πολέμησε την πειρατεία, καθιστώντας τις θάλασσες ασφαλέστερες, άρχισαν να ακμάζουν τα παράλια. Υπήρχε ευημερία και κάποιοι «πλούσιοι έχτισαν τείχη γύρω από τις πόλεις τους. Γιατί επιθυμώντας τα κέρδη, κι οι φτωχότεροι δέχονταν την εξάρτηση από τους πιο δυνατούς, κι οι δυνατότεροι, διαθέτοντας πλούτο, έκαναν υποτελείς τους τις μικρότερες πόλεις. Βρίσκονταν πια σ’ αυτή την κατάσταση, όταν, αργότερα, έκαμαν την εκστρατεία εναντίον της Τροίας». (βιβλίο πρώτο παράγραφος 8).

Το ιμπεριαλιστικό παιχνίδι της ισχύος ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση για να περάσουμε στον τρωικό πόλεμο:

 «Ο Αγαμέμνονας, κατά τη γνώμη μου, κατόρθωσε να συγκεντρώσει τις δυνάμεις για την εκστρατεία εναντίον της Τροίας, κυρίως επειδή ήταν ο πιο δυνατός από τους άλλους ηγεμόνες, κι όχι επειδή οι μνηστήρες της Ελένης, που έγινε αρχηγός τους, είχαν δεσμευτεί με τους όρκους τους οποίους είχαν κάνει στον Τυνδάρεο», και συμπληρώνει: «Αφού παρέλαβε την κληρονομιά αυτή ο Αγαμέμνονας και ταυτόχρονα απέκτησε ναυτικό ισχυρότερο από οποιουδήποτε άλλου, μπόρεσε κατά τη γνώμη μου να κάμει εκστρατεία κι όσοι τον ακολούθησαν, το ‘καμαν περισσότερο από φόβο παρά από φιλοφροσύνη.

Είναι, εξάλλου, φανερό πως αυτός πήρε μέρος στην εκστρατεία έχοντας τα πιο πολλά καράβια κι ότι έδωσε και στους Αρκάδες, όπως αναφέρει ο Όμηρος, αν μπορεί κανείς να βασιστεί στη μαρτυρία του….. Αν, λοιπόν, ο Αγαμέμνονας δεν είχε κάποιο αξιόλογο ναυτικό, δε θα μπορούσε, μια και ήταν στεριανός, να εξουσιάζει νησιά, εκτός από τα κοντινά του, που δεν είναι πολλά. Κι απ’ αυτήν την εκστρατεία πρέπει να συμπεράνει κανείς ποια ήταν η κατάσταση πρωτύτερα». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 9).

Ο Θουκυδίδης, ορίζει από την αρχή τα οικονομικά συμφέροντα ως την κινητήρια δύναμη της ιστορίας. Γι’ αυτό κάνει λόγο για ανθρώπινα πάθη. Γιατί δεν υπάρχουν ούτε θεϊκές παρεμβάσεις, ούτε παιχνίδια της μοίρας, ούτε τυχαία περιστατικά. Μόνο η μάχη της εξουσίας, δηλαδή ο ανθρώπινος παράγοντας. Όμως η απομυθοποίηση του τρωικού πολέμου αφορά και το κομμάτι των καθαυτό πολεμικών επιχειρήσεων: «Κι αν ακόμη θα πρέπει να δώσουμε κι εδώ πίστη στον Όμηρο, ο οποίος, σαν ποιητής, είναι φυσικό να τη μεγαλοποίησε, και πάλι η εκστρατεία αυτή ήταν φανερά κατώτερη από τις σημερινές.

Αναφέρει λοιπόν ο ποιητής πως από τα χίλια διακόσια καράβια που πήραν μέρος στην εκστρατεία, των Βοιωτών είχαν εκατόν είκοσι άντρες το καθένα και του Φιλοκτήτη πενήντα, θέλοντας να δείξει έτσι, κατά τη γνώμη μου, τα πιο μεγάλα και τα πιο μικρά.Οπωσδήποτε στον κατάλογο των καραβιών δεν αναφέρει πλοία άλλου μεγέθους. Ότι, εξάλλου, όλοι οι άντρες ήταν ταυτόχρονα κωπηλάτες και πολεμιστές το μνημονεύει, όταν μιλά για τα καράβια του Φιλοκτήτη. Εδώ λέει ότι όλοι οι κωπηλάτες ήταν και τοξότες. Επιβάτες, εκτός από τους βασιλιάδες και τους σπουδαιότερους αξιωματούχους, δεν είναι πιθανό να βρίσκονταν πολλοί πάνω στα πλοία, μια και επρόκειτο να περάσουν πέλαγος φορτωμένα πολεμικό υλικό κι εξάλλου δεν είχαν κατάστρωμα, αλλά ήταν φτιαγμένα με τον παλιό τρόπο, σαν τα πειρατικά. Αν λοιπόν πάρει κανείς τον μέσο όρο των μεγαλύτερων και των μικρότερων καραβιών, δεν φαίνεται να ήταν πολλοί όσοι έλαβαν μέρος στην εκστρατεία, μια και στάλθηκαν σ’ αυτήν πολεμιστές από ολόκληρη την Ελλάδα. 

Αιτία γι’ αυτό ήταν όχι τόσο η έλλειψη ανθρώπων όσο η έλλειψη χρημάτων. Γιατί από ανεπάρκεια εφοδίων είχαν φέρει λίγο στρατό, τόσο μόνον όσον έλπιζαν ότι θα μπορούσε να συντηρηθεί επιτόπου πολεμώντας. Κι όταν αποβιβάστηκαν και νίκησαν στην πρώτη μάχη (αυτό είναι φανερό, γιατί αλλιώς δε θα μπορούσαν να προστατέψουν με τείχος το στρατόπεδό τους) και τότε δεν φαίνεται να χρησιμοποίησαν όλες τους τις δυνάμεις, αλλά από έλλειψη τροφίμων, επιδόθηκαν στην καλλιέργεια της Χερσονήσου και σε διαρπαγές. Εξ’ αιτίας αυτής της διασποράς των δυνάμεών τους μπόρεσαν οι Τρωαδίτες να αντέξουν δέκα ολόκληρα χρόνια στον πόλεμο, αφού ήταν ισόπαλοι με τις ελληνικές δυνάμεις που κάθε φορά έμεναν στο στρατόπεδο.

Αν, αντίθετα, οι Έλληνες είχαν έρθει έχοντας αποθέματα τροφίμων και αντί να ασχολούνται με τη γεωργία και τη διαρπαγή, πολεμούσαν συνέχεια όλοι μαζί, εύκολα, χάρη στην υπεροχή τους στις μάχες, θα είχαν κυριέψει την πόλη, αφού και διεσπαρμένοι που ήταν και με μέρος μόνο του στρατού τους κάθε φορά διαθέσιμο, άντεχαν. Αν, εξάλλου, είχαν κάνει τακτική πολιορκία, θα κυρίευαν την Τροία σε μικρότερο χρόνο και με λιγότερον κόπο. Αλλά από έλλειψη χρημάτων και τα πριν από τα τρωικά ήταν ασήμαντα, κι αυτά τα ίδια, μόλο που υπήρξαν πιο ξακουστά από τα προηγούμενα, αποδείχνεται από τα πράγματα ότι ήταν κατώτερα από τη φήμη και την παράδοση που, χάρη στους ποιητές, έχει επικρατήσει σήμερα γι’ αυτά». (βιβλίο πρώτο, παράγραφοι 10 – 11).

Όμως, όσο η σαφής γνώση της ιστορικής πορείας – που μόνο η ιστορία ως επιστήμη μπορεί να προσφέρει –  καθίσταται απαραίτητη για τη διαμόρφωση ορθής κρίσης των γεγονότων (δηλαδή της ανθρώπινης συμπεριφοράς όπως εκτυλίσσεται στο πέρασμα των αιώνων), άλλο τόσο διαφωτιστικά λειτουργεί και ο μύθος, που, σε τελική ανάλυση, μετουσιώνοντας τα γεγονότα σε τέχνη – υπό το πρίσμα των δεδομένων υπερβολών – διεισδύει στην ανθρώπινη άβυσσο μετατρέποντάς την σε αντικείμενο ερμηνείας.Βρισκόμαστε δηλαδή μπροστά σε δύο αντικρουόμενους μηχανισμούς, που τελικά συμφιλιώνονται, αφού επί της ουσίας εξυπηρετούν τους ίδιους στόχους.

Ο εντοπισμός των κινήτρων συμπεριφοράς, η έννοια της συλλογικής δράσης, η φιλοδοξία της ατομικότητας, η αναγωγή των γεγονότων στο σήμερα, η απόπειρα πρόγνωσης, ο προβληματισμός, ο εντοπισμός της ενδεχόμενης επανάληψης, η αντίληψη της συνέχειας μέσα στο πέρασμα των αιώνων, ο φανατισμός, το οικονομικό συμφέρον, το παράλογο της βαρβαρότητας κτλ κτλ, με δυο λόγια ο παιδαγωγικός ρόλος της μελέτης του ανθρώπου ως το υποκείμενο της ιστορικής εξέλιξης, αφορά και την ιστορία, ως έννοια επιστημονική, και το μύθο, ως έννοια καλλιτεχνική. Γι’ αυτό και η ιστορική αποκατάσταση του τρωικού πολέμου από το Θουκυδίδη, δεν θα ματαιώσει ποτέ τη μυθοπλαστική απόδοση του Ομήρου, αλλά θα συμπλέουν αιώνια στο ίδιο αντιθετικό και ταυτόχρονα ενωτικό κουβάρι.

Το πρόβλημα ξεκινά όταν χάνονται τα όρια κι όταν ο μύθος παρουσιάζεται ως γεγονός αλλοιώνοντας σκοπίμως την ιστορική αλήθεια. Όταν δηλαδή η ιστορία πλάθεται αυθαίρετα μετατρεπόμενη από μηχανισμός αναζήτησης της αλήθειας σε προπαγανδιστικό εργαλείο εξυπηρέτησης συμφερόντων. Όμως εδώ δε μιλάμε για μύθο. Εδώ μιλάμε για καιροσκοπισμό, κι αυτό είναι μια τελείως διαφορετική ιστορία.

Ο δούρειος ίππος (δούρειος=ξύλινος) στην ελληνική μυθολογία είναι κατασκευή εμπνευσμένη από τον Οδυσσέα, ένα ξύλινο άλογο-κρύπτη. Σκοπός του Οδυσσέα ήταν να παραπλανηθούν οι Τρώες και να το εκλάβουν ως δώρο και ως δείγμα καλής θελήσεως και ειρήνης από τους Αχαιούς.

«ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΙΣΤΟΡΙΑ» μετάφρασηΑ. Γεωργοπαπαδάκου εκδόσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑ   Ά έκδοση 1985

http://mythagogia.blogspot.gr/2015/06/blog-post_14.html

theancientwebgreece.wordpress.com

Amphipolis.gr | Η μάχη της Ισσού (333 π.Χ)

Ο Μέγας Αλέξανδρος ενώ βρισκόταν στον Μαλλό, έμαθε ότι ο Δαρείος στρατοπεδεύει με όλο του το στράτευμα στους Σώχους. Η περιοχή αυτή ανήκει στην Ασσυρία και απέχει από τις ασσυριακές πύλες περίπου δύο σταθμούς. Συγκέντρωσε λοιπόν τους εταίρους και τους ανακοίνωσε τα νέα για το Δαρείο και τη στρατιά του. Αυτοί πάλι τον προέτρεψαν να ξεκινήσει χωρίς καθυστέρηση. Τους επαίνεσε και διέλυσε τη σύσκεψη. Την επόμενη μέρα, ξεκίνησε να συναντήσει τον Δαρείο και τους Πέρσες. Μέσα σε δύο μέρες από τη στιγμή που πέρασε τις πύλες, στρατοπέδευσε κοντά στην πόλη Μυρίανδρο. Μέσα στη νύχτα ξέσπασε καταιγίδα με βροχή και δυνατό άνεμο και ο Αλέξανδρος αναγκάστηκε να μείνει στο στρατόπεδο.

Από την άλλη, ο Δαρείος με τη στρατιά του κέρδιζε χρόνο. Είχε επιλέξει μία ανοιχτή ασσυριακή πεδιάδα, που χωρούσε τη μεγάλη στρατιά του και ήταν κατάλληλη για ελιγμούς του ιππικού. Ο Αμύντας, ο γιος του Αντιόχου, που είχε αυτομολήσει από τον Αλέξανδρο του συνέστησε να μην εγκαταλείψει την περιοχή, που ήταν τόσο ευρύχωρη για το στράτευμα και τα εφόδια των Περσών. Έμεινε λοιπόν εκεί ο Δαρείος. Εν τω μεταξύ καθώς ο Αλέξανδρος καθυστέρησε πολύ στην Ταρσό, λόγω ασθένειας και στους Σόλους, όπου θυσίαζε κι έκανε παρελάσεις χάνοντας πολύτιμο χρόνο πολεμώντας τους ορεσίβιους Κίλικες, ο Δαρείος άλλαξε γνώμη. Εξάλλου, ήταν έτοιμος να πιστέψει ότι του ήταν πιο ευχάριστο. Του ξεσήκωσαν και τα μυαλά οι αυλοκόλακες και πίστεψε ότι ο Αλέξανδρος δε θέλει πλέον να προχωρήσει, αλλά δίστασε μόλις έμαθε ότι αυτός πλησιάζει. Τον ξεσήκωναν όλοι από όλες τις πλευρές λέγοντάς του ότι θα καταπατήσει με το ιππικό την μακεδονική στρατιά. Ωστόσο ο Αμύντας επέμενε ότι ο Αλέξανδρος θα φτάσει οπουδήποτε μάθει ότι βρίσκεται ο Δαρείος και τον προέτρεπε να περιμένει εκεί. Πείστηκε όμως από τις χειρότερες εκτιμήσεις, επειδή εκείνη τη στιγμή του ήταν πιο ευχάριστες. Ίσως κάποια θεϊκή  δύναμη τον οδήγησε σ’ εκείνη την πεδιάδα, διότι ούτε το ιππικό τον ωφέλησε ιδιαίτερα, ούτε το πλήθος των στρατιωτών του, και ο Αλέξανδρος και η στρατιά του νίκησαν εύκολα. Εξάλλου, ήταν μοιραίο να χάσουν οι Πέρσες την ηγεμονία της Ασίας από τους Μακεδόνες, όπως οι Μήδοι την είχαν χάσει από τους Πέρσες κι πιο πριν οι Ασσύριοι από τους Μήδους. O Δαρείος πέρασε το βουνό που βρίσκεται κοντά στις λεγόμενες Αμανικές πύλες, προχώρησε προς την Ισσό και χωρίς να γίνει αντιληπτός, βρέθηκε στα νώτα του Αλέξανδρου. Μπήκε στην Ισσό, όπου σκότωσε με φρικτά βασανιστήρια τους άρρωστους Μακεδόνες που είχαν παραμείνει εκεί. Την επόμενη μέρα, προχώρησε προς τον ποταμό Πίναρο. Όταν ο Αλέξανδρος άκουσε ότι ο Δαρείος βρίσκεται πίσω του, δε θεώρησε αξιόπιστη την είδηση.

Έβαλε λοιπόν σε τριακόντορο (πλοίο με τριάντα κουπιά) μερικούς συντρόφους και τους έστειλε στην Ισσό, για να ελέγξουν επί τόπου αν η είδηση είναι αληθινή. Αυτοί έμαθαν πολύ εύκολα ότι οι Πέρσες βρίσκονται εκεί όπου η θάλασσα σχημάτιζε κόλπο. Έστειλαν μήνυμα στον Αλέξανδρο ότι κρατά στο χέρι τον Δαρείο. Αυτός πάλι κάλεσε σε σύσκεψη τους στρατηγούς, τους ίλαρχους και τους διοικητές των συμμάχων και τους παρότρυνε να έχουν θάρρος, καθώς ήδη οι προηγούμενες μάχες είχαν καλό αποτέλεσμα και οι Μακεδόνες θα πολεμούσαν ως νικητές εναντίον ηττημένων. Ακόμη τους είπε ότι η θεϊκή δύναμη είναι ο καλύτερος στρατηγός τους, αφού έβαλε στο μυαλό του Δαρείου να πάρει τα στρατεύματά του από την ανοιχτή πεδιάδα και να τα στριμώξει στο στενό πέρασμα που ήταν ότι έπρεπε για την ανάπτυξη της φάλαγγας και ο αριθμός των Περσών δε θα τους βοηθούσε στη μάχη, διότι η φυσική τους κατάσταση και το ηθικό τους σθένος δεν ήταν ανάλογα με αυτόν. Ο Αλέξανδρος πρόσθεσε ακόμα, ότι οι Μακεδόνες που από παλιά ασκούνταν στις πολεμικές τέχνες με πολλούς κινδύνους και ήταν άνθρωποι ελεύθεροι, θα πολεμήσουν εναντίον των Περσών και των Μήδων που από παλιά ζούσαν ιδιαίτερα τρυφηλή ζωή και ήταν δούλοι. Και όσοι Έλληνες θα πολεμήσουν εναντίον Ελλήνων, δε θα το κάνουν για τους ίδιους λόγους· αυτοί που θα πολεμήσουν στο πλευρό του Δαρείου, θα διακινδυνεύσουν τη ζωή τους μόνο για τα χρήματα, ενώ αυτοί που θα πολεμήσουν με τους Μακεδόνες θα υπερασπιστούν εθελοντικά την Ελλάδα. Όσον αφορά στους βαρβάρους, οι Θράκες, οι Παίονες, οι Ιλλυριοί και οι Αγριάνες, τα πιο γερά και αξιόμαχα έθνη της Ευρώπης, θα αντιταχθούν στους λιγότερο εξασκημένους και πιο μαλθακούς λαούς της Ασίας.

Alexander_the_GreatΤέλος, ο ίδιος ο Αλέξανδρος θα ήταν επικεφαλής απέναντι στον Δαρείο. Τους εξηγούσε ότι αυτά ήταν τα πλεονεκτήματά τους στη μάχη και τους έλεγε ότι τα έπαθλα τους σ’ αυτόν τον αγώνα θα είναι μεγάλα. Διότι δεν επρόκειτο να νικήσουν τους σατράπες του Δαρείου, το ιππικό που παρατάχθηκε στον Γρανικό και τους είκοσι χιλιάδες ξένους μισθοφόρους αλλά το άνθος των Περσών, των Μήδων και όλων των άλλων εθνών που υπόδουλα στους Μήδους και τους Πέρσες κατοικούν την Ασία και τον ίδιο τον μεγάλο βασιλιά παρόντα. Και μετά από αυτή τη μάχη, το μόνο πράγμα που θα τους έμενε, θα ήταν η κυριαρχία ολόκληρης της Ασίας και το τέλος των περισσότερων κόπων τους. Εκτός από αυτά, τους θύμιζε την αίγλη των κοινών κατορθωμάτων τους κι ακόμα, αν υπήρχε κάποιο σπουδαίο προσωπικό κατόρθωμα, το θύμιζε κι αυτό, μαζί μ’ αυτόν που το έκανε. Περιέγραψε με μετριοφροσύνη τι είχε κάνει ο ίδιος στις μάχες. Λένε ακόμη ότι τους θύμισε τον Ξενοφώντα και τους Μυρίους του, αν και δεν υπήρχαν ομοιότητες ούτε στον αριθμό, ούτε στις άλλες προετοιμασίες· οι Μύριοι δεν είχαν ιππικό, ούτε θεσσαλικό, ούτε βοιωτικό, ούτε μακεδονικό, ούτε πελοποννησιακό ή θρακικό, ούτε τοξότες ή σφενδονιστές, εκτός από λίγους Ροδίτες και Κρητικούς που κι αυτούς τους οργάνωσε πρόχειρα ο Ξενοφώντας μέσα στον κίνδυνο. Κι όμως γλίτωσαν από το μεγάλο βασιλιά κι όλο του τον στρατό στη Βαβυλώνα, νίκησαν όλους τους λαούς που τους έφραζαν το δρόμο κι έφτασαν στον Εύξεινο Πόντο. Τους είπε ακόμη κι όσα άλλα ταιριάζει να λέει ένας γενναίος ηγεμόνας σε γενναίους άνδρες για να τους δώσει θάρρος πριν από τη μάχη. Αυτοί τον περικύκλωσαν, του έσφιξαν το χέρι και τον παρότρυναν να ξεκινήσει αμέσως.

O Αλέξανδρος παράγγειλε στους στρατιώτες να δειπνήσουν· κατόπιν έστειλε προπομπούς στις πύλες λίγους ιππείς και τοξότες για να ελέγξουν από πριν τον δρόμο που οδηγούσε πίσω στις πύλες. Κατά τη διάρκεια της νύχτας επιτέθηκε αμέσως στις πύλες με όλο του το στρατό. Γύρω στα μεσάνυχτα κατείχε όλα τα περάσματα. Την υπόλοιπη νύχτα ξεκούρασε τη στρατιά του εκεί, πάνω στις πέτρες, τοποθετώντας προσεχτικά εξωτερικές φρουρές. Με το χάραμα, κατηφόρισε από τις πύλες στον δρόμο. Όπου ο δρόμος ήταν στενός, τους οδηγούσε παραταγμένους σε στενή γραμμή, όπου όμως άνοιγε παρέτασσε το στράτευμα σε φάλαγγα, τοποθετώντας τα τάγματα των οπλιτών το ένα μετά το άλλο, μέχρι να συναντήσουν στα δεξιά το βουνό και στ’ αριστερά τη θάλασσα. Το ιππικό είχε από πριν τοποθετηθεί μετά το πεζικό. Μόλις έφτασαν σε ανοιχτό χώρο, παρέταξαν τη στρατιά για μάχη. Στη δεξιά πτέρυγα κοντά στο βουνό παρέταξε το άγημα του πεζικού και τους υπασπιστές, με αρχηγό τον Νικάνορα, το γιο του Παρμενίωνα, δίπλα τους το τάγμα του Κοίνου και μετά το τάγμα του Περδίκκα. Αριστερά, τοποθέτησε πρώτα το τάγμα του Αμύντα, κατόπιν του Πτολεμαίου και μετά του Μελέαγρου. Ο Κρατερός ορίστηκε αρχηγός του πεζικού της αριστερής πλευράς και ο Παρμενίων ολόκληρου του κέρατος. Πήρε μάλιστα την εντολή να μην απομακρυνθεί από τη θάλασσα, για να μην περικυκλωθούν από τους βαρβάρους, που θα τους υπερφαλάγγιζαν έτσι με το μεγάλο αριθμό τους. αρχή.

Η μάχη της Ισσού- πίνακας του Altdorfer 1529 πνακοθήκη ΜονάχουΗ μάχη 

Μόλις ο Δαρείος έμαθε ότι ο Αλέξανδρος πλησιάζει και είναι έτοιμος να δώσει μάχη, πέρασε τριάντα χιλιάδες περίπου ιππείς και είκοσι χιλιάδες περίπου ψιλούς στην απέναντι όχθη του ποταμού Πίναρου, για να παρατάξει με ηρεμία τον υπόλοιπο στρατό του. Τοποθέτησε μπροστά από τους οπλίτες τους τριάντα χιλιάδες περίπου Έλληνες μισθοφόρους, απέναντι από τη μακεδονική φάλαγγα. Δίπλα τους σε κάθε πλευρά, τριάντα χιλιάδες περίπου από τους επονομαζόμενους Κάρδακκες, που ήταν επίσης οπλίτες. Τόσους χωρούσε η περιοχή, αν παρατάσσονταν σε φάλαγγα. Στην αριστερή του πλευρά, κοντά στο βουνό, απέναντι από τη δεξιά πλευρά του Αλέξανδρου, τοποθέτησε γύρω στους είκοσι χιλιάδες. Μερικοί απ’ αυτούς, κινήθηκαν προς τα νώτα της στρατιάς του Αλέξανδρου. Το βουνό στο οποίο παρατάχτηκαν σχημάτιζε σ’ ένα σημείο κοιλότητα, σαν θαλάσσιο κόλπο· έπειτα, σχημάτιζε μία καμπύλη, που έσπρωχνε τους παραταγμένους στους πρόποδες, πίσω από τη δεξιά παράταξη του Αλέξανδρου. Οι υπόλοιποι ψιλοί και οπλίτες παρατάχτηκαν κατά έθνη, πίσω από τους Έλληνες μισθοφόρους και τους παραταγμένους κατά φάλαγγα βαρβάρους, σε τέτοιο βάθος, ώστε να είναι άχρηστοι. Λέγεται ότι όλη η στρατιά του Δαρείου αποτελούνταν από εξακόσιες χιλιάδες μάχιμους άνδρες.

Ο Αλέξανδρος βλέποντας ότι λίγο πιο μπροστά η περιοχή πλάταινε τοποθέτησε σε σειρά το ιππικό των επονομαζόμενων εταίρων Θεσσαλών και των Μακεδόνων. Αυτούς τους κράτησε κοντά του στη δεξιά παράταξη, ενώ έστειλε τους Πελοποννήσιους και του υπόλοιπους συμμάχους αριστερά στον Παρμενίωνα.

Όταν ο Δαρείος παρέταξε τη φάλαγγά του, έδωσε το σύνθημα να γυρίσουν πίσω οι ιππείς που είχαν τοποθετηθεί μπροστά στο ποτάμι, για να καλύψει τους ελιγμούς της στρατιάς του. Τους περισσότερους απ’ αυτούς, τους τοποθέτησε στο δεξιό κέρας, κοντά στη θάλασσα, όπου η περιοχή ήταν καταλληλότερη για το ιππικό. Ένα άλλο μέρος τους το οδήγησε αριστερά, κοντά στο βουνό. Εκεί όμως, φάνηκε ότι θα ήταν άχρηστοι, εξαιτίας της στενότητας του χώρου. Διέταξε λοιπόν πολλούς απ’ αυτούς να έρθουν με τα άλογά τους στη δεξιά παράταξη. Ο ίδιος ο Δαρείος βρισκόταν στη μέση της παράταξης, όπως προστάζει ο νόμος για τους Πέρσες βασιλείς. Ο Ξενοφών, ο γιος του Γρύλλου, είχε αναφέρει το λόγο αυτής της τοποθέτησης.

Εν τω μεταξύ, ο Αλέξανδρος παρατήρησε ότι σχεδόν όλο το περσικό ιππικό μετακινούνταν προς τα αριστερά του, κοντά στη θάλασσα. Εκεί όμως είχε παρατάξει μόνο τους Πελοποννήσιους και το υπόλοιπο συμμαχικό ιππικό. Έστειλε λοιπόν γρήγορα στ’ αριστερά τους Θεσσαλούς ιππείς, διατάζοντάς τους να μην περάσουν μπροστά από την παράταξη, για να μη φανερωθεί η μετακίνησή τους στους εχθρούς, αλλά να κινηθούν κρυφά πίσω από τη φάλαγγα. Τοποθέτησε μπροστά στους ιππείς στα δεξιά τους προδρόμους, με αρχηγό τον Πρωτόμαχο και τους Παίονες, με αρχηγό τον Αρίστωνα. Μπροστά από τους πεζούς, έβαλε τους τοξότες, με αρχηγό τον Αντίοχο. Παρέταξε ακόμη τους Αγριάνες με αρχηγό τον Άτταλο και μερικούς ιππείς σε γωνία, κοντά στο βουνό που βρισκόταν πίσω του. Έτσι, στο δεξιό τμήμα της η φάλαγγα χωριζόταν σε δύο τμήματα, το ένα από τα οποία έβλεπε προς το Δαρείο και το κύριο σώμα των Περσών, πέρα από το ποτάμι και το άλλο προς τους παραταγμένους στο βουνό, απέναντι από τα νώτα τους. Στ’ αριστερά, μπροστά από το πεζικό, τοποθετήθηκαν οι Κρητικοί και οι Θράκες τοξότες με αρχηγό το Σιτάλκη και μπροστά του το αριστερό τμήμα του ιππικού. Οι ξένοι μισθοφόροι τοποθετήθηκαν πίσω απ’ όλους. Επειδή όμως ο Αλέξανδρος έκρινε ότι η φάλαγγα στα δεξιά ήταν αραιή και οι Πέρσες έδειχναν κατά πολύ να την ξεπερνούν, διέταξε δύο ίλες των εταίρων να φύγουν από το μέσο και να κινηθούν κρυφά προς τα δεξιά. Αυτές ήταν η Ανθεμουσία με ίλαρχο τον Περοίδα, το γιο του Μενεσθέα και η επονομαζόμενη Λευγαία, με ίλαρχο τον Παντόρδανο, το γιο του Κλέανδρου. Τους τοξότες, μερικούς Αγριάνες και Έλληνες μισθοφόρους τους οδήγησε μπροστά από το δεξιό τμήμα και προεξέτεινε τη φάλαγγα μέχρι το κέρας των Περσών. Οι Πέρσες που είχαν τοποθετηθεί στο βουνό δεν επιχείρησαν κάθοδο· ο Αλέξανδρος διέταξε τους Αγριάνες και λίγους τοξότες να κάνουν έφοδο εναντίον τους. Τους ανάγκασαν εύκολα να εγκαταλείψουν τους πρόποδες και να καταφύγουν στο βουνό. Ο Αλέξανδρος έκρινε λοιπόν ότι έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τους εκεί τοποθετημένους για να συμπληρώσει τη φάλαγγα. Σ’ αυτό το σημείο, έκρινε ότι του αρκούν τριακόσιοι ιππείς.

μάχη της Ισσού - χάρτης παράταξης δυνάμεων - πηγή /www.emersonkent.com

Αφού τους τοποθέτησε έτσι, ο Αλέξανδρος διέταξε τη φάλαγγα να προχωρά για κάποιο χρονικό διάστημα με μικρές στάσεις·  η πορεία τους έμοιαζε πολύ με περίπατο. Μόλις οι βάρβαροι ταχτοποιήθηκαν στις αρχικές τους θέσεις, ο Δαρείος δεν προχώρησε περισσότερο. Παρέμεινε στις όχθες του ποταμού, που ήταν σε πολλά σημεία απόκρημνες, χτίζοντας χαράκωμα στα σημεία που φαίνονταν πιο ευπρόσβλητα σε έφοδο. Το γεγονός αυτό έδειξε στον Αλέξανδρο και την ακολουθία του ότι ο Δαρείος είχε την ψυχολογία ηττημένου. Όταν τα δυο στρατόπεδα είχαν ήδη πλησιάσει, ο Αλέξανδρος έφιππος περιέτρεχε την παράταξη, παρακινώντας τους άνδρες του να φανούν γενναίοι. Καλούσε με εγκώμια ανάλογα όχι μόνο τους αρχηγούς αλλά και τους λοχαγούς και τους ίλαρχους αλλά και όσους ξένους μισθοφόρους ήταν γνωστότεροι εξαιτίας κάποιου αξιώματος ή κάποιου ανδραγαθήματος. Από παντού, του κραύγαζαν να μην καθυστερεί, αλλά να επιτεθεί στους εχθρούς. Αυτός εξακολουθούσε να τους οδηγεί σε παράταξη, κατ’ αρχήν βαδίζοντας, αν και έβλεπε ήδη το στρατό του Δαρείου. Αυτό, για να μη διασαλευτεί η τάξη στη φάλαγγα και οδηγηθεί σε διάλυση, περπατώντας γρηγορότερα. Μόλις έφτασαν σε απόσταση βολής, πρώτα η δεξιά παράταξη με επικεφαλής τον ίδιο τον Αλέξανδρο μπήκε γρήγορα στο ποτάμι. Σκοπός ήταν να αιφνιδιαστούν οι Πέρσες με την ταχύτητα της επίθεσης να περιοριστούν οι απώλειες από τα περσικά βέλη και να επιταχυνθεί η μάχη σώμα με σώμα. Τα πράγματα έγιναν όπως τα φαντάστηκε ο Αλέξανδρος. Μόλις άρχισε η μάχη σώμα με σώμα, το αριστερό τμήμα του περσικού στρατεύματος τράπηκε σε φυγή. Σ’ αυτό το σημείο, πέτυχαν λαμπρή νίκη ο Αλέξανδρος και η ακολουθία του. Οι Έλληνες μισθοφόροι όμως που πολεμούσαν με τον Δαρείο, επιτέθηκαν στη Μακεδονική φάλαγγα, της οποίας η δεξιά παράταξη είχε αρχίσει να σκορπίζει. Διότι ο Αλέξανδρος με τη βιασύνη του να μπει στο ποτάμι και να ξεκινήσει τη μάχη εκ του συστάδην, έσπρωχνε ήδη τους Πέρσες που ήταν παραταγμένοι σ’ αυτό το σημείο. Το μέσο της παράταξής του όμως δεν μπορούσε να προχωρήσει τόσο γρήγορα· σε πολλά σημεία μάλιστα έπεφτε στις απόκρημνες όχθες και δεν είχε τη δυνατότητα να κρατήσει την αρχική τάξη. Οι Έλληνες μισθοφόροι λοιπόν χτύπησαν τη φάλαγγα στο σημείο που είδαν ότι έχει χάσει περισσότερο τη συνοχή της. Εκεί παίζονταν πολλά πράγματα· οι μισθοφόροι προσπαθούσαν να ξανασπρώξουν τους Μακεδόνες στο ποτάμι και να κρατήσουν τη νίκη, που ήδη πετούσε μακριά τους· οι Μακεδόνες πάλι δεν ήθελαν να προδώσουν τη διαφαινόμενη επιτυχία του Αλέξανδρου και να καταστρέψουν τη φήμη της φάλαγγας, που μέχρι τότε φημολογούνταν ως ανίκητη. Κατόπιν ξύπνησε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους Μακεδόνες και τους νότιους Έλληνες. Τότε σκοτώθηκε ο Πτολεμαίος, ο γιος του Σέλευκου, πολεμώντας γενναία και περίπου εκατόν ογδόντα επιφανείς Μακεδόνες.

Εν τω μεταξύ τα τάγματα της δεξιάς παράταξης είδαν ότι οι Πέρσες, που βρίσκονταν απέναντί τους, τρέπονταν ήδη σε φυγή. Στράφηκαν λοιπόν εναντίον των ξένων μισθοφόρων του Δαρείου, εκεί όπου το τμήμα της φάλαγγας δεχόταν ισχυρή πίεση· τους απώθησαν από το ποτάμι και, υπερφαλαγγίζοντας τα τμήματα του περσικού στρατεύματος που είχε διασπαστεί, επιτέθηκαν από τα πλάγια και κατάσφαξαν τους μισθοφόρους. Οι Πέρσες ιππείς που βρίσκονταν απέναντι από τους Θεσσαλούς δεν κράτησαν τις θέσεις τους πέρα από το ποτάμι, αλλά το πέρασαν και επιτέθηκαν με παλικαριά στους Θεσσαλούς. Εκεί, έγινε πολύ σκληρή ιππομαχία· οι Πέρσες τράπηκαν σε φυγή, μόνο όταν κατάλαβαν ότι ο Δαρείος έφευγε και οι μισοί είχαν διασκορπιστεί εντελώς και κατασφαγεί από τη φάλαγγα. Τότε πια, έγινε φανερό ότι όλοι τράπηκαν σε φυγή. Κατά την υποχώρηση τα άλογα των Περσών υπέφεραν από τους βαριά οπλισμένους αναβάτες τους· και οι ίδιοι οι ιππείς όμως, καθώς ήταν πολλοί και υποχωρούσαν άτακτα και φοβισμένα μέσα από στενά περάσματα, καταπατούνταν μεταξύ τους και πάθαιναν έτσι μεγαλύτερη ζημιά από αυτή που τους προκαλούσαν οι εχθροί. Οι Θεσσαλοί τους κατεδίωκαν με γενναιότητα· έτσι, κατά την υποχώρηση σκοτώθηκαν τόσοι ιππείς όσοι και πεζοί.

Ο Δαρείος μόλις είδε ότι η αριστερή παράταξη πανικοβλήθηκε με την εμφάνιση του Αλέξανδρου και αποκόπηκε από την υπόλοιπη παράταξη, έφυγε με τους πρώτους, έτσι όπως ήταν πάνω στο άρμα. Όσο διέτρεχε ομαλό έδαφος κατά τη φυγή του, ήταν ασφαλής πάνω στο άρμα· μόλις όμως έφτασε σε φαράγγι και σε δύσβατη περιοχή, πέταξε τον κάνδυ (μανδύα) και την ασπίδα του, παράτησε το τόξο μέσα στο άρμα, το εγκατέλειψε εκεί και συνέχισε έφιππος τη φυγή του. Το ότι δεν πιάστηκε αιχμάλωτος από τον Αλέξανδρο, οφείλεται στο ότι έπεσε γρήγορα η νύχτα. Ο Αλέξανδρος όσο κρατούσε το φως, τον κυνηγούσε με όλες του τις δυνάμεις· όταν όμως σκοτείνιασε και δεν μπορούσε να δει μπροστά του, γύρισε πάλι στο στρατόπεδο. Όμως πήρε το άρμα του Δαρείου και, μαζί μ’ αυτό, την ασπίδα, τον κάνδυ και το τόξο. Από την άλλη, καθυστέρησε την καταδίωξη, διότι μόλις είδε το πρώτο ρήγμα στη φάλαγγα, γύρισε πίσω και δεν ξεκίνησε παρά αφού είδε ότι οι ξένοι μισθοφόροι και το ιππικό διώχνονταν από το ποτάμι. Από τους Πέρσες, σκοτώθηκαν ο Αρσάμης, ο  Ρεομίθρης και ο Ατιζύης, αρχηγοί του ιππικού στο Γρανικό· ακόμη, ο Σαυάκης, σατράπης της Αιγύπτου και ο Βουβάκης, Πέρσης αξιωματούχος. Από τους υπόλοιπους σκοτώθηκαν εκατό χιλιάδες περίπου πεζοί και περισσότεροι από δέκα χιλιάδες ιππείς. Λέει μάλιστα ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, που ακολουθούσε τότε τον Αλέξανδρο, ότι οι διώκτες του Δαρείου συνάντησαν ένα φαράγγι και το πέρασαν πατώντας πάνω στα πτώματα. Το στρατόπεδο του Δαρείου καταλήφθηκε αμέσως με έφοδο και αιχμαλωτίστηκαν η μητέρα του, η γυναίκα του, που ήταν και αδελφή του, ο μικρός γιος του, δύο κόρες του και λίγες ευγενείς Περσίδες της ακολουθίας. Διότι οι άλλοι Πέρσες είχαν στείλει τις γυναίκες τους και τα υπάρχοντά τους στη Δαμασκό. Και ο Δαρείος όμως είχε στείλει στη Δαμασκό τα περισσότερα χρήματα του και ότι άλλο παίρνει μαζί του ένας βασιλιάς, για να ζει πλουσιοπάροχα στις εκστρατείες του. Έτσι στο στρατόπεδο δε βρέθηκαν παραπάνω από τρεις χιλιάδες τάλαντα. Τα χρήματα που βρίσκονταν στη Δαμασκό τα πήρε λίγο μετά ο Παρμενίων, που πήγε εκεί γι’ αυτόν τον σκοπό. Έτσι τέλειωσε αυτή η μάχη, τον μήνα Μαιμακτηριώνα, όταν στην Αθήνα ήταν επώνυμος άρχων ο Νικοκράτης.

Η επόμενη μέρα

Την επόμενη μέρα, ο Αλέξανδρος παρά τον τραυματισμό του στο μηρό από ξίφος, επισκέφτηκε τους πληγωμένους και αφού συγκέντρωσε κήδεψε μεγαλόπρεπα τους νεκρούς, παρατάσσοντας όλη τη φάλαγγα με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο που την οδηγούσε στον πόλεμο. Αυτούς που διαπίστωσε προσωπικά ότι διέπρεψαν στη μάχη, η που υπήρχε ομοφωνία για τα κατορθώματα τους, τους τίμησε με τα λόγια του και με δωρεές ανάλογες με την αξία τους. Όρισε σατράπη της Κιλικίας τον Βάλακρο, τον γιο του Νικάνορα, έναν από τους βασιλικούς σωματοφύλακες. Στη θέση του, στους σωματοφύλακες, τοποθέτησε το Μένητα, το γιο του Διονύσιου. Αρχηγό του τάγματος του Πτολεμαίου, του γιου του Σέλευκου, που σκοτώθηκε στη μάχη, όρισε τον Πολυπέρχοντα, το γιο του Σιμμία. Στους κατοίκους των Σόλων, από τον φόρο που είχε επιβάλει, χάρισε τα πενήντα τάλαντα που δεν του είχαν δώσει ακόμα και επέστρεψε τους ομήρους.

Η οικογένεια του Δαρείου ενώπιον του Αλεξάνδρου - πίνακας του Paolo Veronese 1570Φρόντισε ακόμη τη μητέρα, τη γυναίκα και τα παιδιά του Δαρείου. Μερικοί από αυτούς που έγραψαν την ιστορία του Αλέξανδρου λένε ότι την ίδια τη νύχτα που γύρισε από την καταδίωξη του Δαρείου, κατευθύνθηκε προς τη σκηνή του Δαρείου, που επρόκειτο να χρησιμοποιήσει ο ίδιος. Εκεί κοντά λοιπόν άκουσε γυναικεία κλάματα και ανάλογο θόρυβο· ρώτησε να μάθει ποιες είναι αυτές οι γυναίκες και για ποιο λόγο είχαν καταλύσει τόσο κοντά. Κάποιος του απάντησε: «Βασιλιά, είναι η μάνα, η γυναίκα και τα παιδιά του Δαρείου. Έμαθαν ότι έχεις το τόξο του και τον βασιλικό κάνδυ κι ότι έρχεται πίσω η ασπίδα του και θρηνούν, επειδή νομίζουν πως ο Δαρείος πέθανε». Όταν άκουσε αυτά ο Αλέξανδρος, έστειλε έναν εταίρο, τον Λεοννάτο, με την εντολή να τους πει ότι ο Δαρείος ζει και ότι στη φυγή του παράτησε τα όπλα και τον κάνδυ πάνω στο άρμα κι ότι μόνο αυτά τα αντικείμενα κατέχει ο Αλέξανδρος. Ο Λεοννάτος πήγε στη σκηνή, είπε τι συνέβη με το Δαρείο και ακόμη ότι ο Αλέξανδρος θα τους αποδώσει όλες τις βασιλικές τιμές και θα τις προσφωνεί βασίλισσες· αυτό διότι δεν πολεμά προσωπικά κατά του Δαρείου, αλλά σύμφωνα με τους νόμους για την κυριαρχία της Ασίας. Αυτά λένε ο Πτολεμαίος και ο Αριστόβουλος. Λέγεται ακόμη και κάτι άλλο· την επόμενη μέρα, ο ίδιος ο Αλέξανδρος μπήκε στη σκηνή, έχοντας μόνη συντροφιά τον εταίρο Ηφαιστίωνα. Η μάνα του Δαρείου δεν κατάλαβε ποιος από τους δύο είναι ο βασιλιάς, διότι ήταν ντυμένοι με τον ίδιο τρόπο. Προχώρησε λοιπόν και προσκύνησε τον Ηφαιστίωνα, που της φάνηκε πιο μεγαλοπρεπής. Ο Ηφαιστίωνας όμως έκανε πίσω και κάποιος από το περιβάλλον της έδειξε τον Αλέξανδρο λέγοντάς της ποιος είναι. Αυτή ντράπηκε για το λάθος της και υποχώρησε. Τότε ο Αλέξανδρος της είπε ότι δεν κάνει λάθος, διότι κι εκείνος είναι Αλέξανδρος. Εγώ αναφέρω απλά το γεγονός, ούτε ως αληθινό ούτε όμως και ως εντελώς ψεύτικο. Αλλά αν έγιναν έτσι τα πράγματα, επαινώ τον Αλέξανδρο που λυπήθηκε τις γυναίκες και έδειξε τέτοια εμπιστοσύνη και εκτίμηση στο φίλο του. Μπορεί όμως απλά οι συγγραφείς να έκριναν ότι ο Αλέξανδρος μπορούσε να μιλήσει και να συμπεριφερθεί έτσι. Ακόμη κι αν είναι έτσι τα πράγματα και πάλι τον επαινώ.

O Δαρείος ξέφυγε μέσα στη νύχτα, με λίγους από την ακολουθία του. Ξόδεψε την ημέρα στο να συγκεντρώσει τους Πέρσες και τους ξένους μισθοφόρους που σώθηκαν από τη μάχη. Μάζεψε γύρω στους τέσσερις χιλιάδες και μ’ αυτούς κινήθηκε γρήγορα προς την πόλη Θάψακο και τον ποταμό Ευφράτη. Βιαζόταν να βάλει το ποτάμι ανάμεσα στον εαυτό του και στον Αλέξανδρο. Ο Αμύντας, ο γιος του Αντιόχου, ο Θυμώνδας, ο γιος του Μέντορα, ο Αριστομήδης από τις Φερές, ο Βιάνορας από την Ακαρνανία, όλοι αυτόμολοι, μαζί με τους στρατιώτες τους (οκτώ χιλιάδες άνθρωποι περίπου έτσι όπως ήταν παρατεταγμένοι, κατέβηκαν από τα βουνά και έφτασαν στην Τρίπολη της Φοινίκης. Εκεί από τα πλοία με τα οποία έφτασαν από τη Λέσβο και είχαν τώρα τραβηχτεί στη στεριά, άρπαξαν όσα πίστευαν ότι αρκούσαν για τη μεταφορά τους. Τα έριξαν στο νερό, έκαψαν τα υπόλοιπα στους ναύσταθμους, για να μη διευκολύνουν την καταδίωξή τους και κατέφυγαν στην Κύπρο και, από κει, στην Αίγυπτο. Εκεί λίγο αργότερα, κάτι σκάρωσε ο Αμύντας και τον σκότωσαν οι ντόπιοι. Ο Φαρνάβαζος και ο Αυτοφραδάτης περίμεναν από πριν στη Χίο. Τοποθέτησαν φρουρά στο νησί, έστειλαν μερικά πλοία στην Κω και στην Αλικαρνασσό και οι ίδιοι με τα εκατό πιο καλοτάξιδα πήγαν στη Σίφνο. Εκεί, πήγε και τους βρήκε ο βασιλιάς της Σπάρτης, ο Άγης, πάνω σε μία τριήρη. Του ζήτησε χρήματα για να κάνει πόλεμο και απαίτησε να του στείλουν στην Πελοπόννησο όσο περισσότερο στρατό και ναυτικό μπορούσαν. Εκείνη τη στιγμή, τους ήρθε η είδηση για τη μάχη στην Ισσό. Έμειναν έκπληκτοι από την αναγγελία. Ο Φαρνάβαζος με δώδεκα τριήρεις και χίλιους πεντακόσιους ξένους μισθοφόρους πήγε στη Χίο, διότι φοβόταν μήπως με την αναγγελία της ήττας επαναστατήσουν οι Χιώτες. Ο Άγης πήρε από τον Αυτοφραδάτη τριάντα ασημένια τάλαντα και δέκα τριήρεις. Ανέθεσε στον Ιππία να τις οδηγήσει στον αδελφό του, τον Αγησίλαο, στο Ταίναρο. Τον διέταξε να πει στον Αγησίλαο να δώσει στους ναύτες ολόκληρο τον μισθό τους και να πάει το συντομότερο δυνατό στην Κρήτη, για να διευθετήσει τα πράγματα εκεί. Αυτός παρέμεινε κατ’ αρχήν στα νησιά και αργότερα πήγε στον Αυτοφραδάτη στην Αλικαρνασσό. Ο Αλέξανδρος όρισε σατράπη της κοίλης Συρίας τον Μένωνα, τον γιο του Κερδίμμα και του έδωσε για φρουρά της χώρας το συμμαχικό ιππικό. Ο ίδιος πήγε στη Φοινίκη. Στο δρόμο τον συνάντησε ο Στράτωνας, ο γιος του Γηροστράτου, του βασιλιά των Αραδίων και της γειτονικής τους περιοχής. Ο Γηρόστρατος ακολουθούσε τον πλου του Αυτοφραδάτη, όπως και οι άλλοι βασιλείς των Κυπρίων και των Φοινίκων. Ο Στράτωνας όμως, όταν συνάντησε τον Αλέξανδρο, τον στεφάνωσε με χρυσό στεφάνι και του παρέδωσε το νησί της Αράδου, την πλούσια και ευτυχισμένη πόλη Μάραθο, χτισμένη στη στεριά απέναντι από την Άραδο, τη Σιγώνα, την πόλη Μαριάμμη και τις υπόλοιπες περιοχές που διοικούσε.

Πηγές

1. http://www.hellinon.net/

2. Αρριανός «Αλεξάνδρου Ανάβασις βιβλίο Β’» απόδοση στα νεοελληνικά από το βιβλίο “Οι Έλληνες” των εκδόσεων Οδυσσέα Χατζόπουλου.

http://chilonas.com/2013/02/17/%CE%B7-%CE%BC%CE%AC%CF%87%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%BF%CF%8D-333-%CF%80-%CF%87/

Amphipolis.gr | Εξιχνιάζοντας το Έγκλημα στην Αρχαία Αμφίπολη

Στυγερό έγκλημα στην Αρχαία Αμφίπολη! Πέντε κορμιά βουτηγμένα στο αίμα και ένας ύποπτος συνθέτουν το παζλ των αποτρόπαιων δολοφονιών. Όμως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται ή όπως οι αληθινοί δράστες θα ήθελαν να φανεί…  

Τα άψυχα κορμιά φέρουν πάνω τους τα στοιχεία που «μαρτυρούν» τους αυτουργούς. Αυτός που αναλαμβάνει να ξετυλίξει το νήμα της υπόθεσης δεν είναι άλλος από τον Αλέξανδρο τον Αθηναίο…  Ο ήρωας του Θάνου Κονδύλη στην δεύτερη του περιπέτεια καθηλώνει τον αναγνώστη μέχρι και την τελευταία σελίδα. Με τις κινήσεις του σπάει την ομερτά της βίλας και αποκαλύπτει μια πολύκροτη υπόθεση που οι δολοφονίες αποτελούσαν την κορυφή του παγόβουνου. Ο συγγραφέας του «Έγκλημα στην Αρχαία Αμφίπολη» Θάνος Κονδύλης «ανακρίνεται» από το Πινάκιο για το νέο του συνταρακτικό βιβλίο και απαντά με ευθύτητα στα ερωτήματα που του θέτουμε. Απολαύστε την συνέντευξη που ακολουθεί αλλά να διαβάσετε και το βιβλίο το οποίο θα σας κερδίσει από την πρώτη στιγμή… «Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και τίποτα δεν είναι πιο σκληρό από την αλήθεια». «Έγκλημα στην Αρχαία Αμφίπολη», ένα βιβλίο που δουλεύατε πολύ καιρό.  Γιατί το έργο σας αυτό έχετε αποσπάσει πολλές θετικές κριτικές και απόψεις. Θεωρείτε πως είναι από τις αιχμές του δόρατος της συγγραφικής σας πορείας;

«Είναι από τα πιο σημαντικά βιβλία μου με ιστορικό περιεχόμενο. Μου χρειάστηκε έρευνα τριών μηνών στις βιβλιοθήκες και περίπου επτά μήνες για να το ολοκληρώσω. Η ιστορία της αρχαίας Ελλάδας σε κάθε επίπεδο περνάει μέσα σε αυτές τις σελίδες. Λοιπόν όχι τυχαία έχει ασχοληθεί το κοινό που αγαπάει την ελληνική ιστορία και τα ποιοτικά αναγνώσματα. Πιστεύω ότι έλειπε ένα τέτοιο βιβλίο από την ελληνική αγορά του μυθιστορήματος και γι΄ αυτό το έγραψα».

Είναι η δεύτερη περιπέτεια του Αλεξάνδρου του Αθηναίου,  γιατί λοιπόν η δράση αυτή την φορά μεταφέρθηκε και εκτυλίχθηκε στην Αρχαία Αμφίπολη;

«Το ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΜΦΙΠΟΛΗ είναι η δεύτερη περιπέτεια του Αλεξάνδρου Αθηναίου, δικαστή που τώρα καταφτάνει στην Αμφίπολη, αποικία των Αθηναίων στη Μακεδονία τον 5ο αιώνα π. Χ. Η πόλη αυτή δεν ήταν καθόλου τυχαία για την Αθήνα. Ουσιαστικά ήταν μια, κατά το δυνατόν, πόλη – αντίγραφο της μητρόπολης και άρα ισάξιά της. Με αυτό το μυθιστόρημα, πλην των άλλων, θέλω να δείξω στον αναγνώστη την ιμπεριαλιστική πολιτική της μεγάλης δύναμης της αρχαιότητας, της Αθήνας, η οποία εν πολλοίς δρούσε στον αρχαίο κόσμο όπως σήμερα η Αμερική. Δεν είχα καλύτερη επιλογή από την αρχαία Αμφίπολη. Πάντα πίστευα ότι το παρελθόν μπορεί να μας διδάξει πολλαπλά και γι΄ αυτό επέλεξα την Αμφίπολη για κέντρο του μυθιστορήματος μου».

 «Μια στο τόσο οι άρχοντες δεν είναι κακό να ερχόμαστε σε επαφή με τον κόσμο. Να αφουγκραζόμαστε τις ανάγκες του. Πιστεύω μάλιστα πως αυτό είναι επιτακτικό…» Αυτό συμβαίνει στην δικιά μας σύγχρονη πολιτική κοινωνία;

«Μάλλον όχι. Οι άρχοντες, όποιοι και να είναι αυτοί, σήμερα ασχολούνται ελάχιστα με τον κόσμο. Εκτός κι αν είναι περίοδος εκλογών οπότε και επαιτούν την ψήφο του τάζοντας «λαγούς με πετραχήλια» όπως λέει η παροιμία. Αντίθετα με την αρχαία Ελλάδα όπου οι πολιτικοί κυκλοφορούσαν ανάμεσα στο λαό, ήταν ένας πολίτης ανάμεσα στους πολίτες, τίποτε περισσότερο και τίποτα λιγότερο».

«Η κοπέλα έφυγε αφήνοντας πίσω της ένα χαμόγελο που υποσχόταν πολλά. Ξαναγύρισα κατά τη θάλασσα. Έκλεισα τα μάτια μου και αφέθηκα να ακούω το κάλεσμα». Γυναίκα και θάλασσα σε ένα ενσταντανέ… Εκείνη την στιγμή κυρίευσαν τον Αλέξανδρο τον Αθηναίο και τα δύο δημιουργώντας του «πύρινες σκέψεις». Τελικά η πυρ, η γυνή και η θάλασσα είναι αναπόσπαστα κομμάτια της ζωής μας;

«Για το πυρ και τη θάλασσα δεν ξέρω. Αναπόφευκτα όμως – και προσωπικώς θα έλεγα, ειδικά για τις γυναίκες… ΕΥΤΥΧΩΣ που υπάρχουν ανάμεσά μας! Για σκεφτείτε, τι θα ήταν μια ζωή χωρίς το θηλυκό; Τίποτα. Ο κόσμος δεν θα προχωρούσε. Η ζωή του άντρα εξαρτάται από τη γυναίκα πολλαπλώς, και δεν εννοώ μόνον ερωτικά. Το θήλυ είναι ουσιαστικά η πεμπτουσία της ύπαρξης αυτού του κόσμου, από κάθε άποψη.  Εδώ θα πω και κάτι άλλο. Μην ξεχνάτε ότι πριν από αυτό που ονομάζουμε «ιστορικοί χρόνοι», η γυναικά, η μορφή της, ήταν η κυρίαρχη σε όλο τον κόσμο. Ειδικά στην προϊστορική εποχή ήταν και ο μοναδικός «Θεός» που τιμώνταν από τους ανθρώπους. Η μετάβαση των κοινωνιών σε ένα νέο επίπεδο κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρονών έφερε την πλήρη ανατροπή με κυρίαρχους πλέον τους άρρενες, ακόμα και σε επίπεδο… θεών, ότι και να σημαίνει αυτό!».

«Αν ήταν νησί θα έλεγα ότι βρισκόμουν στα νησιά των Μακάρων, όπου πηγαίνουν οι ψυχές των ενάρετων ανθρώπων και των «όλβιων ηρώων»…που λέει και ο ποιητής Ησίοδος. Εμείς πια σήμερα έχουμε ξεχάσει με την ζωή που κάνουμε να αναζητούμε αυτά τα νησιά;

«Δυστυχώς οι σημερινοί άνθρωποι δεν ασχολούνται με ιδέες αλλά μόνο με πράγματα. Με άλλα λόγια δεν τους ενδιαφέρει το ιδεατό και το ιδανικό παρά μόνον αυτό που βλέπουν τα μάτια τους και αυτό που πιάνουν τα χέρια τους. Πιστεύω ότι αυτό είναι ο μεγαλύτερος υποβιβασμός του πολιτισμού μας σε σχέση με τον πολιτισμό που είχε αναπτύξει η αρχαία Ελλάδα και ο οποίος σε μεγάλο βαθμό στηριζόταν στις ιδέες, στον μη υλικό κόσμο, αλλά χωρίς να υποβιβάζεται και ο κόσμος των πραγμάτων και των αισθήσεων. Θεωρώ ότι τότε υπήρχε μια ισορροπία που σήμερα έχει χαθεί».

«Οι τοκογλύφοι είναι οι χειρότεροι εχθροί του πολίτη και της δημοκρατίας σε συλλογικό επίπεδο», είπε ο Αλέξανδρος ο Αθηναίος αναφερόμενος στον Χρύσανθο. Αλήθεια τι θα έλεγε αν ζούσε σήμερα που ολόκληρος ο πλανήτης είναι δέσμιος μιας παρέας τοκογλύφων;

«Απλά θα επιβεβαίωνε στωικά την άποψή του. Σε γενικές γραμμές ο κόσμος της αρχαίας Ελλάδας δεν διέφερε και πολύ από το σημερινό κόσμο. Ο Αλέξανδρος ήταν ένας πραγματιστής της εποχής του. Είχε τα μάτια του ανοιχτά και λόγω επαγγέλματος αφουγκραζόταν περισσότερο από τον καθένα την εποχή του. Λοιπόν δεν νομίζω ότι θα αισθανόταν και ιδιαίτερη έκπληξη αν ζούσε σήμερα».

Θα μπορούσε ο Αεροπαγίτης να κρατήσει τα στοιχεία που του εμφανίστηκαν στην αρχή και να έκλεινε την υπόθεση σε βάρος του Χρύσανθου. Ωστόσο έκανε διεξοδικές έρευνες και κομμάτι – κομμάτι συμπλήρωσε το παζλ της πολλαπλής δολοφονίας. Ο ρόλος του δικαστή αποδεικνύεται σημαντικός για την ζωή των ανθρώπων όπως αντίστοιχα του γιατρού. Η πίστη στην απονομή της δικαιοσύνης οπλίζει με υπομονή και πίστη τους ανθρώπους μέχρι τις ημέρες μας;

«Νομίζω, αυτά τα δυο στοιχεία αποτελούν καταφύγιο κάθε ανθρώπου που πιστεύει στο θείον και στο ότι η δικαιοσύνη είναι τελική μια έκφρασή του. Ειδικά στις μέρες μας που η ανομία είναι σχεδόν καθεστώς, η δικαιοσύνη αποτελεί πραγματικά πυλώνα σταθερότητας της κοινωνίας μας».

Πόσο σημαντικές ήταν οι γνωματεύσεις του ιατροδικαστή στη διαλεύκανση του εγκλήματος;

«Η ιατρική ήταν από τις σπουδαιότερες επιστήμες που άνθισαν στη χώρα μας ήδη από την αρχαιότητα. Λοιπόν δεν θα μπορούσα να μην την αναφέρω. Μαζί και η φιλοσοφία και τα μαθηματικά. ΣτοΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΜΦΙΠΟΛΗ η ιατρική και ο εκπρόσωπός της, ο φίλος του δικαστή Αλεξάνδρου όντως κατέχουν σημαντική θέση».

Ένα πρόσωπο του «πάτου» της κοινωνίας ήταν αυτό του οποίου η μαρτυρία ουσιαστικά διασταύρωσε της εικασίες του Αεροπαγίτη. Αυτό δείχνει πως πρέπει να σεβόμαστε όποιον είναι δίπλα μας όσο «ψηλά» και «χαμηλά» και αν είναι;

«Η μαρτυρία αυτού του προσώπου ήταν όντως βοηθητική. Αλλά σε τίποτα δεν θα μπορούσε να βοηθήσει από μόνη της τον Αλέξανδρο. Ουσιαστικά ένα νόημα και μια ιδέα που περνώ στο κείμενο είναι ότι η λογική έχει πολλές πτυχές και ο συνδυασμός τους και μόνον αυτός οδηγεί στην λύση ή αν θέλετε στη λύτρωση».

«Θυμήθηκα το ρητό που αποδίδεται στον γνωστό Χείλωνα τον Λακεδαιμόνιο, τα «Μηδέν Άγαν»…» Η υπερβολή βλάπτει ωστόσο δεν φαίνεται από την ιστορία μας αλλά και από το DNA μας πως είμαστε λαός που δεν έχει καθόλου μέτρο;

«Πολύ σωστά. Και αυτό είναι ένα από τα βασικά νοήματα της ιστορίας που θα διαβάσετε. Η υπερβολή πάντα βλάπτει – ακόμα και στο επίπεδο της αγάπης – και ποτέ δεν ωφελεί. Δυστυχώς οι Έλληνες είμαστε, θεωρώ, λαός της υπερβολής και πολλές φορές πιστεύουμε ότι μπορούμε να κάνουμε πράγματα που υπερβαίνουν τις δυνάμεις μας».

Ο Κτησιφώντας ο αρχιτέκτων είναι το «κλειδί» του παρελθόντος με το σήμερα;]

«Πολύ σωστά. Σε αυτό ειδικά το μέρος του βιβλίου θα διαβάσει ο αναγνώστης τη μυθιστορηματική εκδοχή για το πώς ενδεχομένως ξεκίνησε η οικοδόμηση του σημερινού τύμβου στην Αμφίπολη και θα λάβει πληροφορίες για τον τρόπο που οι αρχαίοι τιμούσαν τους νεκρούς τους. Θα εκπλαγεί ευχάριστα»! 

Γιατί κάποιος να επιλέξει το συγκεκριμένο βιβλίο τώρα το καλοκαίρι ανάμεσα στους δεκάδες τίτλους που κυκλοφορούν;

«Το ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΜΦΙΠΟΛΗ είναι ένα βιβλίο που αποπνέει Ελλάδα από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα. Γιατί κάποιος να επιλέξει ένα βιβλίο που είναι άσχετο με την όμορφη Ελλάδα μας; Γιατί κάποιος να μην διαβάσει ένα καλό ιστορικό μυθιστόρημα που πέρα από την τέρψη να μην μάθει και πέντε πράγματα για την ιστορία της όμορφης χώρα μας; Τούτο είναι ένα βιβλίο που μας δίνει όλα αυτά και πολλά περισσότερα. Αγωνία, απαντήσεις σε ερωτήματα για την ανθρώπινη φύση, για τον τρόπο σκέψεις των προγόνων μας, για την ίδια τη ζωή».

Τέλος, «Έγκλημα στην Αρχαία Αμφίπολη» ποια είναι η δικιά σας άποψη πάνω στις ανακαλύψεις που έγιναν πέρυσι και αν πιστεύετε πως η Αμφίπολη είναι σημαντικό κοίτασμα του πολιτισμού και της αρχαίας Ιστορίας και γιατί;

«Πράγματι η Αρχαία Αμφίπολη είναι ένα κοίτασμα πολιτισμού για όλη την Ελλάδα και τον κόσμο γενικότερα. Προσωπική μου άποψη είναι ότι έχουμε πολλά ακόμα να δούμε και να μάθουμε από τον τύμβο της Αμφίπολης. Επίσης πιστεύω ότι χρησιμοποιήθηκε διαχρονικά από τους προγόνους μας, εξού και τα υπολείμματα από πέντε σκελετούς. Αλλά ας έχουμε λίγη υπομονή, μέχρι να έρθουν οι επίσημες ανακοινώσεις από τους αρχαιολόγους σχετικά με τον τύμβο, οπότε κι θα λυθούν πολλές απορίες μας».


Λίγα λόγια για το βιβλίο

432 π.Χ. Ο Αλέξανδρος ο Αθηναίος, αριστοκράτης και ανώτατος δικαστικός, μεταβαίνει στην Αμφίπολη με εντολή να ελέγξει τη λειτουργία του δικαστικού συστήματος της νέας αποικίας των Αθηναίων στη Μακεδονία.

Κάποια μέρα δέχεται πρόσκληση από έναν φίλο του να παραστεί σε διήμερο συμπόσιο σε μια τεράστια βίλα έξω από την πόλη. Εκεί θα γνωρίσει πολλούς ανθρώπους και μια όμορφη δούλα, την Ευμορφία, που θα τον ερωτευτεί. Για δυο μέρες θα αφεθεί στη διασκέδαση και στον έρωτα, όμως την επομένη θα τον ξυπνήσουν ουρλιαχτά απελπισίας και κραυγές πόνου. Θα σπεύσει και θα βρεθεί μπροστά στα πτώματα κάποιων συνδαιτυμόνων του. Αμέσως θα ξεκινήσει εντατικές έρευνες και ανακρίσεις.

Πολύ γρήγορα θα συνειδητοποιήσει ότι αρκετοί είχαν σοβαρότατα κίνητρα για να διαπράξουν φόνο και να επωφεληθούν με διάφορους τρόπους. Αυτό όμως που ο Αλέξανδρος δεν υποπτεύεται είναι ότι ο δολοφόνος τον παρακολουθεί συνεχώς και, παραδόξως, οδηγεί τα βήματά του. Προς τα πού άραγε; Στον θάνατό του;

Η αρχαία Αμφίπολη ξαναζεί μέσα στις σελίδες αυτής της ιστορίας μυστηρίου και έρωτα με καταιγιστικούς ρυθμούς δράσης και απρόβλεπτες εξελίξεις.

 

Δύο λόγια και από τον συγγραφέα

«Το βιβλίο τούτο κυριολεκτικά αναπνέει στους ρυθμούς και τους ήχους της αρχαίας Ελλάδας. Στις σελίδες του αναδύεται από το παρελθόν η Αρχαία Αμφίπολη τυλιγμένη στην αχλή του μυστηρίου που έπλεξα ως μυθιστοριογράφος, θέλοντας έτσι με τον δικό μου τρόπο να αναβιώσω την ιστορία της και να την παρουσιάσω στον σύγχρονο Έλληνα αναγνώστη ως μία θαυμαστή ψηφίδα του αρχαίου ελληνικού κόσμου»

«Το βιβλίο τούτο κυριολεκτικά αναπνέει στους ρυθμούς και τους ήχους της αρχαίας Ελλάδας. Στις σελίδες του αναδύεται από το παρελθόν η Αρχαία Αμφίπολη τυλιγμένη στην αχλή του μυστηρίου που έπλεξα ως μυθιστοριογράφος, θέλοντας έτσι με τον δικό μου τρόπο να αναβιώσω την ιστορία της και να την παρουσιάσω στον σύγχρονο Έλληνα αναγνώστη ως μία θαυμαστή ψηφίδα του αρχαίου ελληνικού κόσμου»

Συνέντευξη στον Λευτέρη Χ. Θεοδωρακόπουλο και στο Πινάκιο

Amphipolis.gr | Αμφίπολη: Ξετυλίγοντας το κουβάρι της ιστορίας

Αμφίπολη: Ξετυλίγοντας το κουβάρι της ιστορίας

Μια πόλη της βόρειας Ελλάδας με πλούσια ιστορία και υπόβαθρο μονοπώλησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης το 2014 με μια τεράστια ανακάλυψη… και έναν τάφο που ψάχνει τον ένοικό του.

Η Αμφίπολη εκτός από μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Μακεδονίας κατά την αρχαιότητα, αποτέλεσε κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ένα ιδιαίτερο αστικό κέντρο της περιοχής, ήταν έδρα της διοικητικής περιφέρειας “Μακεδόνων Πρώτης” καθώς και έδρα επισκόπου κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους.

Τα πρώτα ευρήματα που συνδέουν την Αμφίπολη με τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους και την καθιστούν ένα αξιόλογο θρησκευτικό κέντρο της εποχής, έφερε στο φως με τις ανασκαφές του, το 1961, ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης.

 

“Αλλ’ όμως το πλέον αξιόλογον κτήριον ήτο ναός παλαιοχριστιανικών χρόνων, αποκαλυφθείς εις την θέσιν ‘Μπεζεστένι’ και εντός του αγρού του Ιωσήφ Ευθυμιάδη, ανατολικώς της αποκαλυφθείσης εν έτει 1961 κιονοστοιχίας. Έκπληξιν προκαλεί το γεγονός ότι τέσσαρες παλαιοχριστιανικαί βασιλικαί είχον οικοδομηθεί εις τόσον μικράν απόστασιν η μία από της άλλης. Της Βασιλικής Δ μικρόν μόνον μέρος απεκαλύφθη, ήτοι η ανατολική πλευρά εξωτερικώς και μέρος μόνον της βορείας και της νοτίας πλευράς της. Διεπιστώθη ότι πρόκειται περί τρικλίτου βασιλικής πλάτους 19,85 και διαμέτρου κόγχης 6,75 μ. Η νότια πλευρά απεκαλύφθη επί μήκους 14,38 μ. η δε βόρεια επί μήκους 11,20 μ. Οι εξωτερικοί τοίχοι της βασιλικής έχουν πάχος 0,80 μ. – 0,85 μ., ο τοίχος της κόγχης 1 μέτρον και ο στυλοβάτης 0,78 μ. Διεπιστώθη διά δοκιμαστικής τάφρου γενόμενης εις το κεντρικόν κλίτος, ότι η βασιλική είχε πλακόστρωτον δάπεδον…”, αναφέρει ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης στα «Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, στο απόσπασμα του έτους 1964 με θέμα: «Ανασκαφαί και έρευναι εις Αμφίπολη».

Γραπτές μαρτυρίες αποκαλύπτουν πως αποτέλεσε σημείο στάσης του Απόστολου Παύλου, που πηγαίνοντας για τη Θεσσαλονίκη, πέρασε από την Αμφίπολη και κήρυξε τον Χριστιανισμό στην περιοχή. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι στα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ, γύρω στο 50 μ.Χ., ο Απόστολος Παύλος κατά την πορεία του από τους Φιλίππους στη Θεσσαλονίκη, πέρασε από την Αμφίπολη. Σύμφωνα μάλιστα με προφορικές μαρτυρίες, ο Απόστολος Παύλος το έτος 49 μ.Χ., μαζί με τους τρεις συνοδούς του τον Σίλα τον Τιμόθεο και τον Λουκά καθώς πήγαινε από τους Φιλίππους στην Αμφίπολη, σταμάτησε στο χωριό Ροδολίβος της Αμφίπολης, μετά το αποκαλυπτικό όραμα που είδε ένα βράδυ όταν βρισκόταν στην Τρωάδα, στην ασιατική πλευρά του Ελλήσποντου, εκεί που ήταν χτισμένη η αρχαία πόλη της Τροίας.

Σύμφωνα με το όραμα, όπως αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη στο βιβλίο των Πράξεων των Αγίων Αποστόλων, που έγραψε ο ευαγγελιστής Λουκάς, ιατρός και συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου αναφέρεται συγκεκριμένα: και στον Παύλο φάνηκε κατά τη νύχτα ένα όραμα “Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Μακεδονία και βοήθησέ μας”.

Η χριστιανική Αμφίπολη βρίσκεται στον ίδιο αρχαιολογικό χώρο στην θέση της αρχαίας ακρόπολης. Με το τέλος του αρχαίου κόσμου, η μεταφορά της πρωτεύουσας του ρωμαϊκού κράτους στην Κωνσταντινούπολη και η καθιέρωση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του, ευνόησαν μια νέα περίοδο άνθισης της Αμφίπολης ως τόπο χριστιανικού προσκυνήματος.

“Κατά την έρευναν ταύτην ανευρέθησαν τμήματα θωρακίων με απλήν διακόσμησιν σταυρών και διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη ήτοι τμήματα κιόνων και κιοκράνων με διακόσμησιν φύλλων μαλακής ακάνθης και σταυρού εις το μέσον. Εις τα χώματα της επιχώσεως περισυνελέγησαν ψηφίδες και τμήματα εκ της καταστραφείσης μωσαϊκής διακοσμήσεως των τοιχών της βασιλικής” αναφέρει στα απομνημονεύματά του, ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης.

Κατά τον 6ο μεταχριστιανικό αιώνα στη θέση των ειδωλολατρικών ιερών της αρχαίας ακρόπολης, υψώνονταν πλέον οι μνημειακοί ναοί της νέας θρησκείας. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν τέσσερις τρίκλιτες βασιλικές του 5ου και 6ου αιώνα μ.Χ. με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα. Το εντυπωσιακότερο βυζαντινό μνημείο του χώρου είναι ο περίκεντρος εξαγωνικός ναός του 6ου αιώνα, ένας από τους λίγους παλαιοχριστιανικούς περίκεντρους ναούς στον ελλαδικό χώρο. Την ακμή της πόλης στους παλαιοχριστιανικούς χρόνους βεβαιώνουν και άλλα ευρήματα, όπως επιγραφές, ανάγλυφα, επιτύμβιες στήλες, αγγεία, νομίσματα και έργα μικροτεχνίας. Στην περιοχή ανακαλύφθηκαν μιλιάρια (miliaria), οδοδείκτες, στους οποίους σημειώνεται η απόσταση σε μίλια από τον προηγούμενο σταθμό της οδού. Σε αυτούς αναγράφονταν επίσης το όνομα του κατασκευαστή της Εγνατίας και αργότερα των ανακαινιστών της.

Παρά τη συρρίκνωσή της σε σχέση με την αρχαία πόλη, η Αμφίπολη των παλαιοχριστιανικών χρόνων εκτεινόταν και εκτός των οχυρωματικών της τειχών. Το μέγεθος και η λαμπρότητα των θρησκευτικών κτιρίων μαρτυρούν το δυναμισμό της παλαιοχριστιανικής πόλης.

Ο λοιμός, του 6ου αιώνα και οι μετακινήσεις Σλαβικών πληθυσμών στην συνέχεια, οδήγησαν στη σταδιακή υποβάθμιση της πόλης και τελικά επέφεραν την διάλυσή της ως αστικού κέντρου. Σύμφωνα με την αρχαιολόγο Σταυρούλα Δαδάκη, παρατηρείται καταστροφή των μνημείων της και συρρίκνωση της πόλης, φαινόμενο που εντοπίζεται σε όλα τα παλαιοχριστιανικά αστικά κέντρα της μεσογειακής λεκάνης και αντανακλά την κρίσιμη περίοδο που διέρχεται η βυζαντινή αυτοκρατορία την εποχή αυτή. Η απουσία της Αμφίπολης από τις πηγές από τα τέλη του 7ου αιώνα και μετά (τελευταία μνεία της επισκοπής Αμφιπόλεως γίνεται το 692 μ.Χ.), υποδηλώνει τη ραγδαία παρακμή και εγκατάλειψή της. Μετά τον 9ο αιώνα, ο οικιστικός πυρήνας μετατοπίσθηκε στις εκβολές του Στρυμόνα, όπου αναπτύχθηκε μια πόλη-λιμάνι, κατά τα πρότυπα των μεσοβυζαντινών πόλεων-κάστρων, γνωστή με το όνομα Χρυσούπολις και με διάρκεια ζωής ως τον 16ο αιώνα. Στην περιοχή του Δέλτα του Στρυμόνα βρίσκονται διάσπαρτα κτίσματα των βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων, τα οποία σχετίζονται είτε με μετόχια του Αγίου Όρους είτε με το λιμάνι της Χρυσούπολης και τους δρόμους που οδηγούσαν από τα παράλια στην ενδοχώρα.

Πάνω στα ερείπια της ιστορικής Αμφίπολης δημιουργήθηκε ένας μικρός οικισμός, το Μαρμάριον, ο οποίος εντοπίζεται βορείως του σημερινού χωριού, έξω από την τειχισμένη αρχαία πόλη και κοντά στη διάβαση του ποταμού Στρυμόνα, γνωστή ως Πόρος του Μαρμαρίου, όπου βρίσκεται και η αρχαία ξύλινη γέφυρα, και εξυπηρετούσε τις ανάγκες στάθμευσης των ταξιδιωτών, που διάβαιναν το Στρυμόνα. Η ζωή στο Μαρμάριο συνεχίστηκε στους μεταβυζαντινούς και πρώιμους οθωμανικούς χρόνους.

Στα μέσα του 14ου αιώνα στην περιοχή της Αμφίπολης δραστηριοποιούνται οι αδελφοί Αλέξιος και Ιωάννης, οι οποίοι ως σύμμαχοι του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου αποσπούν την περιοχή από τους Σέρβους. Στα 1367 ανήγειραν πύργο τον οποίο αφιέρωσαν στη μονή Παντοκράτορος. Ο πύργος υψώνεται στα πρώτα πρανή του λόφου, κοντά στον οικισμό του Μαρμαρίου και σώζεται κατά το ήμισυ. Μαζί με τον πύργο του Χάνδακα στην αντίπερα όχθη, κτήμα της Μονής Ζωγράφου, Ήταν σημεία συγκέντρωσης και διακίνησης της αγροτικής παραγωγής της ενδοχώρας του Στρυμόνα. Το Μαρμάριον ως οικισμός επέζησε ως τους πρώιμους οθωμανικούς χρόνους και στη γέφυρά του έφθαναν τα πλοία που εισέπλεαν το στόμιο του Στρυμόνα. Τελευταία αναφέρεται στα 1547 από τον περιηγητή Belon, ενώ η Χρυσούπολη είχε ήδη παρακμάσει. Το πέρασμα ωστόσο του ποταμού στο σημείο αυτό διατηρήθηκε έως τον 18ο-19ο αιώνα. Από τον 18ο αιώνα ένας νέος οικισμός με το όνομα Νεοχώρι αναπτύχθηκε στην πλαγιά του λόφου και πιο κοντά στα ερείπια της αρχαίας και χριστιανικής Αμφίπολης. Σήμερα ο σύγχρονος οικισμός απλώνεται σε τμήμα της περιτειχισμένης αρχαίας πόλης και βόρεια της παλαιοχριστιανικής.

Η παλαιοχριστιανική Αμφίπολη εντοπίζεται στο μέσον σχεδόν της αρχαίας Αμφίπολης και καταλαμβάνει μικρό τμήμα από την κορυφή του χαμηλού λόφου όπου τοποθετείται η ακρόπολη των κλασικών χρόνων. Ορίζεται από δικό της περίβολο. Ο περίβολος με συνολική περίμετρο 1105 μ. σχηματίζει ακανόνιστο ορθογώνιο με μια προέκταση στη βορειοανατολική γωνία. Η νότια πλευρά συμπίπτει με την πορεία του νοτίου σκέλους της αρχαίας ακρόπολης. Σώζεται σε ύψος που ποικίλει από 0,50 μ. έως 1,50 μ. και πλάτος που κυμαίνεται από 1,65 μ. έως 2,75 μ. Έχει δύο κύριες πύλες στον άξονα βορρά-νότου και τρεις πυλίδες. Ενισχύεται κατά διαστήματα με τετράπλευρους πύργους και έναν κυκλικό στη βορειοανατολική γωνία. Παρουσιάζει επιδιορθώσεις, συμπληρώσεις και ανακτήσεις σε διάφορες εποχές. Γενικά χρονολογείται στον 4ο -6ο αιώνα. Στα τέλη του 6ου – αρχές 7ου αιώνα ένα εγκάρσιο τείχος από βορρά προς νότο με έναν πεντάπλευρο πύργο περιόρισε την πόλη κατά το 1/4.

Οι παλαιοχριστιανικές Βασιλικές της Αμφίπολης

Μέσα στην περιτειχισμένη έκταση ανασκάφτηκαν τέσσερις παλαιοχριστιανικές βασιλικές που συμβατικά έχουν ονομαστεί βασιλικές Α, Β, Γ, Δ, ένα περίκεντρο κτίριο, μια δεξαμενή και τμήματα οικιών. Οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Αμφίπολης είναι μικρά κτίσματα σε σχέση με αυτά των Φιλίππων και Θεσσαλονίκης. Ανήκουν στον τύπο της ξυλόστεγης βασιλικής, τύπος που επικράτησε στην παλαιοχριστιανική εποχή σε όλη τη μεσογειακή λεκάνη. Κοσμούνται όμως με εξαίρετα αρχιτεκτονικά γλυπτά και ψηφιδωτά δάπεδα. Η Βασιλική Α, είναι το πρώτο χριστιανικό κτίριο που εντοπίστηκε, από τον αρχαιολόγο Δημήτρη Λαζαρίδη. Είναι τρίκλιτη με νάρθηκα, εξωνάρθηκα και αίθριο και διάφορα προσκτίσματα. Χωρίζεται σε τρία κλίτη με δύο κιονοστοιχίες από τις οποίες βρέθηκαν αρκετοί κίονες με τα κιόνοκρανά τους. Διατηρείται επίσης η βάση του άμβωνα με αντωπή κλίμακα και ο στυλοβάτης από το φράγμα του πρεσβυτερίου. Το δάπεδο του μεσαίου κλίτους και του νάρθηκα ήταν από μαρμάρινες πλάκες, ενώ στα πλάγια κλίτη και στον εξωνάρθηκα υπήρχαν ψηφιδωτά, από τα οποία διατηρούνται αυτά του νοτίου κλίτους, καθώς και αυτά του νάρθηκα.

Η βασιλική χρονολογείται με βάση τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο στα μέσα του 6ου αιώνα. Το εγκάρσιο τείχος που διήλθε από πάνω της την αχρήστευσε. Η Βασιλική Β, βρίσκεται κοντά στη βορειοανατολική γωνία του οχυρωματικού περιβόλου. Είναι τρίκλιτη με νάρθηκα και αίθριο. Στη βόρεια πλευρά του αίθριου και του νάρθηκα αναπτύσσονται τέσσερις βοηθητικοί χώροι. Το μεσαίο κλίτος έφερε μαρμάρινο δάπεδο, ενώ τα πλάγια κλίτη ψηφιδωτά από τα οποία ελάχιστα διατηρήθηκαν. Χρονολογείται στον 6ο αιώνα. Η Βασιλική Γ, βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της πόλης, λίγα μέτρα βορειοδυτικά της βασιλικής Α. Είναι τρίκλιτη με νάρθηκα και αίθριο, το οποίο είναι τοποθετημένο στη νότια πλευρά της αντί στη δυτική. Έφερε ψηφιδωτά δάπεδα με πλούσιο φυτικό και γεωμετρικό διάκοσμο σε όλους τους χώρους της. Στο χώρο του ιερού βήματος σώζεται μεταγενέστερο μονόχωρο ναΰδριο. Χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα. Η κατασκευή του μεταγενέστερου εγκάρσιου κλίτους την άφησε εκτός της τειχισμένης έκτασης.

Η Βασιλική Δ’ είναι η τελευταία βασιλική στη σειρά αποκάλυψης, αλλά μάλλον η πρωιμότερη χρονολογικά (β΄ μισό 5ου αιώνα). Είναι τρίκλιτη με νάρθηκα, αίθριο και διάφορα προσκτίσματα που αναπτύσσονται στη βόρεια και νότια πλευρά του. Στο εσωτερικό της σώζεται ο στυλοβάτης του φράγματος του πρεσβυτερίου και η βάση του άμβωνα. Το μεσαίο κλίτος είχε μαρμάρινο δάπεδο ενώ τα πλάγια πήλινες πλάκες. Από το αίθριο διατηρείται ο στυλοβάτης του περιστυλίου και κίονες που τοποθετήθηκαν στη θέση τους.

Ο περίκεντρος ναός αποτελεί ως αρχιτεκτονική σύνθεση το επιβλητικότερο παλαιοχριστιανικό μνημείο της πόλης και είναι από τους λίγους περίκεντρους ναούς αυτής της περιόδου στον ελλαδικό χώρο. Πυρήνας του ναού είναι ένα κεντρικό εξάγωνο που περιβάλλεται από περιφερειακό διάδρομο οκταγωνικής κάτοψης. Στα ανατολικά εξέχει η πεντάπλευρη εξωτερικά κόγχη του ιερού βήματος που πλαισιώνεται από δυο ορθογώνιους χώρους. Ολόκληρος ο ναός κοσμείται με πλούσια μαρμαροθετήματα που σε μερικά σημεία διασώζονται σε πολύ καλή κατάσταση.

 http://www.newsbomb.gr/ellada/politismos/story/595346/amfipoli-xetyligontas-to-koyvari-tis-istorias#ixzz3cgbZmPS3